Ο ΟΟΣΑ προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2% για το 2018 και 2,3% για το 2019 και τονίζει την ανάγκη περαιτέρω αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους, ενώ συστήνει την καθιέρωση διαπραγματεύσεων για κλαδικές συλλογικές συμβάσεις μισθών, που θα καλύπτουν ευρύτερα τις συνθήκες εργασίας, χωρίς αυτόματη επέκταση, ενώ θα διασφαλίζεται ότι θα είναι αρκετά ευέλικτες, να μπορούν να προσαρμόζονται σε διαφορετικούς τύπους και μεγέθη επιχειρήσεων.
Για τον κατώτατο μισθό, ο ΟΟΣΑ συνιστά τη σύσταση μίας Επιτροπής από κοινωνικούς εταίρους και ανεξάρτητους ειδικούς που θα προτείνει την αναπροσαρμογή του.
Επιπλέον ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι η ανεργία, η φτώχεια και η ανισότητα παραμένουν υψηλές, οι μισθοί είναι χαμηλοί, οι επενδύσεις παραμένουν συμπιεσμένες και η παραγωγικότητα συνεχίζει να μειώνεται.
Ταυτόχρονα, προσθέτει, η δημόσια διοίκηση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα αποδοτικότητας, και ενώ η συλλογή φόρων έχει βελτιωθεί, η αποφυγή είναι εκτεταμένη, κάτι που οδηγεί σε υψηλότερους συντελεστές και στενότερη φορολογική βάση.
«Η αντιμετώπιση αυτών και άλλων προκλήσεων θα εξαρτηθεί κυρίως από τη συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και την ενίσχυση της ιδιοκτησίας των μεταρρυθμίσεων», σημειώνεται.
Για την ανεργία προβλέπει περαιτέρω μείωση από το 21,5% πέρυσι στο 20,4% φέτος και το 19,4% το 2019. Όσον αφορά στο πρωτογενές πλεόνασμα, προβλέπει ότι θα ανέλθει φέτος στο 4% του ΑΕΠ και το 2019 στο 3,6%, ενώ για το δημόσιο χρέος εκτιμά ότι θα μειωθεί στο 172,5% του ΑΕΠ φέτος και περαιτέρω στο 168,3% το 2019 από 175,8% το 2017 και 181,1% το 2016. Ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα ανέλθει φέτος στο 0,7% και το 2019 στο 1,1%, ενώ το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα είναι σχεδόν ισοσκελισμένο (παρουσιάζοντας έλλειμμα 0,5% του ΑΕΠ φέτος και 0,6% το 2019).
Το δημόσιο χρέος θα μειωθεί μέσω της υψηλότερης ανάπτυξης, της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και της αναδιάρθρωσης του χρέους, τονίζει ο ΟΟΣΑ. Όπως αναφέρει, το χρέος κινείται στο 180% του ΑΕΠ και εξακολουθεί να είναι μεταξύ των υψηλότερων στον κόσμο, τονίζοντας ότι κάτω από διαφορετικές υποθέσεις θα παραμείνει υψηλό, καθιστώντας αναγκαία μία περαιτέρω αναδιάρθρωσή του.
Το βασικό σενάριο, που λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μεταρρυθμίσεων που έκανε η Ελλάδα, τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους από τον ESM, ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και 2,2% από το 2025, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθεί σταδιακά στο περίπου 120% του ΑΕΠ στα μέσα της δεκαετίας του 2030 για να αυξηθεί και πάλι στη συνέχεια, καθώς τα δάνεια που έχουν δοθεί με χαμηλό επιτόκιο θα αναχρηματοδοτηθούν με τα επιτόκια της αγορές.
Ο ΟΟΣΑ θεωρεί ως καλύτερη λύση ένα «κλείδωμα» των χαμηλών επιτοκίων που έχει λάβει η Ελλάδα με δάνεια από την Ευρωζώνη, καθώς θα οδηγούσε, με βάση το σενάριο διευρυμένων μεταρρυθμίσεων, σε μία συνεχή μείωση του χρέους και κάτω από το 80% του ΑΕΠ το 2060.
Όσον αφορά τη φορολογία, ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι οι φορολογικές δαπάνες έχουν μειωθεί και η συλλογή των φόρων έχει βελτιωθεί, αλλά το φορολογικό σύστημα συνεχίζει να βασίζεται σε υψηλούς συντελεστές και στενές βάσεις, κυρίως λόγω της φοροδιαφυγής, εμποδίζοντας την ανάπτυξη και δημιουργώντας ανισότητες.
Συνιστά, ακόμη, την επέκταση της υποχρέωσης ηλεκτρονικών ταμειακών μηχανών για όλους τους αυτοαπασχολούμενους και την καθιέρωση των ηλεκτρονικών τιμολογίων.
με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]