Ο οπαδός σε κατάσταση αμόκ χτύπησε τον οδηγό του λεωφορείου, πήρε το όχημα και το έριξε πάνω σε μοτοσικλετιστές της Αστυνομίας. Το περιστατικό εξελίχθηκε στην τελευταία φάση της μετακίνησης των 15 πούλμαν με τους 800 περίπου οπαδούς του Παναθηναϊκού από την Αθήνα στην Θεσσαλονίκη, το περασμένο Σάββατο.
Ολα ξεκίνησαν όταν στην περιοχή της Σίνδου είχε στηθεί έλεγχος από αστυνομικούς της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης όπου είχαν εντοπισθεί χασίς και κοκαΐνη σε τέσσερα άτομα ενώ βρέθηκε κι ένα στύλο για εκτόξευση φωτοβολίδων.
Τα πούλμαν «χωρίσθηκαν» από την ΕΛΑΣ σε δύο ομάδες και μία από αυτές μπήκε στον χώρο της Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Κοντά λοιπόν στον Πύργο του ΟΤΕ ο 45χρονος ξαφνικά σηκώθηκε από την θέση του, κατευθύνθηκε προς τον οδηγό και τον κτύπησε με δύναμη στην πίσω μεριά του κεφαλιού. Υστερα άρπαξε το τιμόνι και έκανε μια απότομη στροφή , με σκοπό να ρίξει το λεωφορείο πάνω σε μοτοσυκλετιστές της ΕΛΑΣ (από ομάδες της Άμεσης Δράσης, υπηρεσίες Ασφαλείας κι άλλες) που συνόδευαν τα πούλμαν.
Από αυτή την κίνηση τραυμαατίστηκε ένας 45χρονος αστυνομικό που υπηρετούσε στην Υποδιεύθυνση Κατά της Αθλητικής Βίας στην Θεσσαλονίκη κι ο οποίος επίσης συνόδευε τα πούλμαν των οπαδών. Ο αστυνομικός έριξε την μοτοσυκλέτα πλάγια και κατόρθωσε, με αυτή την κίνηση να μην βρεθεί κάτω από τις ρόδες του λεωφορείου.
Στην συνέχεια ο χτυπημένος οδηγός κατάφερε να ανοίξει την πόρτα του λεωφορείου και έτσι μπήκαν μέσα οι αστυνομικοί και με κόπο κατάφεραν να πιάσουν τον 45χρονο.
Στην απολογία του τόνισε πως όλα τα παραπάνω τα έκανε γιατί είχε κάνει χρήση ουσιών και αρνήθηκε πως ήθελε συνειδητά να χτυπήσει τους αστυνομικούς. Όμως οι αστυνομικοί ψάχνουν περαιτέρω την ενέργεια του αφού όπως λένε «τέτοια περιστατικά με λεωφορεία υπό… κατάληψη να ρίχνονται εναντίον αστυνομικών δεν μπορούν να εξηγηθούν με μία απλή ζάλη και ψάχνουμε άλλα ιδιότυπα κίνητρα του δράστη».
Στην δίκη του 45χρονου Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, ορίσθηκε τακτική δικάσιμος για τις 3 Μαρτίου. Στο μεταξύ, ο 34χρονος που έριξε την φωτοβολίδα μέσα στο γήπεδο κι οποίος φαίνεται να είχε φθάσει μεμονωμένα στο γήπεδο προερχόμενος από το Αγρίνιο, καταδικάσθηκε σε 16 μήνες φυλάκιση, απαγόρευση εισόδου στα γήπεδα για δύο χρόνια και 550 ευρω πρόστιμο.
Η έκθεση της ΔΕΑΒ για τα επεισόδια
Ακρως επιβαρυντική φαίνεται η είναι η έκθεση της Διαρκής Επιτροπής Αντιμετώπισης της βίας για την αστυνομία και την ομοσπονδία μπάσκετ σχετικά με τα σοβαρά επεισόδια που σημειώθηκαν στον τελικό του κυπέλλου ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και τον Αρη.
Η ΔΕΒ καταλογίζει ευθύνες και στις δύο πλευρές σχετικά με την οργάνωση και τα μέτρα ασφαλείας που δεν τηρήθηκαν ποτέ όπως θα έπρεπε να τηρηθούν. Συγκεκριμένα, στην έκθεση επισημαίνεται η είσοδος στο γήπεδο οπαδών που δεν είχαν εξασφαλίσει εισιτήριο με συνέπεια να υπάρξουν υπεράριθμοι φίλοι του Άρη στις κερκίδες, κυρίως όμως για το γεγονός ότι «πέρασαν» πιστόλια και φωτοβολίες. Επί της ουσίας, σημειώνεται ότι υπήρξαν πολύ σοβαρές ελλείψεις στον τομέα της οργάνωσης με συνέπεια να εκτραχυνθεί η κατάσταση.
Η εντολή του εισαγγελέα
Στο μεταξύ, διπλή προκαταρκτική εξέταση για τα επεισόδια διέταξε ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, Λάμπρος Τσόγκας. Με έγγραφη παραγγελία του προς τον αναπληρωτή αθλητικό εισαγγελέα Θεσσαλονίκης Λεωνίδα Μπουτσιαβάρα και επικαλούμενος δημοσιεύματα, ζητά να διεξαχθούν δύο ξεχωριστές έρευνες. Η μία από την Διεύθυνση Ασφάλειας Θεσσαλονίκης και η άλλη από την Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Β. Ελλάδας της ΕΛΑΣ.
Στο επίκεντρο της πρώτης προκαταρκτικής έρευνας θα βρεθούν τα περιστατικά βίας που εκτυλίχθηκαν στις κερκίδες του «Αλεξάνδρειου», με τη χρήση συσκευών εκτόξευσης φωτοβολίδων, τη ρίψη αντικειμένων και την άσκηση σωματικής βίας, προκειμένου να εντοπιστούν οι δράστες που τέλεσαν αδικήματα, συνδεόμενα με τον αθλητικό νόμο.
Αντικείμενο της δεύτερης έρευνας είναι η διερεύνηση πιθανών ευθυνών των οργάνων της ΕΛΑΣ, σχετικά με τον σωματικό έλεγχο και την έγκαιρη αντιμετώπιση των επεισοδίων. Επίσης ζητείται να γίνει έρευνα σχετικά με το αν υπήρξε παράλειψη από την πλευρά της αστυνομίας στη λήψη και εφαρμογή προληπτικών μέτρων για την καταπολέμηση της βίας και στη έγκαιρη σύλληψη προσώπων που είχαν ως σκοπό την πρόκληση των επεισοδίων.