Οι ειδικοί, με αφορμή την περίπτωσή της -για την οποία πραγματοποιείται έρευνα από το υπουργείο Υγείας και τον ΕΟΔΥ- τονίζουν πως ο ιός δεν κάνει διακρίσεις και υπάρχει η πιθανότητα ακόμη και νέοι και υγιείς να νοσήσουν βαριά. Eντονο προβληματισμό προκαλούν πληροφορίες από τα κρητικά μέσα ενημέρωσης σύμφωνα με τις οποίες 42χρονος καθηγητής γερμανικής καταγωγής, που κατέληξε χθες στην Κρήτη, δεν έπασχε από υποκείμενο νόσημα.
Στο Nοσοκομείο Θώρακος «Σωτηρία», το οποίο αποτελεί νοσοκομείο αναφοράς για τον Sars-Cov-2 και πλέον νοσηλευτικό ίδρυμα για αποκλειστική νοσηλεία ασθενών με κορονοϊό, υπάρχουν νοσηλευόμενοι ηλικιακά νέοι. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, στο νοσηλευτικό ίδρυμα νοσηλεύονται άνθρωποι 35 ετών, προσβεβλημένοι από τον κορονοϊό, αλλά και κάτω από 30 ετών.
Οπως αναφέρει στον «Ε.Τ.» η πνευμονολόγος του «Σωτηρία» και συντονίστρια Λοιμώξεων της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, Σταματούλα Τσικρικά, «ο ιός δεν σέβεται κανέναν. Δεν κάνει διακρίσεις ούτε όσον αφορά στην ηλικία». Σύμφωνα με την ίδια, δεν υπάρχει «κανόνας» και πολλές φορές ο ιός είναι απρόβλεπτος. Ετσι, ενώ συνήθως βαριά νόσηση και επιπλοκές παρουσιάζουν ηλικιωμένοι και ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, άνθρωποι δηλαδή με χρόνια νοσήματα, μπορεί ένας υγιής άνθρωπος με μειωμένη αμυντική ικανότητα του οργανισμού να νοσήσει επίσης βαριά.
«Είναι ύψιστης σημασίας η θωράκιση του αμυντικού συστήματος του οργανισμού μας. Πώς το καταφέρνουμε; Με διακοπή του καπνίσματος, με καλή διατροφή, με ποιοτικό ύπνο, αποφυγή του αλκοόλ και μέτρια άσκηση», εξηγεί η κ. Τσικρικά.
Η 41χρονη, μητέρα τριών παιδιών, έφερε υποκείμενο νόσημα, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Σωτήρης Τσιόδρας κατά τη χθεσινή ενημέρωση. Σύμφωνα με συγγενικούς της κύκλους, έπασχε από χρόνιο άσθμα, το οποίο σημειώνεται ότι συγκαταλέγεται στα χρόνια αναπνευστικά προβλήματα υγείας για τα οποία απαιτείται μεγάλη προσοχή, ειδικά εάν συνυπάρχει άλλο πρόβλημα υγείας.
Οπως προκύπτει από τις πληροφορίες, η άτυχη γυναίκα παρουσίασε συμπτώματα και απευθυνόμενη στον ΕΟΔΥ έλαβε τη σύσταση να μείνει στο σπίτι της σε καραντίνα, μακριά από τα παιδιά και το σύζυγό της. Η 41χρονη μιλούσε και με τον οικογενειακό γιατρό, ο οποίος, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, της είχε συστήσει να μείνει στο σπίτι. Ωστόσο, η υγεία της επιδεινώθηκε τα ξημερώματα του Σαββάτου και μέχρι να φτάσει το ασθενοφόρο να την παραλάβει, άφησε την τελευταία της πνοή στο σπίτι της. Προχθές πραγματοποιήθηκε η κηδεία της, απουσία συγγενών.
Απαντώντας σε σχετικό για την περίπτωση της 41χρονης ερώτημα, ο κ. Τσιόδρας ανέφερε ότι τα δεδομένα για τη χώρα μας δεν έχουν αλλάξει και εξακολουθούν να είναι τα εξής: Ενα ποσοστό 85% περνά τη νόσο Covid-19 με ήπια συμπτώματα και ένα 5% νοσεί μέτρια ή σοβαρά.
Τόνισε ακόμη ότι όποιος έχει ήπια συμπτωματολογία και είναι σε κατ’ οίκον περιορισμό είναι απαραίτητο να μιλά με το γιατρό του σε καθημερινή βάση, ενώ όταν δει την παραμικρή επιδείνωση να αναζητά νοσοκομειακή βοήθεια.
Εντολή για κάλυψη ελλείψεων
Είναι, πάντως, έκδηλη η ανησυχία στην κοινωνία σε σχέση με το εάν η φροντίδα που δίνουν οι γιατροί τηλεφωνικά αρκεί. Ο προβληματισμός αυτός γίνεται ακόμη πιο έντονος τη στιγμή που ορισμένοι γιατροί δεν δέχονται με ευκολία να δουν ασθενείς ή η γραμμή του ΕΟΔΥ είναι διαρκώς κατειλημμένη. Ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος έχει δώσει σαφή οδηγία ώστε να παραμείνουν όλα τα ιατρεία Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας ανοιχτά και οι γιατροί να εξυπηρετούν όποιον έχει ανάγκη. Μάλιστα, επειδή υπάρχουν καταγγελίες για έλλειψη προστατευτικών μέσων στους ιδιώτες γιατρούς, ο υπουργός Υγείας, Β. Κικίλιας, έχει δώσει εντολή όποια έλλειψη να καλυφθεί από το κράτος. Παράλληλα, ο ΙΣΑ απέστειλε χθες 75.000 μάσκες και 75.000 γάντια σε 1.500 ιατρεία της Αθήνας.
Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας έδωσε χθες αναλυτικές οδηγίες για την αυτοαπομόνωση νοσούντων ήπια με κορονοϊό ή και ανθρώπους με συμπτώματα χωρίς να γνωρίζουν εάν φέρουν τον ιό ή όχι.
Σημειώνεται ότι γίνεται προσπάθεια να ξεκινήσουν όσο πιο σύντομα τους κατ΄οίκον ελέγχους δειγμάτων για κορονοϊό οι 500 κινητές μονάδες.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου