Μια «αλυσίδα» από ατέλειες και αστοχίες του συστήματος, ανθρώπινα λάθη και μοιραίες συγκυρίες φαίνεται να «κρύβεται» πίσω από αυτές τις σοκαριστικές υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, με θύματα αβοήθητες γυναίκες, που βλέπει με ανησυχητική συχνότητα το φως της δημοσιότητας. Πρωτόκολλα που δεν εφαρμόζονται ή δεν προλαβαίνουν το κακό. Σιωπή, φόβος και ανοχή της βίας από παγιδευμένα θύματα, με μοιραία κατάληξη. Ανθρωποι σε θανάσιμο κίνδυνο, εγκλωβισμένοι σε χρονοβόρες νομικές διαδικασίες. Καθυστερημένη αντίδραση των Αρχών σε σοβαρά περιστατικά. Λανθασμένη αξιολόγηση κακοποιητικών συμπεριφορών. Νέα τεχνολογικά εργαλεία που δίνουν ελπίδα, αλλά δεν σώζουν πάντα ζωές.
«Ζω κάτω από μια ομπρέλα φόβου. Δεν νιώθω ελεύθερη. Είναι σαν να ζω σε μια φυλακή», περιγράφει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής η άτυχη γυναίκα, ο «Γολγοθάς» της οποίας ξεκίνησε την περίοδο της εγκυμοσύνης της. Η κακοποιητική συμπεριφορά μεταφέρθηκε μετά τη γέννηση και στο παιδί, χωρίς καμία από τις καταγγελίες να αποτρέπει τα βίαια περιστατικά. Μάλιστα, όπως αναφέρει, οι Αρχές την προειδοποίησαν ότι, λόγω του παιδιού, αν έφευγε από το σπίτι, θα είχε θεωρηθεί εγκατάλειψη. «Τίποτα απολύτως δεν με συμβούλεψαν. Αντί να φοβάται εκείνος με ό,τι έκανε, ζούσα εγώ με τον φόβο. Μου είπαν ότι θα κινηθεί το αυτόφωρο, αλλά σε καμία από τις μηνύσεις που έκανα δεν συνελήφθη», αναφέρει χαρακτηριστικά. Αντίστοιχα προβλήματα αντιμετωπίζει και με τη δικαστική εξέλιξη των υποθέσεων κακοποίησης, με τα δικαστήρια να καθυστερούν ακόμα και για επτά χρόνια. Μάλιστα, η πρωτόδικη καταδίκη του κακοποιητή ανατράπηκε στο Εφετείο, με τη γυναίκα και το παιδί να συνεχίζουν να ζουν με τον ίδιο φόβο.
«Υπάρχουν μαρτυρίες κοινωνικών λειτουργών. Στο δικαστήριο αυτά τα χαρτιά, που είναι από λειτουργούς του κράτους, της Πολιτείας, από κέντρα του δήμου, όχι από ιδιώτες, δεν βοήθησαν», περιγράφει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής.
ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ KAI TA 18 ΓΡΑΦΕΙΑ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ
«Αν υπάρξει οποιαδήποτε πληροφορία για περιστατικό, επεμβαίνουμε αυτεπάγγελτα. Δεν περιμένουμε καταγγελία από το θύμα», σημειώνουν στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής αστυνομικοί που έχουν έρθει αντιμέτωποι με κάθε λογής υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας. Τα τελευταία χρόνια, το μεγαλύτερο βάρος διαχειρίζονται τα 18 ειδικά γραφεία της ΕΛ.ΑΣ. σε όλη τη χώρα. Τα ίδια τα θύματα, μάλιστα, φαίνεται ότι προτιμούν να συνομιλούν με αυτά τα γραφεία από το να απευθυνθούν σε κάποιο Αστυνομικό Τμήμα. Σε περίπτωση μήνυσης εις βάρος κακοποιητή, αν προβλέπεται αυτόφωρη διαδικασία, τα Γραφεία Ενδοοικογενειακής Βίας έχουν δική τους περιπολία για να διαχειριστεί το περιστατικό και αναζητούν άμεσα τον δράστη στα όρια του αυτοφώρου.
«Πρώτη προτεραιότητα είναι η υγεία και η περίθαλψη, σε περίπτωση που η γυναίκα είναι χτυπημένη», σημειώνουν αστυνομικοί, προσθέτοντας: «Ακόμα και σε λεκτική απειλή, η πρότασή μας είναι να απομακρυνθεί από τον κακοποιητή».
Βάσει του πρωτοκόλλου, η γυναίκα που έχει πέσει θύμα ενδοοικογενειακής βίας αυτομάτως ενημερώνεται εγγράφως αν η απειλή αφορά τη σωματική της ακεραιότητα και τη ζωή της, για το Panic Button (κουμπί πανικού), την εφαρμογή που ενημερώνει την Αμεση Δράση σε περίπτωση κινδύνου. Στη συνέχεια, υπογράφει αν θέλει ή δεν θέλει να τη λάβει.
Παράλληλα, στα θύματα δίνεται έγγραφο από το υπουργείο Οικογένειας, το οποίο ενημερώνει για τις δομές και τα συμβουλευτικά κέντρα της περιοχής όπου μένει. Εκεί υπάρχει πρόσβαση σε ψυχολόγους και δικηγόρους, ενώ προσφέρεται χώρος να μείνει η κάθε γυναίκα σε περίπτωση κινδύνου. Πάντοτε, όπως τονίζουν οι αστυνομικοί, η οδηγία είναι να μην επιστρέψει στον τόπο κατοικίας της, αλλά να απευθυνθεί σε δομή. Αν έχουν διαπιστωθεί σωματικές βλάβες ή γενετήσιες πράξεις, δίνεται παραγγελία για ιατροδικαστική εξέταση. Οσον αφορά στην περίπτωση που δεν πρόκειται για αυτόφωρη διαδικασία, η δικογραφία κλείνει και διαβιβάζεται στον εισαγγελέα, ο οποίος θα αποφασίσει για τα επόμενα βήματα. Αν δηλαδή θα ζητηθεί η σύλληψη του δράστη.
45 δικογραφίες μέχρι να δολοφονήσει τη Γεωργία
«Βασικά, όλες τις συντρόφους του τις χτυπούσε. Εμένα με είχε χτυπήσει στο μάτι, του είχα κάνει μήνυση και ασφαλιστικά μέτρα. Εγώ προσπαθούσα χρόνια να τον βγάλω από τη ζωή μου, αλλά αυτός με απειλούσε. “Θα σκοτώσω εσένα και τη μάνα σου”, μου έλεγε». Με αυτά τα λόγια η πρώην σύζυγος του 39χρονου κατηγορουμένου για τη στυγερή δολοφονία της Γεωργίας Μουράτη στη Θεσσαλονίκη περιγράφει, σε συνέντευξή της στον ραδιοφωνικό σταθμό Status, το παρελθόν κακοποιητικών συμπεριφορών του συλληφθέντος. Σύμφωνα με πληροφορίες, εις βάρος του 39χρονου έχουν σχηματιστεί συνολικά 45 δικογραφίες για διαφορετικές υποθέσεις.
Μεταξύ άλλων, έχει κατηγορηθεί για ξυλοδαρμούς, ενδοοικογενειακή βία, ακόμα και για τον βιασμό της αδελφής του. Κι όμως, αυτό το παρελθόν δεν απέτρεψε την τραγωδία, καθώς ο επικίνδυνος άνδρας συνέχιζε να κυκλοφορεί ελεύθερος. Είναι ένα κοινό μοτίβο, το οποίο συναντάται σε αρκετές από τις δεκάδες γυναικοκτονίες που έχουν σημειωθεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
«Δεν μπορούμε να τα ρίχνουμε όλα στη Δικαιοσύνη», τονίζουν στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., ξεκαθαρίζοντας ότι πολλές φορές το γεγονός ότι οι δράστες κυκλοφορούν ελεύθεροι δεν είναι μόνο θέμα αστυνομικών και δικαστικών αστοχιών. «Για παράδειγμα, υπάρχουν και αρκετές περιπτώσεις τις οποίες έχουμε διαχειριστεί, όπου, ενώ η γυναίκα είχε καταγγείλει ενδοοικογενειακή βία, στο δικαστήριο τα είχε βρει με τον δράστη και δεν είχε στηρίξει την κατηγορία. Εκεί ο εισαγγελέας που βλέπει τον φάκελο δεν θα κάνει κάτι. Υπάρχει μια τυπική ποινή σε αυτές τις περιπτώσεις, γιατί το αδίκημα είναι αυτεπάγγελτο, συνήθως όμως ο δράστης που έχει κακοποιητικές τάσεις επανέρχεται», σημειώνουν αστυνομικοί, σχολιάζοντας ότι ακόμα και αν υπάρχει παρελθόν, μηνύσεις, συλλήψεις και καταδίκες, δεν είναι πάντοτε βέβαιο ότι θα αποφευχθεί νέο επεισόδιο ενδοοικογενειακής βίας.
