Ο κ. Αμπού Χαμάντ Σαάντ κατέθεσε πως το επίμαχο βράδυ ξύπνησαν από τα βίαια χτυπήματα στο παράθυρο και την πόρτα του σπιτιού στο οποίο κοιμόταν ο ίδιος, οι δύο αδελφοί του, τα δύο ανήψια του και ο Αμπουτζίν Εμπάρακ.
Απαντώντας σε ερωτήσεις της προέδρου, ο μάρτυρας άρχισε να κλαίει όταν έφθασε η στιγμή να περιγράψει την στιγμή που αντίκρυσε τον φίλο του, που γνωρίζει από την Αλεξάνδρεια, αιμόφυρτο στην ταράτσα του σπιτιού: «Χτυπήσανε το παιδί, είπα στον αδελφό μου. Τον βρήκα ξαπλωμένο να βογγάει, με τα χέρια ανοιχτά, με αίμα, πολύ αίμα, στο κεφάλι και στο στόμα, που κυλούσε στον λαιμό του. Το σαγόνι του είχε στραβώσει. Δεν μπορούσε να μιλήσει, μόνο βογγούσε. Είχε σκιστεί το μανίκι από το μπουφάν του. (…) Ένοιωσα κι εγώ ότι καταρρέω».
Σύμφωνα με τον μάρτυρα, ήταν περίπου δέκα μαυροντυμένοι, πλην ενός, που δεν φορούσε μαύρο, αυτοί που τους επιτέθηκαν μέσα στη νύχτα, με ξύλα και σιδηρολοστούς
«Ήταν δυο άτομα στο παράθυρο και το τράβαγαν που ήταν μισάνοιχτο, να το ανοίξουν και ο αδελφός προσπαθούσε να το κρατήσει κλειστό, τραβώντας το προς τα μέσα. Κάποιος φώναζε στην πόρτα “άνοιξε Aχμετ”. Τρόμαξα …χτύπαγαν με ξύλα και σίδερα τα παράθυρα. Αρχικά χτύπησαν στο ένα παράθυρο και στη συνέχεια σε ένα ακόμη και την πόρτα. Είδα τα σίδερα και τα ξύλα…έσπασαν μέρος του παραθύρου. Δεν κατάφεραν να μπουν μέσα από το παράθυρο…έσπασαν το τζάμι με έναν πυροσβεστήρα και το άνοιξαν και τον πέταξαν μέσα στο σπίτι …γέμισε ασπρίλα. Ο αδελφός μου φώναζε “φέρε ξύλα για να τους φοβίσουμε” αλλά δεν βρήκα τίποτα στο σπίτι. Άρχισαν να χτυπάνε την κλειστή πόρτα (σ.σ έκανε την κίνηση με το χέρι του). Λίγους μήνες νωρίτερα είχα ακούσει στην ιχθυόσκαλα πως κάποια παλικάρια, σαν και μένα, που ανήκουν στη Χρυσή Αυγή, βγαίνουν και μπορεί να σου κάνουν κακό. Υπέθεσα πως ήταν αυτοί».
Απαντώντας σε ερώτηση της προέδρου, αν γνώριζαν τον αδελφό του, αφού τον φώναζαν με το όνομά του, ο μάρτυρας είπε: «Όλοι στην περιοχή τον ήξεραν τον αδελφό μου …Πέραμα, Κερατσίνι, Καμίνια. Έχει δικό του μαγαζί, πουλάει ψάρια και πάνω στο αυτοκίνητο γράφει το όνομά του και τη διεύθυνση …».
Σύμφωνα με την κατάθεση του μάρτυρα, οι δράστες έφυγαν γιατί «φωνάζαμε πολύ δυνατά για βοήθεια, για να ξυπνήσει κάποιος από τη γειτονιά να μας προλάβουν. Ο μικρός αδελφός μου άνοιξε το παράθυρο και άρχισε να πετάει πράγματα στο δρόμο…φωνάζαμε πολύ δυνατά. Βγήκε ένα παιδί με την γυναίκα του και ένας ακόμη από τη γειτονιά. Τελικά, όταν κατάλαβαν πως δεν μπορούν να μπουν μέσα έφυγαν. Η επίθεση κράτησε περίπου 3-4 λεπτά. Στη συνέχεια έσπασαν τα δυο αυτοκίνητά μας, που ήταν παρκαρισμένα μπροστά στο σπίτι και ένα τρίκυκλο».
Ο μάρτυρας είπε πως τρομοκρατήθηκε από την επίθεση της ομάδας των μαυροφορεμένων και τόνισε πως πιστεύει ότι πριν την επίθεση τους παρακολουθούσαν. «Φοβήθηκα πολύ, ήθελα να φύγω από το σπίτι όσο χτυπούσαν αυτοί ,αλλά δεν βγήκα έξω. Τα μικρά παιδιά μπήκαν κάτω από τα κρεβάτια». Είπε επίσης πως την επομένη της επίθεσης έφυγαν από το σπίτι αυτό και ότι αφού φιλοξενήθηκαν σε φίλους για λίγες ημέρες, βρήκαν άλλο σπίτι.
Πολυτεχνείο: Σε επιφυλακή 5.500 αστυνομικοί - Όλες οι κυκλοφοριακές ρυθμίσεις που ισχύουν
Ο κ. Αμπού Χαμάντ περιέγραψε πως η ομάδα που τους επιτέθηκε έφυγε με μηχανάκια που είχαν αφήσει σε παράλληλο δρόμο, λίγα μέτρα κάτω από το σπίτι τους. «Τότε, μόλις έφυγαν, άκουσα μια φωνή “βοήθεια Αχμετ”…ήταν ο Αμπουζίντ.
«Τότε είπα στον Αχμετ “χτύπησαν το παιδί”. Ανοίξαμε και ανέβηκα στην ταράτσα. Βρήκα το παιδί ξαπλωμένο και έτρεχε πολύ αίμα από το στόμα του και βογγούσε. Το σαγόνι του είχε στραβώσει δεν μπορούσε να μιλήσει, μόνο βογγούσε …τον κατεβάσαμε…λιποθύμησε και μετά συνήλθε. Κοβόταν η ανάσα και επανερχόταν. Ορκίζομαι, ορκίζομαι…κι εγώ εκείνη την ώρα, ένιωσα ότι καταρρέω» είπε και ξέσπασε σε λυγμούς.
Σε ερώτηση της προέδρου αν μπορεί να αναγνωρίσει τον έναν από τους δράστες που είδε έξω από το παράθυρό του, ο μάρτυρας είπε πως δεν μπορεί με βεβαιότητα: «Δεν λέω ψέματα, γιατί, για την θρησκεία μου, αυτό είναι πολύ κακό. Να ρίξω πάνω σε κάποιον κάτι, χωρίς να είμαι σίγουρος; Θα γυρίσει πάνω μου».
Σε άλλη ερώτηση της προέδρου, αν ο ίδιος ή τα αδέλφια του είχαν με κάποιον διαφορές, ο μάρτυρας απάντησε πως ποτέ δεν είχαν διαφορές με κανέναν: «Εμείς εδώ αγωνιζόμαστε. Ήρθαμε εδώ για μεροκάματο, όχι για να κάνουμε κακό, αλλά για να δουλέψουμε και να ζήσουν τα παιδιά μας καλύτερα. Τι διαφορές να έχουμε; Πουλάω ψάρια, αν θέλει παίρνει κανείς, αν δεν θέλε, δεν παίρνει».
Νωρίτερα, κατά τη διάρκεια του σχολιασμού της κατάθεσης του Αιγύπτιου ψαρά, Εμπάρακ Αμπουζίντ, που τραυματίστηκε σοβαρά από την επίθεση, η υπεράσπιση αμφισβήτησε την αξιοπιστία του μάρτυρα. Ο συνήγορος του βουλευτή Ηλία Κασιδιάρη, αναφέρθηκε σε «εκμετάλλευση του γεγονότος της επίθεσης σε βάρος των ψαράδων», αφήνοντας αιχμές για την πολιτική αγωγή, την οποία κατηγόρησε ότι «χτίσανε την κατάθεση» του μάρτυρα για να δώσουν πολιτικό χαρακτήρα στην υπόθεση και να στηρίξουν την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης.
Η υπεράσπιση αμφισβήτησε το μέγεθος της βλάβης που υπέστη ο μάρτυρας, τονίζοντας ότι δεν προσκομίστηκαν έγγραφα που να αποδεικνύουν το πρόβλημα στην υγεία του, αλλά ούτε και για την αποκατάστασή του. Επιπλέον, οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων, υποστήριξαν ότι το γεγονός ότι απέκτησε ακόμη δυο παιδιά, μετά την επίθεση που δέχθηκε, αποδεικνύει ότι «δεν έχει υποστεί τόσο σοβαρή βλάβη», όπως ο ίδιος ισχυρίζεται . «Αν είχε τέτοια επίμονα χτυπήματα στο κεφάλι, όπως λέει, δεν θα μιλάγαμε για απόπειρα ανθρωποκτονίας, αλλά για ανθρωποκτονία» είπε χαρακτηριστικά ένας από τους συνηγόρους υπεράσπισης.
Από την πλευρά του, ο συνήγορος του Χρήστου Παππά, έκανε λόγο για «βεντέτα μεταξύ ομοεθνών» προσθέτοντας: «Δεν αισθάνομαι ότι ακουμπά τη Χρυσή Αυγή αυτή η ιστορία», ενώ προέτρεψε το δικαστήριο να εντοπίσει αν ο μάρτυρας είπε την αλήθεια «πως ήταν στην Ελλάδα, δεν εργαζόταν, τον τάιζαν και ζούσε νόμιμα κατά τα άλλα».
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 19 Σεπτεμβρίου.