Οι 200 εκτιμητές που έδειξαν ενδιαφέρον να συμμετάσχουν στο έργο για τον προσδιορισμό των νέων αντικειμενικών αξιών, θα πρέπει σε χρόνο ρεκόρ να εισηγηθούν στο υπουργείο Οικονομικών νέες αξίες για 10.000 τιμές ζώνης σε όλη τη χώρα.
Οι εκτιμητές, από την ημέρα που θα εκδοθεί η υπουργική απόφαση του διορισμού τους, θα έχουν στη διάθεσή τους μόλις 20 ημέρες για να προσδιορίσουν και να εισηγηθούν τις νέες τιμές ζώνης. Για κάθε Δήμο θα δοθούν αντικειμενικές αξίες από τέσσερις εκτιμητές.
Προφανώς ο χρόνος δεν επαρκεί για να γίνει μελέτη σε βάθος. Οι εκτιμητές θα παραδώσουν τις εκτιμήσεις που θα γίνουν στο… πόδι και στη συνέχεια το υπουργείο Οικονομικών θα είναι αυτό που θα αναλάβει να βγάλει την τελική απόφαση. Σε τι βαθμό θα γίνουν αποδεκτές οι προτάσεις των εκτιμητών και σε τι βαθμό θα υπάρξει πολιτική παρέμβαση, δεν θα το μάθουμε ποτέ. Αυτό πάντως που είναι το ζητούμενο σε αυτή τη φάση είναι ο τελικός κατάλογος με τις τιμές να περιλαμβάνει μονοψήφιες αυξομειώσεις στις τιμές οι οποίες δεν θα επηρεάσουν σημαντικά τη φορολογητέα ύλη του ΕΝΦΙΑ.
Όποια τρύπα ανοίξει στα έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ θα πρέπει να αντισταθμιστεί με αύξηση των φορολογικών συντελεστών. Και αυτό γιατί οι δανειστές επιμένουν οι νέες τιμές να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ του 2018. Η κυβέρνηση θα προτιμούσε ο ΕΝΦΙΑ να μείνει και το 2018 ως έχει αλλά αυτό φαίνεται να μην περπατάει, τουλάχιστον με τα μέχρι τώρα δεδομένα.
Μικρές αλλαγές στις αντικειμενικές αξίες, σημαίνει ότι δεν θα θιγεί παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις ο ΕΝΦΙΑ της λαϊκής κατοικίας ενώ τα όποια δημοσιονομικά κενά προκύψουν, θα καλυφθούν με αύξηση συντελεστών για τον συμπληρωματικό φόρο ακινήτων τον οποίο πληρώνει η μεσαία και μεγάλη ακίνητη περιουσία.
Για το υπουργείο Οικονομικών αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση να παραδώσουν οι εκτιμητές τις εισηγήσεις τους έως 31 Μαρτίου.
Ταμείο Ανάκαμψης: Ποια νέα έργα εντάσσονται στις χρηματοδοτήσεις του Ταμείου;
Tο νέο σύστημα έχει ως εξής:
•Οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσής τους να καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση των Πρωτοβάθμιων και Δευτεροβάθμιων Επιτροπών
• Προβλέπεται νέος τρόπος συγκρότησης των τοπικών Επιτροπών, με τη συμμετοχή υπαλλήλων των κατεξοχήν αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, δηλαδή των κτηματικών υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας. Επιπροσθέτως, προβλέπεται η συμμετοχή στις Επιτροπές υπαλλήλων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και των αρμόδιων υπηρεσιών των Δήμων. Τέλος θεσμοθετείται η συμμετοχή εκπροσώπων των αρμόδιων φορέων της αγοράς, δηλαδή συμβολαιογράφων, εκπροσώπων του Εθνικού Κτηματολογίου, εκπροσώπων των Τραπεζικών Ιδρυμάτων, καθώς και εκτιμητών που έχουν εγγραφεί στο αντίστοιχο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι και θα καταθέτουν την αρχική εισήγηση στις Επιτροπές.
• Παρέχεται στις Επιτροπές για πρώτη φορά η δυνατότητα να ζητούν τη συνδρομή άλλων εμπειρογνωμόνων, φορέων ή προσώπων με εμπειρία και ειδικές γνώσεις στους τομείς της πολεοδομίας της τοπογραφίας των οικοδομικών κατασκευών, της γεωπονίας ή της δασολογίας προκειμένου τα μέλη τους να σχηματίζουν μία ολοκληρωμένη άποψη και να διευκολύνονται στην άρτια και ορθολογική ολοκλήρωση του έργου τους.
• Δίνεται η δυνατότητα στις Επιτροπές να λαμβάνουν στοιχεία από αρμόδιους φορείς (Τεχνικό Επιμελητήριο, Τράπεζα της Ελλάδας Ελληνική Ένωση Τραπεζών και Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων), χωρίς να υπόκεινται σε περιορισμούς απορρήτου, για την αποτελεσματικότερη λειτουργία τους και την ταχεία επίτευξη του έργου τους. Προς το σκοπό, όμως διασφάλισης των συμφερόντων των πολιτών, προβλέπεται υποχρέωση των μελών των Επιτροπών για τήρηση απόλυτης εχεμύθειας.
• Προβλέπεται η σύσταση Δευτεροβάθμιας Τριμελούς Επιτροπής που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και αποτελείται από ένα Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως Πρόεδρο και τους επικεφαλής των αρμοδίων υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ως μέλη. Η σύσταση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν στρεβλώσεις που μπορεί να προκύψουν κατά τη λειτουργία, τον όγκο της εργασίας και τη διάχυτη αρμοδιότητα των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών αλλά και να διασφαλιστεί στο μέγιστο βαθμό η εγκυρότητα και αξιοπιστία των αποτελεσμάτων τους. Για το σκοπό αυτό άλλωστε με την προτεινόμενη παράγραφο παρέχεται στην Επιτροπή η δυνατότητα να υποβάλει στον Υπουργό Οικονομικών πρόταση για τη σύσταση επιστημονικής επιτροπής με εμπειρογνώμονες της αγοράς προκειμένου να την επικουρούν στο έργο της.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]