Σαράντα έξι ολόκληρα χρόνια έχουν περάσει από την Πρωτομαγιά του 1976, τότε που, ξημερώματα Σαββάτου, ο αγωνιστής της Δημοκρατίας και τότε ανεξάρτητος βουλευτής Αλέξανδρος Παναγούλης βιώνει μια ακόμα βραδιά-μικρογραφία της σύντομης ζωής του: με ταχύτητα και στην κόντρα. Το αμάξι του διασχίζει με μεγάλη ταχύτητα τη Λεωφόρο Βουλιαγμένης με κατεύθυνση τη Γλυφάδα, έχοντας κόντρα με αυτοκίνητο που τον συνοδεύει. Μπαίνοντας στην περιοχή του Αγίου Δημητρίου η πίεση του άλλου αυτοκινήτου γίνεται μεγαλύτερη, με αποτέλεσμα ο Παναγούλης να χάσει τον έλεγχο του Μιραφιόρι που οδηγεί, το οποίο στρίβοντας απότομα δεξιά προσγειώνεται μέσα σ’ ένα σύννεφο σκόνης και καπνού στο γκαράζ ενός συνεργείου αυτοκινήτων. Ενας ταξιτζής με τον πελάτη του, που είναι οι πρώτοι που φτάνουν στο σημείο της σύγκρουσης, τον βρίσκουν βαριά τραυματισμένο στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου και στην προσπάθειά τους να τον βγάλουν έξω από αυτό, πεθαίνει στα χέρια τους βγάζοντας τρία «αχ».
Η αργία της Πρωτομαγιάς και η απουσία ενημέρωσης λόγω της Κυριακής προκαλούν σύγχυση στον κόσμο, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός οργίου φημών για το μυστηριώδες ατύχημα: δολοφονία λόγω των αρχείων του ΕΑΤ–ΕΣΑ που μόλις πριν από λίγες ημέρες έχει δώσει ο Παναγούλης για δημοσίευση, αναισθητική σφαίρα που τον ακινητοποιεί και δεν μπορεί να οδηγήσει, αυτοκίνητα που τον κυνηγούν, που άλλοτε γίνονται Φορντ, άλλοτε Τζάγκουαρ και άλλοτε Αλφα Ρομέο, ή απλό ατύχημα;
Η πληροφορία που ακούγεται στην τηλεόραση ότι «…στην εξέταση αίματος που του έγινε αμέσως μετά το ατύχημα ανευρέθηκαν 57,5 χιλιοστά του γραμμαρίου οινοπνεύματος ανά μιλιλίτρο αίματος», παρότι είναι μέσα στα φυσιολογικά όρια, εισάγει τη θεωρία της θανατηφόρου σύγκρουσης λόγω υπερβολικής ταχύτητας και μέθης.
Η οικογένεια του νεκρού μιλά από την πρώτη στιγμή για δολοφονία και ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής δίνει άμεση εντολή να γίνουν δεκτά όλα τα αιτήματά της, για συμμετοχή δύο Ιταλών μηχανικών στην εξέταση του αυτοκινήτου, για δύο νεκροψίες από Ιταλό καθηγητή που καλεί η οικογένεια και συμμετοχή του αδελφού του, Στάθη, στην προανάκριση. Τη σύγχυση των ημερών επιτείνει στις 3 Μαΐου η αυθόρμητη προσέλευση του μοντελίστ Μιχάλη Στέφα στην αστυνομία, ο οποίος δηλώνει ότι αυτός είναι ο οδηγός του δεύτερου αυτοκινήτου που συγκρούεται με εκείνο του Παναγούλη. Στην αναπαράσταση που ακολουθεί, ο Στέφας πέφτει σε αντιφάσεις και μπερδεύει τους πάντες όταν δηλώνει ότι ανήκει στην οργάνωση «Ρήγας Φεραίος», κάτι που διαψεύδει η τελευταία.
«Μην του σταυρώσετε τα χέρια»
Η κηδεία γίνεται στις 5 Μαΐου και σε αυτή ο κορυφαίος αγωνιστής, που εκλέγεται τελευταίος σε σταυρούς βουλευτής με την Ε.Κ. στη Β’ Αθηνών, ενώνει για τελευταία φορά όλα τα κόμματα και δεκάδες χιλιάδες κόσμου που τον συνοδεύουν στο Α’ Νεκροταφείο. Τραγικότερη μορφή μέσα σε αυτό το λαϊκό ποτάμι, η ηρωική μητέρα του, Αθηνά Παναγούλη, που ζητά να μη σταυρώσουν τα χέρια του παιδιού της, ώστε να μην «ταξιδέψει» όπως έζησε για πολλά χρόνια, με δεμένα χέρια…
Ντεγκρέτσια: Η αμηχανία ενός επώνυμου με ονομασία προέλευσης... - Η μακρά ιστορία από την αρχή
Πιο πίσω, η σύντροφος της ζωής του, διεθνούς φήμης δημοσιογράφος και συγγραφέας, Οριάνα Φαλάτσι, η οποία λίγο πριν κατέβει το φέρετρο στο χώμα αλλάζει βέρες με τον αγαπημένο της, ενώ σημειώνει στο κλασικό βιβλίο της, αφιερωμένο σε αυτόν, «Ενας άνδρας», για εκείνες τις στιγμές:
«Οι αστυφύλακες που θα ‘πρεπε να συνοδεύουν την προγραμματισμένη πομπή είχαν χαθεί αμέσως μέσα στο μακελειό, συχνά πληγωμένοι ή κακοποιημένοι. Οι νεαροί που είχαν αναλάβει την περιφρούρηση σαρώθηκαν αμέσως, από πολλές δεκάδες δεν απόμειναν παρά πέντε – έξι ναυάγια γεμάτα μελανιές που τεντώνονταν να προστατέψουν τα σπασμένα παράθυρα. Το βλέπει κανείς και στις φωτογραφίες που πάρθηκαν από ψηλά και όπου η νεκροφόρα είναι μια μικρή ακαθόριστη κηλίδα που πνίγεται μέσα στον στρόβιλο μιας συμπαγούς μάζας, το μάτι του κυκλώνα, το κεφάλι του χταποδιού».
Λίγο διάστημα μετά κάποιος Γεώργιος Λεονάρδος μιλά για την οργάνωση «Αράχνη» που δολοφονεί τον Παναγούλη, αλλά στη δίκη που ακολουθεί καταρρίπτονται όλοι οι ισχυρισμοί του και καταδικάζεται για συκοφαντική δυσφήμηση. Για τον θάνατο του Παναγούλη υπάρχει δικαστική καταδίκη, μόνο που αυτή δεν είναι για δολοφονία αλλά για αυτοκινητικό δυστύχημα. Στη δίκη που γίνεται ένα χρόνο μετά, ο Μιχάλης Στέφας καταδικάζεται σε φυλάκιση τρεισήμισι χρόνων, ποινή που στο Εφετείο μετατρέπεται σε φυλάκιση 11 μηνών εξαγοράσιμη προς 150 δρχ. την ημέρα…