Η ελληνική κρίση δεν εγκαταλείπει τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ακόμη κι όταν παραχωρεί συνέντευξη για να εξαγγείλει μειώσεις φόρων στην προεκλογική Γερμανία. Στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας Bild ο υπουργός Οικονομικών μιλά για το πάθος του για την πολιτική μετά από 45 χρόνια στην υπηρεσία της, εκ των οποίων τα 14 στο υπουργείο Οικονομικών, για τις διεθνείς πολιτικές και οικονομικές προκλήσεις, αλλά και για τις σωστές απαντήσεις προς τον πρόεδρο Ερντογάν, «ο οποίος θέτει σε κίνδυνο τις γερμανοτουρικές σχέσεις μετά από έναν αιώνα συνεργασίας και τα όσα συνδέουν τις δύο χώρες». Ωστόσο όπως σημειώνει χαρακτηριστικά «δεν θα τον αφήσουμε να μας εκβιάζει.»
«Και ο Γκάμπριελ συμφώνησε για Grexit»
Εν είδει απολογισμού δύο μήνες πριν τις βουλευτικές εκλογές ο δημοσιογράφος τον ρωτά, ποια ήταν η πιο δραματική στιγμή τα τελευταία χρόνια που είναι υπ. Οικονομικών. «Πιθανότατα η διαμάχη για το ελληνικό πρόγραμμα το καλοκαίρι του 2015, όταν η χώρα έπρεπε να κλείσει τις τράπεζες» απαντά ο Σόιμπλε. «Εκείνη την αποφασιστική νύχτα τηλεφώνησα άπειρες φορές στην καγκελάριο.» «Επειδή θέλατε ένα Grexit;» τον ρωτά ο δημοσιογράφος. «Σχεδόν όλοι οι υπουργοί Οικονομικών συμφωνούσαν ότι για την Ελλάδα θα ήταν καλύτερος ο δρόμος εκτός ευρωζώνης» απαντά.
«Πριν φύγω για τις Βρυξέλλες συμφωνήσαμε και με τον κύριο Γκάμπριελ (σσ: τότε ήταν υπουργός Οικονομίας). Σε εσωτερικές συνομιλίες έλεγε ότι ο Σόιμπλε έχει δίκιο. Αργότερα προς τα έξω όμως υποστήριξε το αντίθετο. Η κυρία Μέρκελ στάθμισε τελικά το θέμα βάζοντας σε πρωταρχική θέση την συνολική ευρωπαϊκή της ευθύνη. Με αυτό το αποτέλεσμα μπορεί κανείς εκ των υστέρων να είναι ικανοποιημένος. Η Ελλάδα έχει κάνει πολλές μεταρρυθμίσεις και βρίσκεται σε καλό δρόμο» τονίζει ο γερμανός υπουργός Οικονομικών διευκρινίζοντας στη συνέχεια ότι υπόσχεται φορολογικές ελαφρύνσεις τώρα, διότι λόγω της δημοσιονομικής κρίσης τα προηγούμενα χρόνια η Γερμανία ανέλαβε χρέη.
Ποιες φοροελαφρύνσεις για εργαζόμενους με οικογένεια ετοιμάζει η κυβέρνηση
Σπουδή για επάνοδο στις αγορές πριν το τέλος του τρίτου προγράμματος
Στην επάνοδο της Ελλάδας στις αγορές για την χρηματοδότηση του χρέους της αναφέρεται σε μακροσκελές άρθρο της η Süddeutsche Zeitung. Η εφημερίδα υποστηρίζει ότι οι πιθανότητες είναι καλές. «Επενδυτές εκτιμούν ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί τουλάχιστον 3 δις ευρώ με την έκδοση πενταετούς διάρκειας ομολόγων μόλις το κόστος πέσει κάτω από το 5%» σημειώνει ο αρθρογράφος. «Από αυτό το σημείο η χώρα δεν απέχει και πολύ. Η επιστροφή θα ήταν επιτυχής, εάν συμμετείχαν περισσότερο ξένοι επενδυτές και λιγότερο ελληνικές τράπεζες.»
Η εφημερίδα του Μονάχου υπενθυμίζει ωστόσο ότι στην ίδια θέση βρέθηκε η χώρα και πριν από 3 χρόνια, όταν η προηγούμενη κυβέρνηση άντλησε από τις αγορές 3 δις ευρώ με επιτόκιο 4,75% παραμένοντας ωστόσο αποκομμένη από συνθήκες κανονικής χρηματοδότησης. «Παρόλα αυτά οι δανειστές επιμένουν να σταθεί άμεσα η Ελλάδα και πάλι στα πόδια της» επισημαίνει ο αρθρογράφος. «Οι ευρωδιασώστες θα μπορούν να το πουλήσουν ως απόδειξη ότι η πολιτική των προγραμμάτων διάσωσης των περασμένων χρόνων ήταν επιτυχής. Εξάλλου, κανείς δεν θέλει να διακινδυνεύσει να διαδεχθεί το τρίτο πρόγραμμα ύψους 85 δις ευρώ ένα τέταρτο. Γι αυτό σύμφωνα με την επιθυμία της ΕΕ οι Έλληνες θα πρέπει πριν την λήξη του τρίτου προγράμματος μέσα του 2018 να βγουν στις αγορές με πολλά ομόλογα διαφορετικής διάρκειας.»
Για το ίδιο θέμα η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt του Ντίσελντορφ αναφέρεται στην πρόσφατη αποκάλυψη του reuters, ότι η Ελλάδα έχει αναθέσει σε πέντε ξένες τράπεζες τις προετοιμασίες για την έκδοση ενός πενταετούς ομολόγου. «Κριτήριο για την επιτυχή επάνοδο της Ελλάδας εκτός από την απόδοση είναι και η συμμετοχή ξένων τραπεζών» αναφέρει η εφημερίδα. «Ως καλός οιωνός θεωρείται το αυξημένο ενδιαφέρον που έδειξαν τους τελευταίους μήνες ξένοι επενδυτές σε ολόκληρη την ελληνική αγορά ομολόγων (…) Υπάρχουν όμως και φωνές, όπως αυτή του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα στην Wall Street Journal, που προειδοποιούν να μην επικρατήσει βιασύνη. O Στουρνάρας περιμένει περισσότερο μεταρρυθμιστικό ζήλο από την ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζοντας ότι εάν η Ελλάδα το επόμενο διάστημα κάνει δύο ή τρεις σημαντικές ιδιωτικοποιήσεις, αυτές θα τη βοηθήσουν για να επιστρέψει αργότερα στις αγορές.»
Πηγή: www.dw.com