Χαρακτήρισε την έναρξη λειτουργίας του αποτεφρωτηρίου «ιστορική στιγμή» καθώς η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα στον κόσμο που αποκτά την συγκεκριμένη υποδομή.
Για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις η νομοθεσία προβλέπει περιοδικούς ελέγχους από την Περιφέρεια και για τους αέριους ρύπους ο έλεγχος θα είναι εξάμηνος.
Ο κ. Αλακιώτης επισήμανε πως στο εξής μειώνεται σημαντικά το κόστος για τις οικογένειες που προτίθενται να προχωρήσουν σε αποτέφρωση, σε σύγκριση με το κόστος που υπάρχει σήμερα για μεταφορά και αποτέφρωση στη Βουλγαρία.
Συγκεκριμένα, το κόστος αναλύεται στα 600 ευρώ που ζητάει το αποτεφρωτήριο για την κάθε αποτέφρωση συν το κόστος από το γραφείο τελετών.
Το πρόσθετο βήμα που πρέπει να κάνει μια οικογένεια για την αποτέφρωση είναι η προσκόμιση βεβαίωσης ιατροδικαστή ότι δεν απαιτείται σχετική διερεύνηση, κάτι που δεν είναι απαραίτητο για τον ενταφιασμό.
Η συγκεκριμένη εγκατάσταση εκτός από τους δύο κλιβάνους περιλαμβάνει μεταξύ άλλων χώρο αναμονής για τους συγγενείς, σημείο πώλησης τεφροδόχων και αναψυκτήριο.
Μαρκόπουλο: Βίντεο ντοκουμέντο από τις κινήσεις των δραστών λίγο πριν τη δολοφονία του 5χρονου
Τι είχε προηγηθεί
Μπορεί να ακούγεται παράξενο αλλά στην Ελλάδα η αποτέφρωση επετράπη με νόμο από το 2006 αλλά ακόμη δεν είναι σε λειτουργία.
Το θέμα στη χώρα μας τέθηκε για πρώτη φορά μεταξύ του 1986 και 1988 όταν οι Δήμοι Καλλιθέας, Αγίου Δημητρίου και Ζωγράφου τάχθηκαν υπέρ της αποτέφρωσης και ζήτησαν από το Υπουργείο Εσωτερικών να συνδράμει για την κατασκευή αποτεφρωτηρίου.
Η απάντηση ήταν αρνητική καθώς δεν υπήρχε νομοθετικό πλαίσιο. Ο Μιλτιάδης Έβερτ, Δήμαρχος Αθηναίων το 1987, επανέφερε το θέμα ζητώντας από την Ιερά Σύνοδο και την πολιτεία να επιτραπεί η αποτέφρωση των θυμάτων του καύσωνα (1.300 επισήμως καταγεγραμμένα – 115 στην Αθήνα) στις περιπτώσεις που οι οικείοι των θυμάτων το επιθυμούσαν. Η Εκκλησία απέρριψε το αίτημα.
Μετά από δύο δεκαετίες το 2006 όταν επετράπη και στην Ελλάδα με την ψήφιση σχετικού νόμου (3448/2006, άρθρο 35) η αποτέφρωση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όλα είχαν τελειώσει καθώς το Προεδρικό Διάταγμα εκδόθηκε τέσσερα χρόνια αργότερα.
Το 2010, όταν και ολοκληρώθηκε η ΚΥΑ 20532/32.01.2010, οι Δήμοι Ζωγράφου, Αθηναίων και Θεσσαλονίκης αποφάσισαν τη δημιουργία Κέντρου Αποτέφρωσης Νεκρών.
Το πρώτο θα λειτουργούσε στο κοιμητήριο Ζωγράφου, το δεύτερο στο Γ’ κοιμητήριο Αθηνών στη Νίκαια και το τρίτο στο κοιμητήριο της Αναστάσεως στην Πυλαία της Θεσσαλονίκης. Σε όλες τις περιπτώσεις παρουσιάστηκαν κωλύματα και γι διαφορετικούς λόγους εγκαταλείφθηκε η ιδέα.
Η ακριβή λύση της Βουλγαρίας
Μέχρι την στιγμή που η Ελλάδα θα αποκτήσει το δικό της αποτεφρωτήριο η Βουλγαρία είναι εκείνη που επωφελείται περισσότερο.
Μετά την τελετή της πολιτικής ή θρησκευτικής κηδείας, η οικογένεια του νεκρού που είχε ζητήσει να αποτεφρωθεί μετά το θάνατό του, πρέπει να κατευθυνθεί στη Σόφια. Υπολογίζεται ότι πάνω από 4.000 Έλληνες ετησίως προσφεύγουν σε αυτή την δαπανηρή λύση καθώς το κόστος ανέρχεται μέχρι και στα 3.000 ευρώ.
Τι ισχύει στις ξένες χώρες
Tην πρωτιά στην Ευρώπη όσον αφορά την αποτέφρωση των νεκρών κατέχει η Τσεχία με ποσοστό περίπου 70% επί των συνολικών θανάτων. Ακολουθούν η Μεγάλη Βρετανία, η Δανία, η Σουηδία και η Ελβετία με ποσοστά που ξεπερνούν το 50%.
Στη Γαλλία, η αποτέφρωση νεκρών επιτράπηκε με διάταγμα από το 1789, αλλά ρυθμίστηκε πληρέστερα με νόμο το 1887. Στη Γερμανία διασφαλίζεται με έναν συνδυασμό διατάξεων ο σεβασμός στη βούληση του αποθανόντος και με νόμο του 1934 περί Αποτέφρωσης των Νεκρών εξισώνεται με την ταφή. Στην Ισπανία, το θέμα ρυθμίστηκε το 1945 με τον νόμο περί Θρησκευτικής Ελευθερίας.
Τον Δεκέμβριο του 1878 λειτούργησε στην πόλη Γκόθα της Γερμανίας το πρώτο αποτεφρωτήριο μετά από μακροχρόνιες προσπάθειες του τοπικού συλλόγου για τη δημιουργία κέντρου αποτέφρωσης νεκρών.
Το κίνημα υπέρ της αποτέφρωσης πρωτοεμφανίστηκε στις Η.Π.Α. το 1876. Το πρώτο αποτεφρωτήριο χτίστηκε στην Ουάσιγκτον. Το 1881 δημιουργήθηκε η New York Cremation Society και λίγα χρόνια αργότερα η Cremation Association of America.
Το 1913 ο Σύλλογος Αποτέφρωσης των Ηνωμένων Πολιτειών διέθετε 52 αποτεφρωτήρια με 10.000 περίπου καταγεγραμμένες αποτεφρώσεις. Με στοιχεία του 2002 υπάρχουν 1.835 αποτεφρωτήρια με 679,890 αποτεφρώσεις, το 27,78% των θανάτων ετησίως.
Η Ιαπωνία, είναι η χώρα με το μεγαλύτερο ποσοστό αποτέφρωσης νεκρών στον κόσμο, που ξεπερνά το 99%!
Θρησκείες και αποτέφρωση
Σε ότι έχει να κάνει με την στάση της εκκλησίας στην καύση των νεκρών αυτή δεν έχει αλλάξει. Μετά από συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου τον Μάρτιο του 2016, σε ανακοίνωσή της αναφέρεται στο νόμο για την αποτέφρωση των νεκρών, επισημαίνοντας ότι: «η επιλογή της χριστιανικής κήδευσης, εάν συνδυασθεί με την επιλογή της αποτεφρώσεως, προσκρούει στις παραδόσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας, περί των οποίων ο νομοθέτης σιωπά.
Η Ιερά Σύνοδος είχε ζητήσει από τον αρμόδιο υπουργό με επιστολή, η οποία έτυχε αδιαφορίας, να προστεθεί επιφύλαξη υπέρ των κανόνων και παραδόσεων κάθε θρησκευτικής κοινότητας.
Η Ιερά Σύνοδος θεωρεί τις παραπάνω διατάξεις ως αντισυνταγματικές και διευκρινίζεται προς απόκρουση ψευδολόγων διαδόσεων, ότι τα έσοδα όλων των κοιμητηρίων των αστικών κέντρων εισπράττουν κατά νόμον οι τοπικοί Δήμοι και σε κάθε περίπτωση, εάν ήθελε η Εκκλησία να μη μειωθούν τα δήθεν έσοδά της, θα συμφωνούσε και δεν θα διαφωνούσε με την τέλεση κηδεύσεως και μνημοσύνων για όσους επιλέγουν την αποτέφρωση».
Με εγκύκλιο που είχε εκδώσει τότε η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, και είχε αποστείλει στις Μητροπόλεις, αναφέρει ότι Εκκλησία δε θα τελεί νεκρώσιμη ακολουθία και μνημόσυνο σε όσους αποδεδειγμένως και οικειοθελώς έχουν δηλώσει την επιθυμία για καύση του σώματός τους.
Η εγκύκλιος αναφέρει:
«Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος, μέ ἀφορμή τό νέο νομοθετικό καθεστώς γιά τήν ἀποτέφρωση νεκρῶν, σύμφωνα μέ τά ἄρθρα 48 καί 49 τοῦ Νόμου 4277/2014 «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. 156/1-8-2014, τ. Α΄), κατά τήν Συνεδρία Αὐτῆς τῆς 14ης μηνός Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ., ἐπελήφθη καί τοῦ ζητήματος τούτου καί ἀπεφάσισε νά σᾶς ἐνημερώσει περί τῶν κανονικῶν συνεπειῶν ἀπό τήν ἀποτέφρωση τοῦ σώματος.
Μέ τά ἄρθρα 48 καί 49 τοῦ Νόμου 4277/2014 ὁ νομοθέτης δέν λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις τοῦ νεκροῦ. Ἐάν ὁ θανών δέν εἶχε ἐκφρασθεῖ ἐν ζωῇ περί τῆς μετά θάνατον ἐπιθυμίας ταφῆς ἤ ἀποτεφρώσεως τοῦ σώματός του, ἡ ἀποτέφρωση δύναται νά λάβει χώρα μέ μόνη τή δήλωση τοῦ/τῆς συζύγου ἤ «συντρόφου», μετά τοῦ/τῆς ὁποίου/ας ἔχει συνάψει «σύμφωνο συμβίωσης», ἤ τή δήλωση τῶν συγγενῶν πρώτου ἤ δευτέρου βαθμοῦ.
Τοῦτο, κύημα τοῦ συγχρόνου μηδενιστικοῦ τρόπου ζωῆς καί τῆς τάσεως πρός ἀποθρησκευτικοποίηση κάθε πτυχῆς καί ἐκφάνσεως τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἀποτελεῖ ἐκ προοιμίου καταστρατήγηση τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τοῦ κεκοιμημένου μέλους τῆς Ἐκκλησίας, ἔλλειψη σεβασμοῦ καί φροντίδος πρός τό ἀνθρώπινο σῶμα.
Ἡ Ἐκκλησία δέν δέχεται γιά τά μέλη Της τήν ἀποτέφρωση τοῦ σώματος, διότι τοῦτο εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Α΄ Κορ. 6, 19), στοιχεῖο τῆς ὑποστάσεως τοῦ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ πλασθέντος ἀνθρώπου (Γεν. 1, 24), καί περιβάλλει αὐτό μέ σεβασμό καί τιμή ὡς ἔκφραση ἀγάπης πρός τό κεκοιμημένο μέλος Της καί ὡς ἐκδήλωση πίστεως στήν κοινή πάντων ἀνάσταση.
Κατόπιν τούτου, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε νά ἐνημερώσει, στό πλαίσιο τῆς ἀγρύπνου ποιμαντικῆς φροντίδος Της, τό εὐσεβές Αὐτῆς πλήρωμα, κληρικούς καί λαϊκούς, γιά τίς ἀκόλουθες κανονικές συνέπειες τῆς ἀποτεφρώσεως τοῦ σώματος:
-Ἡ ἀποτέφρωση τοῦ σώματος δέν εἶναι σύμφωνη πρός τήν πράξη καί παράδοση τῆς Ἐκκλησίας γιά θεολογικούς, κανονικούς καί ἀνθρωπολογικούς λόγους.
-Πρός ἀποφυγήν οἱασδήποτε θεολογικῆς, κανονικῆς καί ἀνθρωπολογικῆς ἐκτροπῆς, ἀπαραίτητος εἶναι ὁ σεβασμός τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων καί ἡ διακρίβωση τῆς οἰκείας βουλήσεως τοῦ κεκοιμημένου καί ὄχι ἡ βούληση ἤ ἡ δήλωση τῶν οἰκείων του.
-Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀποδεδειγμένως οἰκειοθελῶς ἐδήλωσε τήν ἐπιθυμία περί καύσεως τοῦ σώματός του, δηλώνει τήν αὐτονόμησή του καί ὡς ἐκ τούτου δέν τελεῖται Νεκρώσιμος Ἀκολουθία καί Ἱερό Μνημόσυνο ὑπέρ αὐτοῦ.
Παρά ταῦτα, ἐπαφίεται στήν ποιμαντική σύνεση καί τήν διακριτική εὐχέρεια τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου ἡ τέλεση ἁπλῶς Τρισαγίου.
Ἐπί δέ τούτοις, κατασπαζόμενοι τήν ὑμετέραν Σεβασμιότητα ἐν Κυρίῳ, διατελοῦμεν μετ’ ἀγάπης».
Την επιλογή της αποτέφρωσης των νεκρών αποδέχεται ο Βουδισμός, ο Ινδοϋισμός και ο Ταοϊσμός ως βασική προϋπόθεση του τελετουργικού τους.
Απόλυτη απαγόρευση της καύσης συναντάμε στην εβραϊκή θρησκεία, καθώς το ανθρώπινο σώμα θεωρείται «δάνειο» από τον Θεό και πρέπει να «επιστραφεί» σε αυτόν κατά το δυνατόν ακέραιο, «ότι γη ει και εις γην απελεύση», όπως αναφέρεται και στη «Γένεση» (3:19).
Αντίστοιχη απαγόρευση της καύσης υπάρχει και στο Ισλάμ, όπου η κορανική επιταγή περί απόδοσης τιμών «στα παιδιά του Αδάμ» οδηγεί στην εναπόθεση του νεκρού στη γη με κάθε σεβασμό και σύμφωνα με την ισλαμική παράδοση και τα ταφικά έθιμα.
Η Καθολική Εκκλησία αρχικά είχε απαγορεύσει την καύση των νεκρών εκδίδοντας και σχετική διάταξη το 1886, ενώ αρνιόταν κάθε τελετουργία κατά την κηδεία. Η μεγάλη αλλαγή ήρθε αρκετά αργότερα, τη δεκαετία του 1960, όταν επετράπη η καύση «για πρακτικούς λόγους» και εφόσον δεν γινόταν η συγκεκριμένη διαδικασία στο όνομα κάποιας παγανιστικής δοξασίας.
Παρόλα αυτά η Αγία Έδρα εξακολουθεί να συνιστά μέχρι σήμερα την ταφή για θεολογικούς λόγους, ενώ ανάλογα με τη χώρα αλλά και τον τοπικό επίσκοπο μπορεί να συναινεί σε εξόδιο ακολουθία είτε προ της καύσης (όταν το σώμα του νεκρού είναι ακέραιο) είτε μετά από αυτήν, με την τεφροδόχο να γίνεται δεκτή στον ιερό ναό.
Η αποτέφρωση στην Αρχαία Ελλάδα
Από το 1200 π.Χ. εώς τον πρώτο αιώνα μ.Χ. η αποτέφρωση των νεκρών γίνεται πολύ συνηθισμένο φαινόμενο στην Ελλάδα.
Κατά τον 3ο αι. μ.Χ. με τη ραγδαία διάδοση του Χριστιανισμού αρχίζουν να αλλάζουν τα ταφικά έθιμα και να κυριαρχεί η ολόσωμη ταφή των νεκρών.
Όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος αποφάσισε με διάταγμα ότι ο Χριστιανισμός θα αποτελεί την επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας, η αποτέφρωση άρχισε να εξαλείφεται.
Η νεότερη ιστορία της αποτέφρωσης έχει τις ρίζες της στον 19ο αιώνα όταν ο Ιταλός καθηγητής Μπρουνέττι τελειοποίησε έναν κλίβανο αποτέφρωσης τον οποίο παρουσίασε στη Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης το 1873 και πολλοί επιστήμονες άρχισαν να βλέπουν την αποτέφρωση ως υγειονομική λύση αντί της ταφής και άλλοι ως σημαντικά οικονομικότερη.