Από τα νεώτερα και επίσημα, πλέον, στοιχεία ξεχωρίζει το γεγονός ότι από τα 4,2 εκατομμύρια ευρώ οι αστυνομικοί «αναζητούν» 800.000 ευρώ, μέρος του οποίου ξόδεψαν οι δράστες, ενώ το υπόλοιπο -σύμφωνα με πληροφορίες- βρίσκεται κρυμμένο, με τους αστυνομικούς να βρίσκονται στα «ίχνη» του.
Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. είναι πεπεισμένοι ότι οι τρεις δράσεις διακατέχονταν από μεγάλη σιγουριά για τον εαυτό τους και αξιοποιώντας τις γνώσεις του «πρωταγωνιστή» της υπόθεσης, δηλαδή του διευθυντή τοπικού παραρτήματος εταιρίας χρηματαποστολών, πίστευαν ότι είχαν σκηνοθετήσει την τέλεια ληστεία.
Για αυτό άλλωστε δεν επιχείρησαν να διαφύγουν στο εξωτερικό με τα χρήματα, καθώς πίστεψαν ότι τα έκρυψαν καλά, ενώ διαψεύστηκε τελικά το σενάριο ότι ήταν έτοιμοι να ταξιδέψουν σε άλλη χώρα. Οι αστυνομικοί έκριναν τη χρονική στιγμή των συλλήψεων ως την καταλληλότερη, με βάση την «ωριμότητα της εξέλιξης των ερευνών και της συλλογής στοιχείων» και μετά από έρευνα δύο ημερών εντόπισαν την πλειονότητα των χρημάτων, κρυμμένα σε ειδικές κρύπτες ακόμη και μέσα σε… ηχεία στερεοφωνικού.
Η υπόθεση ξεκινά το βράδυ της Παρασκευής 25 Ιανουαρίου 2019, όταν ο 44χρονος διευθυντής Καβάλας της εταιρείας Brinks που εξειδικεύεται στις χρηματαποστολές, ισχυρίστηκε ότι δύο δράστες, οι οποίοι –όπως επικαλέστηκε- φορούσαν αποκριάτικες μάσκες του Κώστα Καραμανλή και του Γιώργου Παπανδρέου, τον περίμεναν έξω από το σπίτι του. Φέρονται να του είχαν πει ότι είχαν απαγάγει την πεντάχρονη κόρη του και ζήτησαν λύτρα.
Ο διευθυντής είπε στους αστυνομικούς ότι ως διαζευγμένος πατέρας πίστεψε πως το παιδί του κινδύνευε και αποφάσισε να συνεργαστεί. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, μετέβησαν στις εγκαταστάσεις της εταιρίας, στον Αμυγδαλεώνα Καβάλας και του ζήτησαν να ανοίξει το χρηματοκιβώτιο. Όπως είχε πει ο επιχειρηματίας, τους έδωσε τους κωδικούς και οι (υποτιθέμενοι) δράστες το άνοιξαν. Μέσα υπήρχαν 4.300.000 ευρώ τα οποία επρόκειτο να κατατεθούν σε τράπεζα.
Ο διευθυντής είπε στους αστυνομικούς ότι οι δράστες άρπαξαν τα 4,2 εκατομμύρια και του άφησαν 100.000 ευρώ. Αμέσως μετά πήραν το αυτοκίνητό του και έφυγαν από την περιοχή. «Με άφησαν δεμένο και χάθηκαν από το οπτικό μου πεδίο», είχε πει τότε στους αστυνομικούς, τον οποίον βρήκαν την επόμενη μέρα οι συνάδελφοί του.
Οι έρευνες συνεχίζονται καθώς οι αρχές εκτιμούν ότι στην υπόθεση ενδεχομένως να εμπλέκεται –σε υποστηρικτικό ρόλο- συνεργός από την Αθήνα, με τη βοήθεια του οποίου παρακάμφθηκαν τα πρωτόκολλα ασφάλειας της εταιρίας σεκιούριτι και άνοιξε το χρηματοκιβώτιο.