Έρευνα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας αναφέρει ως ιδανικές θερμοκρασίες για τον ιό αυτές μεταξύ 5οC και 15οC, ενώ άλλη μελέτη σε 500 περιοχές σε όλο τον κόσμο με κρούσματα Covid-19 εκτιμά την ιδανική θερμοκρασία για μετάδοση του Sars-CoV-2 στους 8οC. Τα δεδομένα αυτά δίνουν μια νότα αισιοδοξίας -παρόλο που η συμπεριφορά του νέου ιού είναι εν πολλοίς άγνωστη και αρκετές περιοχές του κόσμου με υψηλές θερμοκρασίες καταγράφουν κρούσματα-, τη στιγμή που η συζήτηση για το πώς θα γίνονται τα μπάνια στη θάλασσα και ποιες θα είναι οι συνθήκες παραμονής στην παραλία είναι έντονη.
Οι Έλληνες ειδικοί υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η άμμος είναι επικίνδυνη για μετάδοση του ιού, όπως επίσης θεωρούν υπερβολή την τοποθέτηση πλεξιγκλάς σε παραλίες, που μάλλον μπορεί να αποβεί επικίνδυνη πρακτική παρά να βοηθήσει στην αναχαίτιση μετάδοσης του ιού.
«Η τοποθέτηση πλεξιγκλάς δεν φαίνεται να έχει κανένα ουσιαστικό όφελος. Ίσα ίσα μπορεί να προκαλέσει τραυματισμούς. Το σημαντικότερο είναι η τήρηση αποστάσεων, για αυτό και, ναι, οι ομπρέλες μεταξύ τους οφείλουν να έχουν απόσταση στις παραλίες», αναφέρει ο καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης.
Ευνοϊκές συνθήκες
Ο ίδιος και η ομάδα του πραγματοποίησαν έρευνα σε σχέση με την εποχική κατανομή του κορονοϊού. «Το 25% των περιπτώσεων απλού κρυολογήματος οφείλεται σε κορονοϊούς. Εάν έχει πάρει τα χαρακτηριστικά τους και ο νέος κορονοϊός, τότε το καλοκαίρι θα αποδυναμωθεί», αναφέρει στον «Ε.Τ.».
Στη μελέτη που πραγματοποίησε μαζί με συναδέλφους του φαίνεται σημαντική επίδραση της θερμοκρασίας στο ρυθμό εξάπλωσης της νόσου Covid-19. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι χώρες με θερμοκρασίες 0οC έως 15οC κατέγραψαν ταχύτερη εξάπλωση των κρουσμάτων, ενώ οι 30οC-35οC κάνουν τον ιό να μην επιβιώνει παρά λίγα λεπτά σε επιφάνειες.
Συνεπώς, η χώρα μας μοιάζει να είναι «τυχερή» τους μήνες που έρχονται. Ηδη από την επόμενη εβδομάδα ο υδράργυρος προβλέπεται να «ανέβει» στους 30οC. «Οι υψηλές μας θερμοκρασίες και το όσο υγρό κλίμα έχουμε είναι πολύ ευνοϊκές συνθήκες για τη μείωση της εξάπλωσης», προσθέτει ο κ. Γουργουλιάνης.
Απαγόρευση απόπλου από Πειραιά, Ραφήνα και Λαύριο λόγω ισχυρών ανέμων
Θερμοκρασίες
Αντίστοιχα, σε πρόσφατη μελέτη έγινε σύγκριση σε 500 διαφορετικές τοποθεσίες με κρούσματα Covid-19 ανά την υφήλιο και εκτιμήθηκε ότι η ιδανική θερμοκρασία για τη μετάδοση του Sars-CoV-2 είναι η θερμοκρασία των 8οC και ότι οι περισσότερες πόλεις με μεγάλο αριθμό μεταδόσεων είχαν σχετική υγρασία μεταξύ 60% -90%.
«Ανάλυση των κλιματολογικών δεδομένων σε πολλές χώρες, σε σχέση με τον αριθμό των κρουσμάτων Covid-19, ανέδειξε θετική συσχέτιση του ύψους της βροχόπτωσης και της αύξησης των κρουσμάτων. Ωστόσο, πρόσφατη εργασία απέδειξε ότι η μεταδοτικότητα, ειδικά των αερολυμάτων του ιού, μειώνεται μεταξύ 70-80% RH (τιμές σχετικής υγρασίας)», αναφέρουν σε σύνοψη των διεθνών δεδομένων για την αλληλεπίδραση του κορονοϊού με τις κλιματολογικές συνθήκες οι καθηγητές του ΕΚΠΑ, Δημήτρης Παρασκευής, Νίκος Θωμαΐδης και ο πρύτανης Θάνος Δημόπουλος.
Έρευνα
Πρόσφατη δημοσιευμένη μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε διαφορετικές περιοχές του Ιράν καταδεικνύει ότι η σχετική υγρασία, η ταχύτητα του ανέμου και η ηλιακή ακτινοβολία έχουν αντιστρόφως ανάλογη συσχέτιση με την εξάπλωση του ιού.
Επίσης, όπως προκύπτει από μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Κίνα με στοιχεία από περισσότερες από 30 πόλεις, βρέθηκε ότι η αύξηση της θερμοκρασίας ακόμη και κατά 1°C μπορεί να προκαλέσει σημαντική μείωση στα ημερήσια επιβεβαιωμένα κρούσματα Covid-19.
Σε πλήρη συμφωνία με τα παραπάνω συμπεράσματα είναι και η πρόσφατη έρευνα της αμερικανικής κυβέρνησης που παρουσιάστηκε στα τέλη Απριλίου στον Λευκό Οίκο και υποστηρίζει ότι ο Sars-CoV-2 αποδυναμώνεται πολύ πιο γρήγορα όταν εκτίθεται στον ήλιο, στη ζέστη και την υγρασία.
Οι τρεις καθηγητές του ΕΚΠΑ σημειώνουν ότι η επίδραση των κλιματολογικών παραγόντων στη μολυσματικότητα των λοιμωδών νοσημάτων δεν έχει σταθερό πρότυπο και για μερικά νοσήματα ο ρυθμός μετάδοσης είναι υψηλότερος τους θερινούς μήνες, ενώ για άλλα ισχύει το αντίθετο. «Ο ρυθμός μετάδοσης και το πώς διαφοροποιείται κατά τη διάρκεια του έτους εξαρτάται από πολλούς παράγοντες που καθορίζουν την εποχικότητα των νοσημάτων», εξηγούν.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου