Μιλώντας σε εκδήλωση του Wharton Club of Greece στην Αθήνα με θέμα «Η Ελλάδα και η ζώνη του ευρώ: προκλήσεις και προοπτικές», ο Στουρνάρας ανέφερε ότι αναγκαία προϋπόθεση της οικονομικής ανάκαμψης, είναι πρωτίστως η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και η απαρέγκλιτη εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που περιγράφονται στο νέο πρόγραμμα.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην άρση των εμποδίων που αντιμετωπίζουν ακόμη και ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ήδη εγκριθεί και στην περαιτέρω προώθηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, καθώς και στη βελτίωση της διαχείρισής του.
Παράλληλα, ο ίδιος συνέστησε μεγαλύτερη ευελιξία αμοιβών, ενίσχυση του ανταγωνισμού και περιορισμό των υπερβολικών ρυθμίσεων στις τιμές και στις αμοιβές σε ορισμένα κλειστά επαγγέλματα (π.χ. μηχανικοί, δικηγόροι κ.λπ.) και σε κλάδους δικτύων υποδομών. Ταυτοχρόνως όμως, όπως ανέφερε, το κοινωνικό κράτος θα πρέπει να εξασφαλίζει ένα προστατευτικό δίχτυ ασφαλείας για όσους θίγονται από την προσαρμογή. «Ευελιξία και ασφάλεια (flexicurity) πρέπει να συμβαδίζουν» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο κεντρικός τραπεζίτης αναφέρθηκε και στην ευρωζώνη γενικότερα, λέγοντας πως «μόνο μία ισχυρή και λειτουργική ευρωζώνη μπορεί να απορροφήσει τους κραδασμούς που επιφυλάσσουν οι διαφαινόμενες μεγάλες αλλαγές σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο». Και συμπλήρωσε πως «η συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτήν είναι επιτακτική, όχι μόνο για λόγους οικονομικούς, αλλά και για λόγους κοινωνικούς και εθνικούς. Το ευρώ είναι η ασπίδα μας».
«Η έλλειψη προόδου στις χώρες με συνεχή πλεονάσματα στο εξωτερικό ισοζύγιο καθιστά πιο δύσκολη τη συνέχιση της προσπάθειας προσαρμογής στις χώρες που έχουν διορθώσει τις εξωτερικές ανισορροπίες τους, καθ’ ότι συνεπάγεται ακόμη μεγαλύτερη εσωτερική υποτίμηση προκειμένου να επιτύχουν διατηρήσιμα οφέλη σε όρους ανταγωνιστικότητας και ανόδου των εξαγωγών τους. Ωστόσο, κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο σε ένα περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού», τόνισε ο Γιάννης Στουρνάρας, περιγράφοντας ουσιαστικά ένα εξαιρετικά δύσκολο τοπίο, έως και αδιέξοδο.
Αναφέρθηκε, δε, σε ειδική μελέτη της Κομισιόν, παρατηρώντας ότι μια αύξηση των δημόσιων επενδύσεων που θα επιβάρυνε τις χώρες με υπερπλεονασματικά ισοζύγια, δεν θα ενίσχυε την εσωτερική ζήτηση μόνο σε αυτές τις χώρες, αλλά θα «παρέσυρε» το ΑΕΠ και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης.