Πρόκειται για τη μελέτη συντήρησης, αποκατάστασης και ανάδειξης του Μνημειακού Προπύλου και του Κτηρίου Ι, δυο σημαντικών κτηρίων που ανήκαν στο τεράστιο οικοδομικό συγκρότημα του ανακτόρου, το οποίο είχε έκταση περίπου 56 στρέμματα.
Σημειώνεται ότι το 2016 είχε εγκριθεί η προμελέτη για την αποκατάσταση και ανάδειξη του ανακτόρου της αρχαίας Πέλλας.
Το Ανάκτορο της αρχαίας Πέλλας, πρωτεύουσας της αρχαίας Μακεδονίας, ήταν η καρδιά του βασιλείου των Μακεδόνων. Τα ανεξάρτητα κτίρια από τα οποία αποτελούνταν επικοινωνούσαν μεταξύ τους με στοές, διαδρόμους και κλιμακοστάσια.
Η πρόσβαση γινόταν από το Πρόπυλο, που πλαισιωνόταν από δυο δωρικές κιονοστοιχίες στα Ανατολικά και στα Δυτικά, οι οποίες αντιστοιχούσαν σε δυο κτίρια, στο Κτίριο Ι (στα ανατολικά) και στο Κτίριο ΙΙ. Τα δυο αυτά κτίρια ήταν τα πλέον επίσημα του ανακτόρου.
Αλαλούμ με το ιδιωτικό εκπαιδευτήριο - Πώς μπήκε και βγήκε το λουκέτο
To ανάκτορο ουσιαστικά σώζεται μόνο στις θεμελιώσεις, καθώς η ανωδομή του εξαφανίστηκε κατά τους βυζαντινούς και μετέπειτα χρόνους με την τεράστια αρπαγή λίθων που συντελέστηκε.
Χαρακτηρίζεται από τεράστια κλίμακα, αλλά και θεατρικότητα λόγω του ότι ήταν χτισμένο σε διαδοχικά επίπεδα (άνδηρα). Η εικόνα αυτή δεν είναι σήμερα διακριτή, ωστόσο η υλοποίηση της μελέτης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πέλλας (η οποία είναι ενταγμένη σε ΕΣΠΑ) υπόσχεται να την αλλάξει.
Το διάσπαρτο αρχαίο υλικό καταγράφηκε ώστε να αξιοποιηθεί στις εργασίες αναστήλωσης, ενώ μεταξύ των στόχων της μελέτης είναι να κατανοηθεί η κάτοψη του μνημείου, να γίνει προβολή των ανδήρων, της θεατρικότητας και της μνημειακότητας του ανακτόρου και να επισημανθεί διακριτικά η τρίτη διάσταση, η οποία θα αποδοθεί με την αποκατάσταση τεσσάρων κιόνων στο περιστύλιο της αυλής του Κτιρίου Ι και τριών ακόμα στη στοά του Προπύλου.
Το ανάκτορο της Πέλλας είναι κτισμένο στον μεσαίο από τους τρεις λόφους, οι οποίοι δέσποζαν της πόλης από βόρεια, σε εξαίρετη θέση με ιδανικό νότιο προσανατολισμό και θέα στη μακεδονική πεδιάδα.
Η πρώτη μορφή του Ανακτόρου της Πέλλας είχε κτιστεί στα χρόνια του βασιλιά Αρχέλαου στα τέλη του 5ου αιώνα. Ο Αρχέλαος ανέθεσε τη διακόσμησή του στο φημισμένο ζωγράφο Ζεύξη τον Ηρακλειώτη, ενώ την ίδια εποχή στην αυλή του Αρχέλαου ο Ευριπίδης έγραψε τις τραγωδίες Αρχέλαος και Βάκχαι.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