Οι παράνομες ελληνοποιήσεις αμνοεριφίων φέτος ξεπέρασαν κάθε όριο για δύο λόγους, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΚ, κ. Παναγιώτη Πεβερέτο.
Τα εγχώρια αμνοερίφια δεν επαρκούν για τις ανάγκες της αγοράς λόγω του ότι φέτος η κακοκαιρία δεν ευνόησε την παραγωγή. Παράλληλα, το Πάσχα των Ορθοδόξων συμπίπτει με το Πάσχα των Καθολικών, με αποτέλεσμα μεγάλος αριθμός αμνοεριφίων να έχει εξαχθεί σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία.
Παρά τις ελλείψεις όμως οι τιμές για τον Ελληνα παραγωγό είναι μειωμένες αφού για τα αρνιά δεν ξεπερνούν τα 4,5 ευρώ και για τα κατσίκια τα 5,5 ευρώ.
Αυτό οφείλεται στις εισαγωγές οι οποίες γίνονται από Ρουμανία και Βουλγαρία σε πολύ χαμηλές τιμές. Το μεγάλο πρόβλημα για τον καταναλωτή δεν είναι τόσο η χώρα προέλευσης όσο οι αθρόες ελληνοποιήσεις.
Οπως καταγγέλλει ο κ. Πεβερέτος, πολλοί έμποροι έχουν ήδη εισάγει ζωντανά αρνιά (κυρίως) από Ρουμανία και τα εκτρέφουν σε δικούς τους στάβλους. Αυτό βεβαίως δεν είναι παράνομο αφού η Ρουμανία είναι χώρα της Ε.Ε. Το παράνομο είναι ότι τα ζώα αυτά διοχετεύονται ως ελληνικά. Ωστόσο, υπάρχουν και οι εισαγωγές που γίνονται αυτή την περίοδο χωρίς ποτέ ο καταναλωτής να γνωρίζει την προέλευσή τους.
Σύμφωνα με την πρόεδρο Κτηνοτρόφων Θεσπρωτίας, κ. Μυρτώ Λύκα, σε περιοχές κοντά στα σύνορα έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο αρνιά να περνούν παράνομα από βοσκό σε βοσκό χωρίς να μπορεί να ελεγχθεί κανείς.
Ο ΣΕΚ και στο παρελθόν αλλά και τώρα επιμένει ότι για να γνωρίζει ο καταναλωτής τη χώρα προέλευσης θα πρέπει αυτή να αναγράφεται στην ταμειακή μηχανή.
Ανάλογα φαινόμενα παράνομων ελληνοποιήσεων παρατηρούνται στο γάλα αλλά και τα αβγά.
Σε ανακοίνωσή του ο ΣΕΚ, με αφορμή το νομοσχέδιο του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Διακίνηση και εμπορία νωπών και ευαλλοίωτων αγροτικών προϊόντων και άλλες διατάξεις», που βρίσκεται σε διαβούλευση, επισημαίνει ότι αυτό «κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, θέτοντας ως στόχο την προάσπιση των συμφερόντων των Ελλήνων κτηνοτρόφων και των καταναλωτών και τη διασφάλιση της ποιότητας των ελληνικών προϊόντων σε πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού».
Οπως επισημαίνει ο Σύνδεσμος, «οι ελληνοποιήσεις αγροτικών προϊόντων αποτελούν το κρισιμότερο ίσως ζήτημα του αγροτικού μας τομέα. Αποτελούν πληγή για τους παραγωγούς, τους καταναλωτές, αλλά και για την οικονομία της χώρας. Οι παραγωγοί βλέπουν το εισόδημά τους να μειώνεται δραματικά με προφανείς επιπτώσεις στη βιωσιμότητα των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων. Υπονομεύεται η ελληνική παραγωγή και πλήττεται το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των εγχώριων προϊόντων, που είναι η εμπιστοσύνη του καταναλωτή στην ποιότητά τους».
Οσο για τους καταναλωτές, σύμφωνα πάντα με τον ΣΕΚ, αυτοί «αγοράζουν ως ελληνικά εισαγόμενα προϊόντα άγνωστης προέλευσης και ποιότητας, πληρώνοντας πολλαπλάσια την πραγματική τους αξία. Για την ελληνική οικονομία αυτό συνιστά τεράστια πληγή, απώλεια εσόδων για το κράτος, αύξηση των εισαγωγών με αρνητικές επιπτώσεις στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας μας και εν τέλει καταστροφή του παραγωγικού ιστού. Το αποτέλεσμα είναι να θησαυρίζουν οι ελληνοποιητές και να καταβαραθρώνεται η κτηνοτροφία της χώρας μας».
