Συγκεκριμένα ο Δημήτρης Τσορτανίδης έγραψε:
Σου χαρίζω τα δάκρυά μας . Ναι Κώστα Καζάκο . Στα χαρίζω . Κι ας μην τ’ αξίζεις ίσως . Παιδί ακόμα σε θυμαμαι απ’ τις ασπρομαυρες ταινίες . Σε θυμάμαι που νηστικός ζητάς να φας . Δε θυμαμαι σε ποια ταινία , ίσως κάποιος φίλος να θυμάται καλύτερα . Ο πιτσιρικάς , που του ζητάς φαϊ , σου απανταει με αφοπλιστική ειλικρίνεια «Είχαμε φασόλια και τα φάγαμε». Τόσο εντύπωση μου έκαναν τα λόγια που ακόμα τα θυμάμαι . Σαράντα τόσα χρόνια αργότερα σου ξαναλέω αυτή τη φράση . Είχαμε φασόλια και τα φάγαμε . Δεν έμεινε τίποτα .
Ακολουθώντας πολιτικές και νοοτροπίες που μας οδήγησαν στο σημερινό τέλμα , βρεθήκαμε αντιμέτωποι με χρέη που μας πνίξαμε . Ποτέ δε θα μάθουμε το γιατί . Προφανώς δε συμφέρει κανέναν. Ποτέ κανείς δε θα κληθεί να δώσει εξηγήσεις . Ποτέ κανείς δε ζήτησε συγγνώμη απο τον ελληνικό λαό . Ποτέ κανείς δεν αναγνώρισε την άθελή του ( ή πρός ίδιον συμφέρον ) ΠΡΟΔΟΣΙΑ του.
Μαζί τα φάγαμε , αλλά κάποιοι χόρτασαν για πάντα . Μη λέμε τη μισή αλήθεια . Κι εμείς κλαίμε , πάνω στο καράβι που μας πηγαίνει μακριά . Κλαίμε για μας , κλαίμε για αυτούς που μένουν πίσω και κουνούν μαντήλια , κλαίμε για την Ελλάδα . Όμως Ελλάδα δεν είναι οι κυβερνήσεις της , οι πολιτικοί της , το οργανωμένο κράτος . Ελλάδα είναι οι άνθρωποι , ο τόπος , τα άγια τούτα χώματα.
Μη νομίζεις πως έχουμε το σύνδρομο της Στοκχόλμης και έχουμε συναισθήματα γι’ αυτό που μας πλήγωσε τόσο βαθιά . Αγαπάμε τα λουλούδια της , τα ηλιοβασιλέματά της , τα βουνά της , τις θάλασσες . Αγαπάμε την τέχνη της , τη μουσική της . Αγαπάμε όλους αυτούς που μας μεγάλωσαν στην αγκαλιά της . Αγαπάμε κι εσένα Κώστα Καζάκο , γιατί είσαι κομμάτι μας .
Δε φύγαμε για να πλουτίσουμε , ούτε να κάνουμε καμια dolce vita. Φύγαμε για να ζήσουμε . Κι όπου να πάμε θα είμαστε Έλληνες . Βλέπεις η Ελλάδα είναι τόσο μεγάλη που ο χώρος είναι μια διάσταση που δεν την περιορίζει . Είναι πάνω από μας , μια δύναμη ασύγκριτη κι ασυγκράτητη συνάμα.
Θα μπορούσα να γράψω κατεβατά . Φτάνει όμως . Το’ πιασες το νόημα . Κι αν δεν το’ πιασες καλά κοίτα τις φωτογραφίες που είναι πάνω στο καράβι . Το καράβι που μας πήγε μακριά . Κοίτα τη γυναίκα μου που σκουπίζει τα δάκρυα του γιού μου . Κοίτα την κόρη μου που χαιρετά με όλη της τη δύναμη . Κοίτα τους ανθρώπους μας πίσω απ’ τα κάγκελα . Κοίτα κι εμένα ,που δε φαίνομαι ,και απλά απαθανατίζω τις στιγμές , σα να συμβαίνει σε κάποιον άλλον . Κοίτα και θα νιώσεις τα υγρά δάκρυα στα μάγουλα . Κοίτα στα μάτια τους “προδότες”. ΚΟΙΤΑ