ΣΑΛΑΜΙΝΑ: Η ΕΛ.ΑΣ. δεν πρόλαβε τη γυναικοκτονία
Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2023. Η 43χρονη Γεωργία πέφτει νεκρή στο σπίτι της μητέρας της στη Σαλαμίνα, έχοντας δεχθεί δύο σφαίρες από το όπλο που κρατάει ο 71 ετών πρώην σύντροφός της. Είχε καταγγείλει στις Αρχές τις απειλές και την κακοποίηση μόλις τρεις ημέρες πριν. Η εφαρμογή άμεσης ειδοποίησης της Αστυνομίας, Panic Button (κουμπί πανικού), εγκαταστάθηκε στο κινητό της τηλέφωνο. Απομακρύνθηκε από το σπίτι της, ακολουθώντας «ευλαβικά» τις οδηγίες των αστυνομικών. Η ΕΛ.ΑΣ. αναζήτησε τον επικίνδυνο άνδρα στο πλαίσιο του αυτοφώρου. Κι όμως, το όνομά της προστέθηκε στη μαύρη λίστα των γυναικών που χάνουν κάθε χρόνο τη ζωή τους από τα χέρια πρώην και νυν συντρόφων τους. Παρά τις συντονισμένες προσπάθειες περιορισμού των αιματηρών περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, η ΕΛ.ΑΣ. δεν μπόρεσε να «προλάβει» μία ακόμα γυναικοκτονία, ακόμα και όταν το θύμα προειδοποίησε για τον «Γολγοθά» που βίωνε.
Σε μία άλλη περίπτωση λίγα χρόνια πριν, ένα τηλεφώνημα ήταν αρκετό για να αποτρέψει ένα ακόμα έγκλημα. Ηταν Σάββατο 18 Δεκεμβρίου του 2021, ώρα 08.00 το πρωί. Το τηλεφωνικό κέντρο της Αμεσης Δράσης στη Θεσσαλονίκη δέχεται κλήση από γυναίκα που καλεί σε βοήθεια. Η 38χρονη προλαβαίνει να δώσει μόνο τη διεύθυνση και το όνομά της, καθώς ένας άνδρας την απειλεί και της κλείνει το τηλέφωνο. Οι αστυνομικοί σπεύδουν στο σημείο και, ακούγοντας τις κραυγές της γυναίκας, σπάνε την πόρτα και ακινητοποιούν τον δράστη, που κρατάει στα χέρια του ένα μαχαίρι. Εχει ήδη προλάβει να τραυματίσει την 38χρονη, όμως η έγκαιρη επέμβαση των Αρχών απέτρεψε μία ακόμα γυναικοκτονία, την τελευταία στιγμή.
120 ΦΟΡΕΣ ΕΓΙΝΕ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ PANIC BUTTON
«Με μία αθόρυβη κίνηση, τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας, σε περίπτωση νέου κινδύνου, πατώντας παρατεταμένα μία κρυπτογραφημένη ένδειξη στην οθόνη του κινητού τους τηλεφώνου, μπορούν να στείλουν γραπτό μήνυμα (SMS) στο Επιχειρησιακό Κέντρο της Αμεσης Δράσης, το οποίο θα περιλαμβάνει το στίγμα για τον εντοπισμό τους». Αυτή είναι η περιγραφή του τρόπου λειτουργίας της εφαρμογής Panic Button, που έχει τεθεί σε πιλοτική εφαρμογή τους προηγούμενους μήνες σε Αττική και Θεσσαλονίκη.
Το επόμενο διάστημα, στο πλαίσιο Κοινής Υπουργικής Απόφασης, η χρήση του Panic Button αναμένεται να επεκταθεί σε όλη τη χώρα. «Πρέπει να εκπέμπει στο Κέντρο της Αμεσης Δράσης κάθε νομού. Υπάρχει συγκεκριμένος υπολογιστής που λαμβάνει μόνο τα Panic Button, υπάρχει μία τεχνική διαδικασία που πρέπει να ολοκληρωθεί», σημειώνουν αστυνομικές πηγές, τονίζοντας: «Υπάρχει ήδη μεγάλη αποδοχή από τις γυναίκες». Είναι ενδεικτικό ότι μέσα σε μόλις επτά μήνες από την πιλοτική διάθεση της εφαρμογής σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, σε 120 περιπτώσεις έγινε χρήση του Panic Button, με άμεση ανταπόκριση και παρέμβαση της Αστυνομίας σε όλα τα συμβάντα.