Στην ανακοίνωση του ΣΕΚ αντέδρασε άμεσα ή Πανελλήνια Ομοσπονδία Κρεοπωλών, η ο οποία μιλά για εμμονή των κτηνοτρόφων να περάσει η προέλευση των ζώων στις ταμειακές μηχανές και να αλλάξει η σχετική ΚΥΑ που προβλέπει την αναγραφή της χώρας στις ζυγιστικές μηχανές.
Η Ομοσπονδία κάνει λόγο για στοχοποίηση του παραδοσιακού κρεοπώλη, ενώ αφήνουν αιχμές και για ευθύνες κτηνοτρόφων οι οποίοι έμμεσα ή άμεσα εμπλέκονται σε κυκλώματα παράνομων ελληνοποιήσεων.
Οι κρεοπώλες στην ανακοίνωσή τους στην ουσία κατηγορούν τους κτηνοτρόφους γιατί όπως τονίζουν:
-Δεν έχει βγει (ακόμη) κανένας να κλείσει τα σύνορα από όπου μπαίνουν τα ξένα αρνιά, τα οποία θα πωληθούν για ελληνικά;
Μητέρα Έμμας: «Ο πόνος έχει φυτρώσει στην καρδιά μας, έχουμε μάθει να ζούμε με αυτό»
-Γιατί αφήνουν κάθε χρόνο πρώτα να γίνουν τα παζάρια για τα αμνοερίφια και δεν αντιδρούν βλέποντας τις μεγάλες αλυσίδες να ξεφτιλίζουν το προϊόν, πουλώντας κατά πολύ χαμηλότερα της αγοράς του παραγωγού;
-Γιατί δεν κλείνουν Μεγάλη Εβδομάδα όλους όσοι πωλούν κάτω του κόστους;
Οι κρεοπώλες επίσης εκφράζουν την απορία τους γιατί μέχρι τώρα δεν έχει γίνει δεκτή η πρότασή τους να απαιτείται η προέλευση σε κάθε έντυπη, τηλεοπτική και ραδιοφωνική διαφήμιση, να υπάρχει η προέλευση σε κάθε ταμπέλα των καταστημάτων -είτε βιτρίνας είτε τζαμαρίας-, να υπάρχει η προέλευση σε κάθε μαγαζί που πουλάει σε καταναλωτή κρέας ωμό ή μαγειρεμένο-ψημένο, δηλαδή fast food, ταβέρνες, μαγειρεία κ.λπ.
Το θέμα των παράνομων ελληνοποιήσεων δεν είναι απλό. Οι περισσότεροι παραγωγοί αλλά και κάποιοι κρεοπώλες επιμένουν στην εφαρμογή της ιχνηλασιμότητας όπου ο καταναλωτής με το κινητό του θα μπορεί να διαβάζει το barcode και να γνωρίζει τη χώρα προέλευσης.
Για να γίνει κατανοητό το πρόβλημα των ελληνοποιήσεων ο ΣΕΚ έδωσε στη δημοσιότητα τα τελευταία στοιχεία που δείχνουν το ύψος των εισαγωγών.
Σήμερα, η ελληνική παραγωγή τόσο στο κρέας, κυρίως στο βόειο και το χοίρειο, όσο και στο αγελαδινό γάλα υποχωρεί συνεχώς και το εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο επιβαρύνεται κατά 1,8 δισ. ευρώ περίπου για εισαγωγές κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων.
Στο βόειο κρέας η ελληνική αγορά εισάγει το 80% τουλάχιστον των αναγκών της σε μορφή σφάγιου και ζώντων ζώων με αξία 406 εκατ. περίπου το 2015. Αντίστοιχα, στο χοίρειο κρέας η κάλυψη της εγχώριας ζήτησης έπεσε κάτω από 30%. Οι δαπάνες για εισαγωγές ετησίως την τελευταία πενταετία είναι πάνω από 400 εκατ. ευρώ.
Στο αγελαδινό γάλα εισάγουμε το 60% τουλάχιστον των αναγκών μας αλλά και στο αιγοπρόβειο γάλα γίνονται επίσης εισαγωγές.
Αβγά Βαλκανίων
Ανάλογη είναι η κατάσταση και με τα αβγά, καθώς τα μισά από όσα διακινούνται στην ελληνική αγορά προέρχονται από χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Πολωνία και η Τουρκία και στην πορεία βαφτίζονται ελληνικά. Το πόσα αβγά διακινούνται με τον τρόπο αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι οι κότες αβγοπαραγωγής από 6.500.000 που ήταν πριν από λίγα χρόνια τώρα έχουν μειωθεί στα 3.000.000, ενώ η κατανάλωση των αβγών έχει μειωθεί ελάχιστα. Οι αβγοπαραγωγοί εφιστούν την προσοχή στους καταναλωτές να αποφεύγουν τα φθηνά αβγά τονίζοντας ότι δεν υπάρχει ελληνικό αβγό που να κοστίζει 10 λεπτά το ένα. Οι τιμές για τα ελληνικά αβγά κυμαίνονται από 25-30 λεπτά το ένα…
Τι προβλέπει το νομοσχέδιο για την αναγραφή προέλευσης στο κρέας
Το άρθρο 11 «Υποχρεωτική επισήμανση στο κρέας», που περιλαμβάνει το νομοσχέδιο του ΥπΑΑΤ «Διακίνηση και εμπορία νωπών και ευαλλοίωτων αγροτικών προϊόντων και άλλες διατάξεις», που τέθηκε σε διαβούλευση πριν από λίγες μέρες, θεσπίζει μέτρα ελέγχου για τη διαφάνεια της αγοράς και την αντιμετώπιση των ελληνοποιήσεων με σκοπό την προστασία της εγχώριας πρωτογενούς παραγωγής.
Προβλέπονται έλεγχοι σε όλη τη χώρα για την εφαρμογή της υποχρεωτικής αναγραφής της χώρας προέλευσης στα εμπορικά έγγραφα και σε κάθε μορφής σήμανση των προϊόντων των επιχειρήσεων-εκμεταλλεύσεων που διακινούν κρέας και οι παραβάτες θα αντιμετωπίζουν κυρώσεις.
Οπως αναφέρει η αιτιολογική έκθεση, οι κανόνες επισήμανσης καταγωγής στα προσυσκευασμένα και στα μη προσυσκευασμένα κρέατα είναι απαραίτητοι διότι η χώρα μας είναι ελλειμματική σε κρέας και ιδίως σε βόειο κρέας (αυτάρκεια περίπου 28%) καθώς και σε χοίρειο κρέας (αυτάρκεια περίπου 32% ) και το γεγονός αυτό οδηγεί στην εφαρμογή αθέμιτων εμπορικών πρακτικών οι οποίες πλήττουν όχι μόνο τους καταναλωτές αλλά και τους παραγωγούς-κτηνοτρόφους.
Αναλυτικά, θεσπίζονται μέτρα σχετικά με την υποχρεωτική επισήμανση του κρέατος στο προσυσκευασμένο ή μη νωπό, διατηρημένο με απλή ψύξη και κατεψυγμένο κρέας χοιροειδών, αιγοπροβάτων και πουλερικών, καθώς και στον κιμά, στα σπλάχνα και στα λοιπά βρώσιμα μέρη του κρέατος. Στα παρασκευάσματα κρέατος και στα προϊόντα με βάση το κρέας εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου σε όλες τις επιχειρήσεις που:
α) κατέχουν ζώα που προορίζονται για σφαγή και προέρχονται από την επικράτεια ή άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε. ή τρίτες χώρες,
β) ασχολούνται με τη σφαγή ζώων,
γ) ασχολούνται με την εμπορία, διακίνηση, τεμαχισμό, μεταποίηση και την τυποποίηση κρέατος,
δ) ασχολούνται με τη λιανική πώληση κρέατος, όπως τα κρεοπωλεία και τα καταστήματα λιανικής πώλησης που έχουν τμήμα κρεοπωλείου.
Οι εν λόγω επιχειρήσεις σε κάθε στάδιο της παραγωγής και διανομής του κρέατος πρέπει να διαθέτουν και να χρησιμοποιούν σύστημα αναγνώρισης και καταγραφής.
Αναλυτικά, οι επιχειρήσεις που κατέχουν ζώα που προορίζονται για σφαγή υποχρεούνται να αναγράφουν στα παραστατικά διακίνησης των ζώων, πέραν του υγειονομικού πιστοποιητικού, τη χώρα γέννησης και τη χώρα εκτροφής των ζώων.
Αντίστοιχα, οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με τη σφαγή ζώων:
• Δεν πρέπει να υποδέχονται ζώα για σφαγή που δεν διαθέτουν σήμανση ή/και παραστατικά διακίνησής τους προς το σφαγείο.
• Πρέπει να αναγράφουν στα εμπορικά και συνοδευτικά έγγραφα των σφαγίων τα στοιχεία όπως αυτά καθορίζονται στο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο με αναφορά στους ατομικούς ή μη κωδικούς αριθμούς σήμανσης των ζώων από τα οποία προέρχονται.
• Πρέπει να τηρούν για κάθε σφάγιο ένα μέσο ταυτοποίησής του και να καταγράφουν σε αρχείο την άφιξη και την αναχώρηση από το σφαγείο των ζώων, των σφαγίων ή των τεμαχίων τους και το μέσο ταυτοποίησης των σφαγίων, με το οποίο πρέπει να εξασφαλίζεται η σύνδεση μεταξύ του κρέατος και του ζώου ή της ομάδας ζώων από την οποία προέρχεται. Στην περίπτωση ομάδας ζώων πρέπει να περιλαμβάνονται ζώα στα οποία εφαρμόζονται πανομοιότυπες ενδείξεις.
Οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εμπορία, διακίνηση, τεμαχισμό, μεταποίηση και την τυποποίηση κρέατος:
α) Δεν πρέπει να παραλαμβάνουν ή/και να διακινούν σφάγια, τεμάχια σφαγίων και προσυσκευασμένα προϊόντα με έλλειψη σήμανσης ή έλλειψη παραστατικών διακίνησης όπου να αναφέρεται η καταγωγή-προέλευση του κρέατος.
β) Πρέπει να αναγράφουν ορθά ανά κωδικό παρτίδας, στα εμπορικά και συνοδευτικά έγγραφα, τα απαραίτητα στοιχεία, όπως αυτά καθορίζονται στο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο καθώς και τον αριθμό των διακινούμενων τεμαχίων, με εξαίρεση τα παρασκευάσματα κρέατος και τα προϊόντα με βάση το κρέας.
γ) Πρέπει να αναγράφουν ορθά στο προσυσκευασμένο προϊόν που παράγουν όσα προβλέπονται στο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο.
Τέλος, οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με τη λιανική πώληση κρέατος:
i) Δεν παραλαμβάνουν σφάγια τεμάχια κρέατος ή προσυσκευασμένα προϊόντα που δεν διαθέτουν σήμανση ή παραστατικά διακίνησης στα οποία αναγράφεται η καταγωγή προέλευση του κρέατος.
ii) Διαθέτουν και χρησιμοποιούν ζυγιστικές μηχανές, οι οποίες εκδίδουν αυτόματα αυτοκόλλητες ετικέτες στις οποίες αναγράφεται το είδος κρέατος, η χώρα καταγωγής ή οι χώρες εκτροφής, καθώς και το βάρος των πωλούμενων ποσοτήτων.
iii) Αναγράφουν υποχρεωτικά το είδος κρέατος, τη χώρα καταγωγής ή τις χώρες εκτροφής στα παραστατικά που εκδίδονται από το φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό που χρησιμοποιούν (όπως ταμειακές μηχανές, φορολογικοί εκτυπωτές ΑΔΗΜΕ, ΕΑΦΔΔΣ) ολογράφως ή με συντομογραφία καθώς και το βάρος των πωλούμενων ποσοτήτων.
iv) Αναγράφουν ευκρινώς και ανεξίτηλα τα στοιχεία όπως αυτά καθορίζονται στο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο σε όλες τις μορφές παρουσίασης που χρησιμοποιούν στους χώρους του καταστήματός τους, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού, στα σημεία διάθεσης, όπως ταμπελάκια σε προθήκες-βιτρίνες κρέατος, πινακίδες ή πίνακες σε τοίχους ή αναφορά σε ιστοσελίδες, ή στη συσκευασία προσυσκευασμένου κρέατος.
v) Αναγράφουν και στα εμπορικά έγγραφα διακίνησης των προϊόντων τις ενδείξεις περί καταγωγής-τόπου προέλευσης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο.
Από το ένθετο Αγροτικός Τύπος της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου