Χάρη στη νίκη του ο Ερντογάν θα επιδιώξει να εδραιώσει κάποια από τα κέρδη της Τουρκίας στην εξωτερική πολιτική των τελευταίων χρόνων (ειδικά με τον λεγόμενο «παγκόσμιο Νότο», δηλαδή κράτη της Ασίας, της Αφρικής κ.ά.).
Με την τελευταία νίκη του στις προεδρικές εκλογές ο Ερντογάν εμφανίζεται ενισχυμένος στο να διαμορφώσει τη στρατηγική εθνικής ασφάλειας και τους στόχους εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή. Η Τουρκία θα αισθάνεται συνεχώς την ανάγκη για μια παρεμβατική εξωτερική πολιτική στο απρόβλεπτο παγκόσμιο και περιφερειακό περιβάλλον, που είναι παράγωγο των παγκόσμιων ισορροπιών δυνάμεων ως και των περιφερειακών συγκρουσιακών τάσεων, ενώ σε στρατιωτικό πλαίσιο θα πλασάρει τα στρατιωτικοτεχνολογικά της προϊόντα.
Διεθνείς συμμαχίες
Μετά την απόπειρα του γκιουλενικού πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016 η Τουρκία επεδίωξε να αναβαθμίσει την εξωτερική της πολιτική πιο αποτελεσματικά. Από το 2011 έως το 2016, η Αγκυρα αναζητούσε συνεχώς διεθνείς συμμαχίες για επέμβαση στη Συρία, αλλά μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος άρχισε να συμμετέχει πιο ενεργά στο πεδίο μέσω άμεσων στρατιωτικοαστυνομικών επιχειρήσεων στη Βόρεια Συρία. Παρατηρήθηκε, επίσης, ότι η διπλωματική κινητικότητα ενδυναμώθηκε παράλληλα με την πρόοδο των στρατιωτικών ενεργειών ως και της συλλογής πληροφοριών. Ετσι, η Τουρκία απέκτησε την ικανότητα να καθορίσει τη δυναμική στο έδαφος μέσω της διαδικασίας της Αστάνα με τη Ρωσία και το Ιράν, ενώ κατάφερε, επίσης, να λάβει μέτρα για να παρακολουθήσει πιο ενεργά την εμπλοκή των ΗΠΑ με το κουρδικό στοιχείο στη Βόρεια Συρία.
Μέσα στο 2022 οι διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με τη Συρία του Ασαντ ήρθαν στο προσκήνιο. Οι κύριοι στόχοι αυτών των διαπραγματεύσεων ήταν να εξασφαλιστεί η εκούσια επιστροφή των προσφύγων και να περιοριστεί η επιχειρησιακή περιοχή του PKK. Η εκλογική νίκη του Ερντογάν (που τουλάχιστον συγκριτικά με την αναιμική εξακομματική αντιπολίτευση εμφανίστηκε να έχει ένα όραμα) ώθησε την Τουρκία στο να ενισχύσει αυτήν τη διπλωματική διαδικασία, ενισχύοντας έτσι περαιτέρω το «χέρι της χώρας» σε ελιγμούς και διαπραγματεύσεις εξωτερικής πολιτικής. Στον πόλεμο στη Βόρεια Συρία, όπου η Τουρκία έχει γίνει σημαντικός παράγοντας, οι προσπάθειες για τη διατήρηση της ισορροπίας Ουκρανίας-Ρωσίας έχουν έρθει στο προσκήνιο. Ενώ η Τουρκία συνεχίζει να υποστηρίζει την Ουκρανία χωρίς να ενταχθεί στις διεθνείς κυρώσεις που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη στη Ρωσία, η διατήρηση της σχέσης της με τη Ρωσία μπορεί να θεωρηθεί ως προνομιακή (αυτή είναι η πραγματικότητα).
Προκλήσεις
Νέες απειλές από Πούτιν στην Ουκρανία: «Θα μετανιώσει για την επίθεση στο Καζάν»
Ωστόσο, το επόμενο διάστημα, ανάλογα με την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία, η Τουρκία μπορεί να αντιμετωπίσει μια σειρά από προκλήσεις. Αν ο πόλεμος συνεχιστεί για χρόνια (όπως φαίνεται) χωρίς οριστικό αποτέλεσμα, η Τουρκία μπορεί να αντιμετωπίσει δυσκολίες σε τομείς όπως η περαιτέρω προσέγγιση της Ουκρανίας με το ΝΑΤΟ και η συνέχιση των συμφωνιών με τη Ρωσία στη Μαύρη Θάλασσα, για παράδειγμα, στο πλαίσιο του εμπορίου σιτηρών. Με την άρση του βέτο στην εκπαίδευση των Ουκρανών στρατιωτικών ως και την επικείμενη εξαγωγή των F-16 στην Ουκρανία, οι ΗΠΑ άρχισαν να δημιουργούν την υποδομή για την de facto ένταξη της χώρας (Ουκρανίας) στη συμμαχία του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία είναι σε θέση να έχει ενισχυμένο λόγο για την περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ μετά την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Φυσικά, η Στοκχόλμη πρέπει να αντιμετωπίσει ορισμένες από τις «ανησυχίες» της Τουρκίας σχετικά με την τρομοκρατία και την παρουσία διαφόρων γκιουλενικών και κουρδικών στοιχείων στο έδαφος της σκανδιναβικής χώρας.
Είναι, επίσης, αλήθεια ότι η απόκτηση μαχητικών αεροσκαφών F-16 από την Τουρκία συνδέεται (ως έναν βαθμό) με το ζήτημα της Σουηδίας από το Κογκρέσο των ΗΠΑ. Ακόμη και αν αυτή η διαδικασία αποφέρει σύντομα θετικά αποτελέσματα, η τυχόν συνέχιση της σχετικής υποστήριξης της Ουάσιγκτον προς το YPG/PKK στη Βόρεια Συρία θα αυξήσει την ένταση στις διμερείς σχέσεις Αγκυρας-Ουάσιγκτον. Το να περιμένουμε να ενισχυθεί γρήγορα ο ρόλος της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ ως και οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ δεν είναι ρεαλιστικό, αλλά η Δύση, γνωρίζοντας ότι θα πρέπει να συνεργαστεί με τον Ερντογάν για τα επόμενα πέντε χρόνια, θα ενισχύσει την Τουρκία σε ορισμένα ζητήματα.
Λεπτή ισορροπία
Πρόσφατα είδαμε χώρες της Μέσης Ανατολής να προσπαθούν να διαχειριστούν την ισορροπία μεταξύ της ρωσοκινεζικής συμμαχίας και της δυτικής συμμαχίας. Ξεκινά μια περίοδος όπου οι περιφερειακές χώρες θα ενωθούν περισσότερο για να μειώσουν την ένταση που δημιουργείται από τον παγκόσμιο αγώνα εξουσίας και να αμβλύνουν τις περιφερειακές συγκρούσεις. Ως παραδείγματα μπορούν να αναφερθούν οι προσπάθειες της Τουρκίας για εξομάλυνση των σχέσεων με τις χώρες του Κόλπου ως και η ομαλοποίηση μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας (άγνωστο αν θα έχει βάθος χρόνου).
Αυτή η κατάσταση θα επιταχύνει τις προσπάθειες της Τουρκίας για εξομάλυνση των σχέσεων με διάφορες περιφερειακές χώρες. Η ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων με την Ε.Ε. μπορεί να ενισχύσει τους δεσμούς της Τουρκίας με την Ευρώπη και να βελτιώσει την άκρως χαοτική οικονομική της κατάσταση.
Η Τουρκία μπορεί να εμβαθύνει την οικονομική της ολοκλήρωση με την Ευρώπη αυξάνοντας τις άμεσες επενδύσεις, μετατρέποντας σε μεταποιητικό κόμβο, αναπτύσσοντας τον τουρισμό και ενισχύοντας τις συνεργασίες προηγμένης τεχνολογίας.
Παράλληλα, η Τουρκία θα επιδιώξει να αναβαθμίσει το προφίλ της σε παγκόσμια ζητήματα, όπως στην κλιματική αλλαγή, στη μετανάστευση, στην επισιτιστική κρίση, στην αντιμετώπιση ασύμμετρων απειλών κ.λπ. Με τους νέους πόρους φυσικού αερίου, η Τουρκία θα προσπαθήσει να ενισχυθεί ευρύτερα. Με την εκλογική νίκη του ο εγωπαθής Ερντογάν θα προσπαθήσει να αποκτήσει ισχυρότερη θέση στη διεθνή σκηνή. Τα συγχαρητήρια μηνύματα από παγκόσμιους ηγέτες και η εκφρασμένη προθυμία τους να συνεργαστούν είναι ενδεικτικά του κρίσιμου ρόλου που θα παίξει η τουρκική διπλωματία υπό την ηγεσία του Ερντογάν.
Η τουρκική εξωτερική πολιτική θα βρίσκεται αντιμέτωπη καθημερινά με το καθήκον να διατηρήσει τα κέρδη που έχει κάνει σε διάφορα κρίσιμα ζητήματα, από τη Λιβύη και τη Σομαλία μέχρι το Αζερμπαϊτζάν, την Ουκρανία και την Ανατολική Μεσόγειο, βελτιώνοντας παράλληλα τις οικονομικές σχέσεις με την Ευρώπη, αυξάνοντας την παρουσία της εντός του ΝΑΤΟ, καθώς και στη διαχείριση των επιπτώσεων της παγκόσμιας ισχύος.