Ο μάρτυρας στη δίκη Σώρρα έχει πλήρη γνώση της υπόθεσης καθώς ήταν από τους πρώτους που κλήθηκε να ασχοληθεί με τις αιτιάσεις του κατηγορουμένου από τον Σεπτέμβριο του 2012, καθώς ο οργανισμός ήταν μαζί με το υπουργείο Οικονομικών και την Τράπεζα της Ελλάδος οι αποδέκτες της πρότασής του.
Αναφερόμενος στη ζημία που ενδεχομένως να είχε προκληθεί από την υπόθεση εξήγησε πως υπήρξε ο κίνδυνος να «τρωθεί η αξιοπιστία του ελληνικού Δημοσίου και κατ’ επέκταση του χρηματοπιστωτικού τομέα, πράγμα που εν μέσω κρίσης θα σήμαινε απόλυτη κατάρρευση».
Όπως εξήγησε, ο Αρτ. Σώρρας και ένας ακόμη κατηγορούμενος υπέγραφαν την πρόταση, σύμφωνα με την οποία ο πρώτος “κατείχε αμερικανικά ομόλογα ύψους 600 δισ. δολαρίων, ήταν διατεθειμένος να δανείσει στο δημόσιο με επιτόκιο 0,5% και ήθελε να συναντηθεί με έναν από τους τρεις παραλήπτες για περαιτέρω συζητήσεις”.
«Ελέγξαμε το ύψος των έντοκων γραμματίων του αμερικανικού δημοσίου που ήταν 1,3 δισ. δολάρια, άρα κάποιος δήλωνε ότι κατείχε το 40%. Μετά, ελέγξαμε τη λίστα με τους πλουσιότερους ανθρώπους, όπου θα έπρεπε να είναι εκεί.
Πρώτος ήταν ο Bill Gates με 80 δισ. δολάρια. Και μόνο με αυτή τη λίστα, προέκυπτε πως αν η πρόταση ήταν αληθινή, τότε διέθετε το συνολικό πλούτο των δεκατριών πλουσιότερων» ανέφερε ο μάρτυρας και πρόσθεσε:
«Από το 1995 που εργάζομαι, τέτοιες προτάσεις έρχονται πάντα. Είναι συγκλονιστικό το πόσες έρχονται. Αποκαλούνται “funny money”, δηλαδή της πλάκας. Δεν απαντάμε ποτέ απευθείας, δεν θέλουμε να παράσχουμε το τεκμήριο της αξιοπιστίας σε τέτοιους ανθρώπους, σύμφωνα με τις διεθνείς πρακτικές. Για αυτό και στην προκείμενη περίπτωση δεν υπήρξε απάντηση».
Τι έκανε η Τράπεζα της Ελλάδος
Παράλληλα, ο Δημήτρης Τσάκωνας αναφέρθηκε και στις ενέργειες της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία επικοινώνησε και με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών. Η τελευταία επεσήμανε, όπως είπε, ότι οι τίτλοι που επικαλέστηκε ο Αρτέμης Σώρρας, δεν υπήρχαν, ενώ συνιστούσε τις ελληνικές υπηρεσίες που λαμβάνουν τέτοιες επιστολές να μην απαντούν ποτέ, πράγμα που έπραξαν «για να μην δοθεί άλλοθι ή τεκμήριο αξιοπιστίας».
Βέβαια εντύπωση προκάλεσε η απάντηση του μάρτυρα στην ερώτηση γιατί δεν υπήρξε ανακοίνωση για την υπόθεση:
«Η υπόθεση έπαιρνε διάσταση σε ανθρώπους άνω των 21 ετών, με δικαιοπρακτική ικανότητα. Για το νερό του Καματερού ή για τη φραπελιά, δεν χρειάζεται ανακοίνωση για να πεις στον κόσμο να μην ασχολείται. Οι πολίτες άκουγαν το παραμύθι. Ενδεχομένως και εδώ μέσα να βρίσκονται άνθρωποι που πιστεύουν ότι είμαι μέλος μιας συνωμοσίας και γι’ αυτό τα λέω αυτά…».
Οι διάλογοι στην έδρα του δικαστηρίου
Εισαγγελέας: Το ότι δεν απαντήσατε οι ίδιοι, χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα, ότι η σιωπή επιβεβαιώνει την πρόταση. Μήπως έπρεπε να απαντήσετε ότι πρόκειται γα το νερό του Καματερού;
Μάρτυρας: Δεν υπάρχει άγνοια νόμου για κανέναν. Ο ιδιώτης που τα πίστεψε, θα έπρεπε να το ψάξει. Όλες οι υπηρεσίες έπραξαν τα δέοντα, τώρα αν υπάρχει έλλειμμα παιδείας…..
Υπεράσπιση: Δεν θα έπρεπε να επικοινωνήσετε με τις εισαγγελικές αρχές για να προστατεύσετε τους πολίτες;
Μάρτυρας: Εμείς προστατεύουμε το κράτος. Δεν μας απασχολεί αν χρήζει κάποιος φιλοξενία σε ψυχιατρικό ή σωφρονιστικό ίδρυμα…
(Ακροατήριο δυσανασχετεί)
Κατηγορούμενη: Να προστατεύσετε, ναι….
Πρόεδρος: Εσείς που το λέτε αυτό, δηλαδή του λέτε να προστατεύσει τον κόσμο από εσάς προσωπικά; Μην απαντήσετε τώρα, θα τα πείτε στην απολογία σας. Και επειδή βλέπω τον κόσμο που αντιδρά, δηλαδή τώρα χρήζει προστασίας; Τότε δεν ήξερε να πάει σε ένα δικηγόρο;
Όταν εμένα θα μου πουν τέτοια πράγματα, θα πάω σε δικηγόρο και όχι σε ένα οποιοδήποτε γραφείο. Αυτό είπε επί της ουσίας ο μάρτυρας. Και το λέω αυτό όχι για την κατηγορούμενη, αλλά για το ακροατήριο που δυσανασχετεί ότι θέλει προστασία…”, κατέληξε ο πρόεδρος του δικαστηρίου.