Έτσι, όταν ο μικρός Γρηγόρης πηγαίνει για πρώτη φορά σχολείο ανακαλύπτει τι σημαίνει σκληρή φτώχεια όταν βλέπει επτά από τα δέκα παιδιά της τάξης να μην έχουν ρούχα και παπούτσια. Ο ίδιος στενοχωριέται και τους προσφέρει τα δικά του με αποτέλεσμα επιστρέφοντας σπίτι να τρώει ξύλο, παρά τα ψέμματα του ότι του τα έκλεψαν. Όπως όλα τα παιδιά της ηλικίας του ανήκει στη νεολαία Μεταξά, τη διαβόητη ΕΟΝ, όπου όπως αναφέρει ο ίδιος :“Με θυμάμαι με μαντήλι στο λαιμό και μπλε στολή, και μας κατηχούσαν να μαρτυράμε και να καρφώνουμε ότι κουβεντιάζαμε στο σπίτι μας και με τους γείτονες”.
Αδιαφορεί για τα γράμματα και εγκαταλείπει το σχολείο στην Α Γυμνασίου και γίνεται υδραυλικός. Στη διάρκεια της Κατοχής στην αυλή του σπιτιού της οδού Μυκηνών 5, η οικογένεια σκάβει στο κήπο ένα πηγάδι στο οποίο κατεβαίνουν όλοι ώστε να γλιτώσουν τις διώξεις της περιόδου. Αλλά και στη διάρκεια του εμφυλίου τα πράγματα δεν γίνονται καλύτερα :“Δε τη γλύτωνες με τίποτα. Ήσουνα με τον ένα σε χτύπαγε ο άλλος. Δεν ήσουνα με κανένα πάλι σε χτυπάγανε”. Συλλαμβάνεται στο δρόμο γιατί όταν τον ρωτούν με ποιον είναι αυτός απαντά “Με κανένα”. Κρατείται ένα μήνα στο Γουδί όπου μετά από ξυλοδαρμούς αφήνεται ελεύθερος.
Μαθαίνει από μικρός κιθάρα όταν τη φέρνει ο αδελφός του σπίτι, ενώ στη διάρκεια της Κατοχής γνωρίζει το μπουζούκι, με αποτέλεσμα το πρωί να δουλεύει σαν υδραυλικός και το βράδυ να παίζει μπουζούκι σε μαγαζιά εξασφαλίζοντας έτσι το φαγητό του. Ακούγοντας πρώτη φορά τη “Φραγκοσυριανή” και το “ Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά” αντιλαμβάνεται το δρόμο που θέλει ν’ ακολουθήσει στη ζωή του, και πηγαίνει να ακούσει το Μάρκο Βαμβακάρη όταν τραγουδά στο μαγαζί του Ηπιώτη στο Περιστέρι. Κάνει τις πρώτες απόπειρες να γράψει τραγούδια, αλλά όλα σταματούν το 1947 όταν βρίσκεται στη Μακρόνησο.
Εκεί του αναθέτουν τη δημιουργία ορχήστρας για ψυχαγωγία των στρατιωτών, ενώ ο ίδιος γνωρίζει το μπουζούκι στη βασίλισσα Φρειδερίκη. Όταν η τελευταία επισκέπτεται με τον βασιλιά Παύλο τη Μακρόνησο, τον ρωτά ποιο είναι το σπασμένο όργανο που κρατά και όταν εκείνος απαντά “Μπουζούκι που διασκεδάζει ο λαός”, αυτή δίνει εντολή να του αγοράσουν καινούργιο. Φυσικά η σημαντικότερη γνωριμία στη Μακρόνησο που σημαδεύει την καλλιτεχνική του ζωή, δεν είναι η Φρειδερίκη αλλά ο Μίκης Θεοδωράκης που παρακολουθεί τις πρόβες με χτυπημένο από τα βασανιστήρια πόδι.
Την ίδια χρονιά δίνει στην “Οντεόν” το πρώτο του τραγούδι ως συνθέτης “Το καντήλι τρεμοσβήνει”. Όταν πρωτοπαίζει στον τότε φίλο του Στέλιο Καζαντζίδη το “Τρελοκόριτσο” λέγοντας του ότι θα το δώσει να το τραγουδήσει ο Τσαουσάκης, ο πρώτος τον πείθει να το ερμηνεύσει ο ίδιος. Το τραγούδι σημειώνει τεράστια επιτυχία την οποία ακολουθούν κι άλλες και έτσι ο Μπιθικώτσης εκτός από μπουζουξής- συνθέτης καθιερώνεται και ως τραγουδιστής.
Το καλοκαίρι του 1960 τα προβλήματα που αντιμετωπίζει με την δισκογραφική του εταιρία τον υποχρεώνουν να ετοιμάζει τις βαλίτσες του για τον Καναδά, όταν τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους φτάνουν σπίτι του στο Περιστέρι ο διευθυντής της δισκογραφικής “Κολούμπια” Τάκης Λαμπρόπουλος και ο Μίκης Θεοδωράκης κάνοντάς του μια πρόταση που θα αλλάξει την ιστορία του ελληνικού τραγουδιού.
Μπιθικώτσης και Μανώλης Χιώτης ακούν για πρώτη φορά τα τραγούδια που προτείνει ο Θεοδωράκης να ερμηνεύσει στον “Επιτάφιο” και σοκάρονται από το νέο άκουσμα :“Δεν θυμάμαι ποιος έκλεισε το μάτι στον άλλο, κι είπαμε να αφήσουμε το Μίκη μόνο του για να πάμε στη τουαλέτα. “Τι έγινε ρε; Θα ξεφτιλιστούμε” του λέω. “Ναι. Τι σαχλαμάρες είναι αυτές; Αφού δεν κατάλαβα τι λέει. Γαλλικά μιλάει ;” απαντά ο Χιώτης”. Κι όμως παρά τον αρχική κάθετη άρνησή τους, όταν οι Μπιθικώτσης–Χιώτης ξανασυναντιούνται την επόμενη ημέρα όλα είναι διαφορετικά, όταν διαπιστώνουν ότι στον πρώτο έχει κολλήσει το “Μάνα μου και Παναγιά” και στοn δεύτερο η “Μαργαρίτα Μαργαρώ”. Το νερό έχει μπει στο αυλάκι και η συνέχεια γνωστή…
Ειδήσεις σήμερα
Εύα Καϊλή: Συνελήφθη και προφυλακίστηκε για ξέπλυμα χρήματος – Τι αναφέρει δημοσίευμα της L’ Echo
Ο «χάρτης» των προσλήψεων στο δημόσιο το 2023 [πίνακες]