Στο Euro-working Group της Δευτέρας θα φανεί το κατά πόσο είναι δυνατόν να υπάρξει τεχνική συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών έως το Eurogroup της μεθεπόμενης Πέμπτης
Στο μεταξύ, υπερενισχυμένη εποπτεία πενταετίας με υποχρεωτική «ρήτρα μη αναστρεψιμότητας» και εγγύηση αποπληρωμής μέσω της δημόσιας περιουσίας φέρνει στο τραπέζι ο τελικός γύρος της τέταρτης αξιολόγησης.
Η επιχειρηματολογία περί μη εφαρμογής των μέτρων της διετίας 2019-2020, που αναπτύχθηκε τις τελευταίες εβδομάδες παρά τις διαδοχικές διαψεύσεις από τον υπουργό Oικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο και άλλα κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης, είχε το αποτέλεσμά της.
Σύμφωνα με κύκλους κοντά στη διαπραγμάτευση, η συμπεριφορά αυτή επιβεβαίωσε όσους πίστευαν -και συνεχίζουν να πιστεύουν- ότι η Ελλάδα θα αρχίσει να… ξηλώνει όσα υποχρεώθηκε να εφαρμόσει μόλις οι δανειστές «στρίψουν στη γωνία». Στην κατεύθυνση αυτή έχει αποφασιστεί ήδη η ενισχυμένη εποπτεία και αναζητείται «μοντέλο» ή «εργαλείο» ειδικά για την Ελλάδα, καθώς ο κανονισμός 472/13 είναι πολύ «γενικός» για να καλύψει τη χώρα. Ως βάση μπορεί να τεθεί η διαδικασία των τεσσάρων «επισκέψεων», κατά τον υπουργό Οικονομικών, το χρόνο από την Ε.Ε., την ΕΚΤ και τον ESM, με την τεχνική επιμέλεια και του ΔΝΤ.
Με δεδομένη την -εκ των προτέρων- απροθυμία της ελληνικής κυβέρνησης να εφαρμόσει και να συνεχίσει να εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις του τρίτου προγράμματος, «ξαναζεσταίνεται» και το σενάριο της ρήτρας «μη αναστρεψιμότητας», ειδικά για βασικές μεταρρυθμίσεις (δημοσιονομική διαχείριση, «κόκκινα» δάνεια, εργασιακά, ασφαλιστικό, Υγεία, Δικαιοσύνη, αποκρατικοποιήσεις), στην οποία συνηγορούν και οι δανειστές και το Eurogroup, με δεδομένο ότι η εφαρμογή τους ξεπερνά την κοινοβουλευτική θητεία της σημερινής κυβέρνησης.
Στα… ψιλά γράμματα αναμένεται να υπάρχουν ρήτρες για το Δημόσιο σε ό,τι αφορά το προσωπικό, τη μισθοδοσία και την κινητικότητα που θα προσαρμοστούν στις «πραγματικές ανάγκες» που θα αποτυπώνει το πλάνο που πρέπει να παρουσιάσει μέσα στην τέταρτη αξιολόγηση το υπουργείο Δημόσιας Διοίκησης.
Θα συνεχιστεί, επίσης, ο έλεγχος στο διορισμό και την παύση των διοικήσεων δημοσίων οργανισμών (μέσω του Υπερταμείου) αλλά και των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών. Ενα νέο στοιχείο στη συμφωνία που θα υπογραφεί επίσημα για τη μετά το Μνημόνιο εποχή είναι οι εγγυήσεις για την αποπληρωμή των ευρωπαϊκών δανείων από την Ελληνική Εταιρία Συμμετοχών και Περιουσίας.
Οι στόχοι για τα έσοδα των αποκρατικοποιήσεων δεν θα είναι ενδεικτικοί αλλά δεσμευτικοί, ενώ οι όποιες τιτλοποιήσεις έναντι μελλοντικών εσόδων -ειδικά για την ακίνητη περιουσία- θα πρέπει να εγκρίνονται και από τους δανειστές αφού θα αποτελούν δημόσιο χρέος. Μάλιστα, εκτός από το 50% των εσόδων που θα κατευθύνεται στην αποπληρωμή του χρέους, θα ελέγχεται και το υπόλοιπο 50% που θα κατευθύνεται σε επενδύσεις.
Σε ασφυκτική πίεση
Καταλύτης για την επιβολή της γενικής επιτροπείας και μετά το πρόγραμμα θα είναι η τέταρτη αξιολόγηση που ξεκινά μέσα στην εβδομάδα.
Το γεγονός ότι περίπου δύο εβδομάδες πριν από την καταληκτική ημερομηνία για τεχνική συμφωνία, που θα επικυρωθεί στο Eurogroup στις 24 του μήνα, πάνω από 80 προαπαιτούμενα είναι ανοιχτά, δείχνει ότι η επιστολή του συντονιστή της διαπραγμάτευσης υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ, Δημήτρη Λιάκου, για επιτάχυνση έφτασε πολύ αργά στους υπουργούς της κυβέρνησης.
Την ίδια ώρα είναι δεδομένο ότι κανείς δεν θέλει αυτή τη φορά καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Ο λόγος είναι απλός: Αν τα μέτρα δεν εφαρμοστούν στην ώρα τους, η Γερμανία, η Αυστρία, η Ολλανδία, η Φινλανδία και η Σλοβακία θα πρέπει να περάσουν από τα κοινοβούλιά τους ένα αίτημα για μια ακόμη παράταση του ελληνικού προγράμματος λίγο πριν από το τέλος του, όπως συνέβη με το δεύτερο πρόγραμμα στις αρχές του 2015.
Με τους σημερινούς πολιτικούς συσχετισμούς κάτι τέτοιο είναι σχεδόν αδύνατο. Για το λόγο αυτό οι θεσμοί προσανατολίζονται σε μια αξιολόγηση-εξπρές, η οποία θα ξεκινήσει την Τρίτη ή το αργότερο την Τετάρτη και θα ολοκληρωθεί την Παρασκευή με μια τεχνική συμφωνία που θα επικυρωθεί στο Eurogroup στις 24 του μήνα.
Τα μέτρα ως έχουν
Το αντίτιμο της ταχείας ολοκλήρωσης θα είναι η πιο έντονη πίεση που έχει ζήσει ποτέ η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα από τους δανειστές.
Από τις μέχρι τώρα συνεννοήσεις μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτικά ότι:
• Τα μέτρα της διετίας 2019-2020 θα είναι ένα ειδικό κεφάλαιο που συνδέεται με τη σύνταξη του Μεσοπρόθεσμου Σχεδίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022 που θα πρέπει να κλείσει στο πλαίσιο της τέταρτης αξιολόγησης. Οι Ευρωπαίοι είναι ανένδοτοι στην εφαρμογή της περικοπής των συντάξεων το 2019 και του αφορολόγητου ορίου το 2020 μαζί με τα αντίμετρα που ψηφίστηκαν πέρσι. Από την άλλη, το ΔΝΤ -που τα επέβαλε- αποσυνδέει πλέον την εφαρμογή τους από την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και τα συνδέει με την ανάπτυξη, η οποία υστερεί λόγω των «λάθος» μέτρων που υιοθετήθηκαν… Μπορεί όμως να δεχθεί την «κανονική» εφαρμογή τους αν εξασφαλίσει την εποπτεία τους.
• Οι νέες αντικειμενικές θα πρέπει να εφαρμοστούν με βάση τα στοιχεία που έδωσαν οι ιδιώτες εκτιμητές και θα προσαρμόσουν ανάλογα και τον ΕΝΦΙΑ, ανεξάρτητα από τις όποιες διακυμάνσεις ακόμη και σε λαϊκές περιοχές.
• Η εκκαθάριση των «κόκκινων» δανείων προχωρά μεν αλλά πρέπει να επιταχυνθεί. Εκτός από τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και τον εξωδικαστικό μηχανισμό, που δεν έχουν ακόμη τα αναμενόμενα αποτελέσματα, θα πρέπει να επεκταθεί ο θεσμός της πώλησης πακέτων «κόκκινων» και «πράσινων» δανείων σε distress fund.
• Αν δεν βρεθεί άμεσα θεσμικό πλαίσιο που να ικανοποιεί όλους τους δανειστές, η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων θα πρέπει να αναβληθεί. Ηδη υπάρχουν σχετικά αιτήματα από τους δανειστές κατά τη διαπραγμάτευση που προηγήθηκε από απόσταση.
• Το ασφαλιστικό θα πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζεται ως έχει και να ολοκληρωθούν η συνένωση των Ταμείων στον ΕΦΚΑ, η ολοκλήρωση του επανϋπολογισμού των συντάξεων και η απονομή όλων των καθυστερούμενων μέχρι το καλοκαίρι.
• Το υπόλοιπο των οφειλών του Δημοσίου θα πρέπει να μηδενιστεί μέχρι και τον Αύγουστο και να κλείσουν οι ρωγμές που δημιουργούν νέα χρέη.
Από την άλλη έχει ξεκαθαριστεί ότι όσο περισσότερα μέτρα αναβληθούν, είτε λόγω έλλειψης χρόνου είτε για τεχνικούς λόγους, τόσο περισσότερο αυστηρή θα είναι η πρώτη μεταμνημονιακή εποπτεία, που θα υπάρξει για πρώτη φορά στο τέλος του 2018, αν το πρόγραμμα ολοκληρωθεί στην ώρα του.