Τη διαβεβαίωση ότι «δεν υπάρχει καμία σκέψη αυτονομίας των λεγόμενων Νέων Χωρών» έδωσε στην Ελλαδική Εκκλησία -ενώπιον των Προκαθημένων που συμμετέχουν στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο- ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, κλείνοντας έτσι ένα «μέτωπο» που εδώ και πολλά χρόνια παρέμενε ανοιχτό και προκαλούσε εντάσεις στις σχέσεις Αθήνας και Κωνσταντινούπολης.
Με την τοποθέτησή του αυτή, ο κ.κ. Βαρθολομαίος έβαλε καταρχάς τέλος στις έντονες συζητήσεις που κυριαρχούσαν μεταξύ των ελλαδιτών ιεραρχών σχετικά με το ενδεχόμενο αλλαγής του καθεστώτος που διέπουν τις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών. Και δεύτερον, προσπάθησε –όπως εκτιμάται– να «ενδυναμώσει» τη συμμαχία με την Ελλαδική Εκκλησία, στη «σκιά» των σοβαρών προβλημάτων που προέκυψαν από τις αντιδράσεις και τελικά απουσίες από τη Μεγάλη Σύνοδο των Πατριαρχείων Μόσχας, Αντιόχειας, Βουλγαρίας και Γεωργίας.
Οπως και να ’χει, το ζήτημα των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών, οι οποίες με Πατριαρχική Πράξη του 1928 διοικούνται «επιτροπικώς» από την Εκκλησία της Ελλάδος και πνευματικώς από το Φανάρι, τα τελευταία χρόνια προκάλεσε έντονες «εκρήξεις» ανάμεσα στις δύο πλευρές. Μάλιστα, ο κ.κ. Βαρθολομαίος είχε επιβάλει στον μακαριστό Χριστόδουλο την ποινή της ακοινωνησίας, της διακοπής, δηλαδή, κάθε επικοινωνίας.
Για την Ελλαδική Εκκλησία οποιαδήποτε αλλαγή του ισχύοντος καθεστώτος από το Φανάρι θα ήταν «αιτία πολέμου». Ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, άλλωστε, είχε διαμηνύσει σε όλους τους τόνους πως δεν πρόκειται να δεχτεί κάτι τέτοιο.
Πάντως, ήταν τόση η ανησυχία στους κόλπους της Ελλαδικής Εκκλησίας και για αυτό, στη διάρκεια της πρόσφατης Ιεραρχίας, πολλοί μητροπολίτες εξέφρασαν έντονους φόβους για το μέλλον των Νέων Χωρών (36 στον αριθμό) οι οποίες βρίσκονται σε περιοχές που απελευθερώθηκαν από τον Ελληνικό Στρατό με τους νικηφόρους Βαλκανικούς Πολέμους (μέρος της Ηπείρου, η Μακεδονία και η Θράκη, τα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου).
Για τον λόγο αυτό, η Ελλαδική Εκκλησία ήθελε να προστεθεί στο κείμενο «Το αυτόνομον και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού» ειδική τροπολογία.
Συγκεκριμένα να προστεθεί ότι: «Εκκλησιαστικαί Επαρχίαι δι’ ας εξεδόθη Πατριαρχικός Τόμος ή Πράξις, δεν δύνανται ίνα αιτήσωνται την χορήγησιν αυταίς αυτονομίας, διατηρουμένου απαρασαλεύτου του υφισταμένου εκκλησιαστικού καθεστώτος αυτών».
Στο σημείο αυτό παρενέβη ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν είναι στις προθέσεις του να διεκδικήσει τώρα ή στο μέλλον την επιστροφή των Νέων Χωρών στην άμεση δικαιοδοσία του Φαναρίου. «Υπάρχει καχυποψία σε ορισμένους ιεράρχες της Ελληνικής Εκκλησίας», σχολίασε ο κ.κ. Βαρθολομαίος, λέγοντας ότι η επιθυμία του να ξεκαθαρίσει το θέμα έχει να κάνει με το ότι ορισμένοι επιχειρούν με αφορμή τις Νέες Χώρες να δημιουργήσουν προβλήματα μεταξύ Αθήνας και Κωνσταντινούπολης.
Για πρώτη φορά, επίσης, ο Πατριάρχης δήλωσε πως Κρήτη και Δωδεκάνησα που ανήκουν στο Φανάρι «δεν είναι λιγότερο Ελλάδα».
Βεβαίως, η εξέλιξη αυτή ικανοποίησε τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, ο οποίος και εξέφρασε, με τη σειρά του, την απόλυτη εμπιστοσύνη του στο Φανάρι.
Η ανακούφιση της Ελλαδικής Εκκλησίας διαφαίνεται και από το ανακοινωθέν που έσπευσε να εκδώσει:
«…ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος διαβεβαίωσε ενώπιον της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας ότι σέβεται απολύτως το υφιστάμενο εκκλησιαστικό καθεστώς των Μητροπόλεων των λεγομένων Νέων Χωρών της Εκκλησίας της Ελλάδος και ουδεμία πρόθεση υπάρχει αμφισβητήσεως ή αλλαγής των ισχυόντων».
Λίγο αργότερα, ανακοίνωση εξέδωσε και το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
«…το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ουδεμίαν πρόθεσιν έχει να χορηγήση αυτονομίαν εις τας Μητροπόλεις των λεγομένων Νέων Χωρών και ότι αύται υπάγονται πάντοτε κανονικώς και πνευματικώς υπό το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, η δε διοίκησις αυτών έχει εκχωρηθή επιτροπικώς εις την Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν της Ελλάδος, την οποίαν η Α. Θ. Παναγιότης και ηυχαρίστησε διά την τοιαύτην εξυπηρέτησιν προς την Μητέρα Εκκλησίαν».
Σε δηλώσεις του (ΑΠΕ) ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Ελλαδικής Εκκλησίας Χάρης Κονιδάρης ανέφερε, ανάμεσα στα άλλα, ότι ο κ.κ. Βαρθολομαίος «διέλυσε τα όποια σύννεφα υπήρχαν στις σχέσεις μεταξύ των δύο Εκκλησιών για ζήτημα ουσιαστικά ανύπαρκτο, το οποίο ανεκινείτο χωρίς λόγο στο παρελθόν επί ζημία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, και τις όποιες παρεξηγήσεις είχαν δημιουργηθεί. Το όλο ζήτημα χάρη στη γενναία παρέμβασή του είναι πλέον ξεκάθαρο τοις πάσι».
ΒΑΛΙΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου