Οι συγγενείς ζητούσαν χρήματα από το ελληνικό Δημόσιο για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από το θάνατο του γιου και αδελφού τους.
Ο κρατούμενος βρέθηκε κρεμασμένος το 2001 στο κελί του στις φυλακές Ιωαννίνων όπου κρατείτο για παραβάσεις του νόμου περί ναρκωτικών. Κρεμάστηκε από τον φεγγίτη του κελιού του με ένα σχοινί που βρήκε είτε κατά τον προαυλισμό του είτε στα μαγειρεία των φυλακών.
Σύμφωνα με τους συγκρατούμενους του ήταν σε άθλια κατάσταση γιατί κρατείτο σε ένα κελί με αλλοδαπούς ενώ πάνω του βρέθηκαν χάπια αλκοόλ. Κατά τις ίδιες μαρτυρίες εάν οι φύλακες τον είχαν εντοπίσει νωρίτερα, θα είχε σωθεί.
Ωστόσο, κατά την ποινική διερεύνηση της υπόθεσης δεν αποδόθηκαν σε βάρος του διευθυντή και του γιατρού των φυλακών Ιωαννίνων κατηγορίες αφού τελικά απηλλάγησαν με βούλευμα. Οι γονείς και τα τρία αδέλφια του κατέθεσαν αγωγή , διεκδικώντας αποζημίωση και υποστηρίζοντας ότι ο θάνατος του οικείου τους οφειλόταν σε πράξεις και παραλείψεις οργάνων του Δημοσίου.
Διαφορετική άποψη ωστόσο είχαν τόσο το Διοικητικό Πρωτοδικείο όσο και το Εφετείο κρίνοντας ότι «οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι των φυλακών Ιωαννίνων έλαβαν τα κατάλληλα προληπτικά και θεραπευτικά μέτρα κράτησης του θανόντος κρατουμένου» και η αυτοκτονία του «δεν μπορούσε λογικά να προβλεφθεί και να αποτραπεί από αυτούς». Σύμφωνα με το Διοικητικό Εφετείο δεν θεμελιώνεται «ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν» οι συγγενείς του αυτόχειρα. Στη συνέχεια, και το ΣτΕ απέρριψε την αίτηση αναίρεσης των συγγενών, κρίνοντας τους ισχυρισμούς τους απαράδεκτους.