Κρεμόταν από έναν βράχο και πήρε τα παιδιά της να τα αποχαιρετίσει. Άλλη μια ιστορία που συγκλονίζει από την φονική πυρκαγιά στο Μάτι. Η Βρετανίδα Jaimie – Marie Degge την ώρα που πίστευε ότι όλα είχαν χαθεί και θα πέθαινε στις φωτιές στο Μάτι πήρε τηλέφωνο τον πατέρα της στο Λονδίνο.
Η 30χρονη Βρετανίδα που ήταν διακοπές στην Ελλάδα και τελικά κατάφερε από θαύμα να ζήσει, διηγείται στην Daily Mail όλα όσα έζησε εκείνο το δραματικό βράδυ. «Ήθελα μόνο να του μιλήσω και να του πω να φροντίσει οι κόρες μου να με θυμούνται. Είπα, μπαμπά σε παρακαλώ φρόντισε τα παιδιά μου να μεγαλώσουν μαζί. Φρόντισε να αγαπούν η μια την άλλη όπως τις αγαπώ κι εγώ. Μην τις αφήσεις να με ξεχάσουν. Φρόντισε να μάθουν πόσο τις αγαπώ».
Η Jaimie – Marie Degge, ήταν διακοπές στην Ελλάδα με την μητέρα της, Jenny Dimitrijevic, όταν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το σπίτι στο οποίο έμεναν στο Μάτι.
Η περιγραφή της για τις στιγμές που ήρθε μια ανάσα από τον θάνατο είναι συγκλονιστικές.
«Ούρλιαζα και έκλαιγα. «Μπαμπά, δεν θα τα καταφέρω, δεν υπάρχει διέξοδος, δεν καταλαβαίνεις;» Δεν πίστευα ότι θα ξαναδώ τα παιδιά μου. Ήταν απαίσιο».
Η 30χρονη βρετανίδα σώθηκε από μια βάρκα που την περιμάζεψε όπως και άλλους από την ακτή. Το σπίτι της μητέρας της ήταν το μόνο που σώθηκε από τις φλόγες σε έναν ολόκληρο δρόμο.
Τόσο η ίδια όσο και η μητέρα της κατάλαβαν ότι η φωτιά είναι κοντά όταν άρχισε να «βρέχει» στάχτες. «Ο θείος μου ανέβηκε σε ένα ποδήλατο και κατευθύνθηκε προς το βουνό για να δει τι γίνεται με την φωτιά. Όταν επέστρεψε ούρλιαζε: «Πρέπει να φύγουμε άμεσα! Γρήγορα! Πάμε στην παραλία!»
Μιχάλης Μητρούσης για το τροχαίο: «Είμαι τυχερός μες στην ατυχία μου»
«Πανικοβληθήκαμε! Πήραμε τα διαβατήριά μας, τα πετάξαμε σε μια τσάντα και μπήκαμε στο αυτοκίνητο. Οδηγήσαμε 30 δευτερόλεπτα και είδαμε ένα σπίτι στις φλόγες λίγο πιο κάτω από το δικό μας. Υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι κρεμιόντουσαν από το αυτοκίνητο και προσπαθούσαν να μπουν σε αυτό. Εγώ, ούρλιαζα στη μητέρα μου και της έλεγα: «Προχώρα! Προχώρα!» Ήταν όλα σκοτεινά λόγω του καπνού. Τα αυτοκίνητα έπεφταν το ένα πάνω στο άλλο εξαιτίας του πανικού».
Ήταν σαν τον Τιτανικό – Μείναμε 8 ώρες μέσα στην θάλασσα
«Δεν έχω ξανακούσει κάτι τέτοιο. Οι άνθρωποι στην θάλασσα, πάνω από 700, ούρλιαζαν συνεχώς!» Και η μητέρα της συνεχίζει: «Ήταν σαν τον Τιτανικό. Τόσοι πολλοί άνθρωποι».
Περιγράφοντας τις ώρες που πέρασαν μέσα στο νεκρό λέει: «Μπήκαμε στην θάλασσα μέχρι τον λαιμό. Κάθε φορά που κλείνω τα μάτια μου ακούω τις κραυγές των ανθρώπων, το ελικόπτερο να πετάει από πάνω μας και την φωτιά. Οι άνθρωποι κρατούσαν τα σκυλιά και τα παιδιά τους πάνω από τα κεφάλια τους. Περιμέναμε στο νερό και προσπαθούσαμε να καλύψουμε τα πρόσωπά μας. Το πρόσωπό μου πονούσε τόσο πολύ από το αλάτι, την φωτιά και τον καπνό».
Τελικά, τους έσωσαν 8 ώρες αφού ήταν μέσα στο νερό.
Η συγγραφέας Ελισάβετ Παπαδοπούλου ήταν και αυτή στο Μάτι τη μοιραία Δευτέρα, όταν ξέσπασε η φονική πυρκαγιά που στοίχισε δεκάδες ζωές. Εκείνη την ημέρα, ήταν τα γενέθλια της μικρής της κόρης. Η περιγραφή της για όσα ακολούθησαν όταν η φωτιά τους πλησίασε, συγκλονίζει.
«Όταν ο καπνός και η φωτιά κύκλωσαν το ξενοδοχείο πέσαμε στη θάλασσα, φωνάζοντας τα ονόματα των παιδιών ανάμεσα σε ουρλιαχτά φωνές και κλάματα. Κολυμπούσαμε και μετρούσαμε κεφάλια. Τα παιδιά έκλαιγαν και ρωτούσαν αν θα πεθάνουμε. Φωνάζαμε κολυμπήστε. Ο καπνός ήταν μαύρος, ο ήλιος είχε χαθεί ήταν σκοτάδι και κανείς δεν ήξερε αν θα έχουμε οξυγόνο για να ανασάνουμε. Υπήρξαν στιγμές που νόμιζα πως έβλεπα όνειρο. Ήξερα ότι κινδυνεύαμε», γράφει.
Με κάθε τρόπο, ζητούσαν από τα παιδιά να κολυμπήσουν. Κι εκείνα κολυμπούσαν. «Μη φοβάστε, κανείς δεν θα πεθάνει» τους έλεγαν. «Από ένα σημείο και ύστερα γύρω είχε μόνο ησυχία. Κανείς δεν μιλούσε», γράφει. Περίπου 200 άτομα ήταν διασκορπισμένα στο νερό και στα βράχια. Προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τον πυκνό καπνό. Αλλά και να μην απομακρυνθούν από τη στεριά.
«Ο αέρας που έκαψε το Μάτι, αυτός μόνο μας έσωσε»
«Από τη στεριά ακουγόταν ασταμάτητα εκρήξεις -ήταν τα ντεπόζιτα των αυτοκινήτων που καιγόταν- και ερχόταν μαύρος καπνός, σαν κι αυτόν που τα παιδιά χρωματίζουν με μαύρο μαρκαδόρο. Φοβόμασταν αυτό το βαρύ καπνό. Ξέραμε ότι μέσα σε αυτόν δε ζεις. Όμως είχε πολύ αέρα και ο καπνός πριν φτάσει σε εμάς αραίωνε. Αυτός ο αέρας που κατέκαψε το Μάτι, μόνο αυτός ο αέρας εκείνη τη στιγμή μπορούσε να μας σώσει. Όσο φυσούσε τρελά, είχαμε ελπίδες. Σε κάποια σημεία μάλιστα καθάριζε αρκετά ο ουρανός. Κολυμπούσαμε προς τα εκεί. Χειροκροτούσαμε όταν ο αέρας καθάριζε λίγο την ατμόσφαιρα».
Το τραγούδι για την Εύα πάνω στον βράχο
«Πάνω σε ένα βράχο τραγουδήσαμε το γενέθλιο τραγούδι της κόρης μου. «Να ζήσεις Ευάκι και χρόνια πολλά…». Ύστερα ο καπνός ξανάρθε. Ξανά το κολύμπι, ξανά η αγωνία. Αρχίσαμε να σκίζουμε ότι ρούχα υπήρχαν γύρω τα βρέχαμε και τα βάζαμε στη μύτη. Η αγωνία δεν τελείωνε με τίποτα. Στο Μάτι καιγόταν μέχρι και τα πεύκα στην παραλία. Τα ρούχα από μια βαλίτσα πεταμένη στο βράχο πήραν φωτιά.
Τα παιδιά ξανάρχισαν να ρωτάνε αν θα πεθάνουμε. Έτσι πέρασαν τέσσερις ολόκληρες ώρες. Κοιταζόμασταν με τη Μαριέττα και δεν ξέρουμε πόση ώρα ακόμη θα αντέξουμε να ανασαίνουμε όλο αυτό το πράγμα. Ας σταματήσει επιτέλους φώναζαν τα παιδιά κλαίγοντας. Όμως δεν σταματούσε».
«Κατά τις 10.00 το βράδυ μας πήρε ένα φουσκωτό με βατραχάνθρωπους. Ευχαριστούμε ολόψυχα αυτά τα υπέροχα παιδιά. Ήταν ιδιώτες από μια σχολή κατάδυσης. Θέλω να ζητήσω συγνώμη που δεν θυμάμαι από πια σχολή για να τους ευχαριστήσω επώνυμα».
https://www.facebook.com/elisavet.papadopoulou.589/posts/10210176662288059
Γλίστρησε και χτύπησε το κεφάλι της σε ένα βράχο
Μία νέα μαρτυρία που αλλάζει τα δεδομένα για το πως έχασε τη ζωή του η 13χρονη Εβίτα στις φωτιές στο Μάτι ήρθε στη δημοσιότητα.
Σύμφωνα με έναν αυτόπτη μάρτυρα, τον Ανδρέα Πάτσιο, η νεαρή κοπέλα δεν πήδηξε στον γκρεμό, αλλά γλίστρησε, χτύπησε και μετά έπεσε.
Εκεί που μιλούσαμε ακούσαμε ένα μπαπ, ακριβώς εδώ δεξιά. Αυτό το κορίτσι ίσως έφυγε από την ομάδα των ανθρώπων που κάηκαν μήπως και σωθεί.
Υπάρχει μονοπάτι που κατεβαίνει από εκεί, όμως το κορίτσι με τη φωτιά, με την αναστάτωση, με τους καπνούς, ή παραπάτησε ή έχασε τον προσανατολισμό της ή έχασε το μονοπάτι ή γλίστρησε και χτύπησε το κεφάλι της σε ένα βράχο και μετά έπεσε από κάτω.
Ο άλλος κύριος πήγε γρήγορα να δει και είδε το κορίτσι. Ήταν καμένο το φόρεμα του και το είδε που ξεψυχούσε.
Γύρισε σε εμάς ο άνθρωπος και έκλαιγε. Του είπαμε να ενημερώσει την αστυνομία.
«Χαιρέτισα πολλές φορές τα παιδιά μου, γιατί νόμιζα πως το τέλος μας ήταν κοντά».
Συγκλονιστική είναι η μαρτυρία μιας ακόμη τουρίστριας, της Τερέζε στην Bild. Η μητέρα των τριών από τα πέντε παιδιά της παρέας αφηγείται όλη την πορεία της διάσωσής τους, από το ξενοδοχείο στο οποίο διέμεναν, μέχρι το κρουαζιερόπλοιο που εμφανίστηκε και τους έσωσε σαν από μηχανής θεός.
https://www.facebook.com/therese.h.s.nielsen/posts/10156513043219872
«Από το παράθυρο του ξενοδοχείου είδα να καίγονται τα βουνά, αλλά ο ξενοδόχος μας καθησύχασε ότι η φωτιά είναι πολύ μακριά για να γίνει επικίνδυνη» ήταν τα πρώτα λόγια της μαρτυρίας της. «Μέσα σε λίγα λεπτά ο καπνός έμπαινε από τα παράθυρα» συνεχίζει, «κι έτσι πήραμε την απόφαση να κατευθυνθούμε προς τη θάλασσα.
Αλλά κι εκεί δεν ήταν ασφαλέστερα, σύμφωνα με την ίδια. Πετάγονταν αντικείμενα στα κεφάλια τους από τις εκρήξεις των δίπλα σπιτιών. Κατάφεραν να προστατευθούν κάτω από ένα βράχο, ενώ το νερό της θάλασσας έκαιγε τα πόδια τους. Για καλή τους τύχη ανακάλυψαν ένα μικρό σκάφος και μαζί με άλλα εφτά άτομα ήλπιζαν ότι η κόλαση τελείωσε.
Έβαλαν τα πέντε παιδιά τους και μετά μπήκαν οι ίδιοι. Δεκατέσσερα άτομα στο σκάφος συνολικά. Η ίδια αναγκάστηκε μαζί με τον σύζυγο της φίλης της-που μέχρι πρότινος περνούσαν ευχάριστα το καλοκαίρι τους όλοι μαζί-να πέσουν στη θάλασσα, καθώς το σκάφος θα βυθιζόταν. Για λίγα λεπτά τα πάντα φαίνονταν ασφαλή, μέχρι που η έκρηξη ενός ξενοδοχείου τάραξε τα νερά, με αποτέλεσμα να αναποδογυρίσει η βάρκα και όλοι να πέσουν στη θάλασσα. Εκείνα τα λεπτά ήταν αποκαρδιωτικά. Ένας Βέλγος τουρίστας πέθανε μπροστά στα μάτια του 16χρονου γιου του.
«Το ελικόπτερο που πέρασε δεν είδε κανέναν από εμάς» σοκάρει η Τερέζε.
«Χαιρέτισα πολλές φορές τα παιδιά μου, γιατί νόμιζα πως το τέλος μας ήταν κοντά».
Για επτά ώρες, η φίλη της Τερέζε, Λίντα, μητέρα δύο κοριτσιών, είχε χαθεί μετά το αναποδογύρισμα της βάρκας. Πίστευαν ότι θα έχει το τέλος του Βέλγου.
Σώθηκαν από θαύμα. Ο σύζυγος της Λίντα, που ταξίδευε μαζί με την Τερέζα και τα δυο παιδιά τους στην Ελλάδα, όταν ακόμα ήταν πάνω στη βάρκα, είχαν τη ψυχραιμία να ανεβάσει φωτογραφίες με τις συντεταγμένες τους στη Δανία. Ένα κρουαζιερόπλοιο αντιλήφθηκε το σήμα και έσπευσε να βοηθήσει κάποιες ώρες μετά. «Δε θα αντέχαμε για πολλά λεπτά ακόμη» εξιστορεί η Τερέζε.
Η Λίντα δε μπορούσε να περιγράψει τη συγκίνηση που βίωσε όταν συνειδητοποίησε ότι ο άντρας και οι κόρες της είναι σώοι και αβλαβείς. «Οι λέξεις δε μπορούν να περιγράψουν τι περάσαμε εκείνο το βράδυ» συμπληρώνει βάζοντας τέλος σε μια συγκλονιστική μαρτυρία με αίσιο-ευτυχώς-τέλος.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]