Γράφει η Δήμητρα Στάικου
Oι δύο χώρες που διεκδικούν το σκήπτρο της πολιτικής δύναμης που μπορεί να τηρήσει τις ισορροπίες απέναντι στις ΗΠΑ είναι η Κίνα και η Ινδία. Μετά τη λύση του ψυχρού πολέμου ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία, η Κίνα φαίνεται άτυπα να έλαβε το σκήπτρο διαιώνισης του αποτυχημένου οικονομικά μοντέλου του κομμουνισμού .Ο Σι Τζινπίνγκ που βρίσκεται τώρα στο τιμόνι της Κίνας, συνεχίζει όπως ευαγγελίζεται με ένα μοντέλο « εκσυγχρονισμένου » κομμουνισμού .
Όταν ο Σι Τζινπίνγκ αντικατέστησε τον πρώην πρόεδρο της Κίνας Χου Τζιντάο το 2012, έδωσε αμέσως στίγμα της πολιτικής που θα ακολουθούσε: μείωση της ελευθερίας του λόγου και της ελευθερίας του τύπου, συρρίκνωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας στα πανεπιστήμια και πάταξη της αντιπολίτευσης στο Χονγκ Κονγκ. Με τον πατριωτικό, ενίοτε εθνικιστικό του λόγο, ο Σι Τζινπίνγκ προωθεί το αφήγημα μιας Κίνας σε άνοδο που διεκδικεί τη θέση που της ανήκει στη διεθνή κοινότητα. H Kίνα που ονειρεύεται ο Σι Τζινπίγκ είναι μία χώρα που οφείλει να μείνει πιστή στα ιδανικά του κομμουνισμού, καθώς θεωρεί ότι η κατάρρευση του κομμουνιστικού συστήματος που συνέβη σε άλλες χώρες έγινε λόγω της πολιτικής ανοίγματος που ακολούθησαν.
Φυσικά οι συντηρητικές πολιτικές απόψεις του Σι Τζινπίγκ ακτινοβολούν πρώτα από όλα στην πατριαρχική κοινωνία που οραματίζεται .Ο Σι Τζινπίνγκ θεωρεί ότι η καλή δουλειά στον τομέα των γυναικών δεν σχετίζεται μόνο με την προσωπική τους ανάπτυξη αλλά και με την «οικογενειακή αρμονία, την κοινωνική συνοχή, την εθνική ανάπτυξη και την εθνική πρόοδο», καθώς είναι απαραίτητο να «καλλιεργηθεί ενεργά μια νέα κουλτούρα γάμου και τεκνοποίησης και να ενισχυθεί η καθοδήγηση των νέων σχετικά με τον γάμο, την τεκνοποίηση και την οικογένεια».
Από την άλλη, το κομμουνιστικό μοντέλο της χώρας δε δημιουργεί συνθήκες για υψηλό βιωτικό επίπεδο για τους πολίτες. Αυτήν τη στιγμή στην Κίνα υπάρχει τεράστια οικιστική κρίση, με τη νέα γενιά να δυσκολεύεται να αποκτήσει σπίτι, παρόλο που εργάζεται πολύ σκληρά. Ενώ από τη μία τέθηκε επιτέλους σε ισχύ στην Κίνα ένα minimum κανόνων εργατικού δικαίου με τη θέση σε ισχύ ορισμένων συλλογικών συμβάσεων εργασίας, οι εργαζόμενοι σε πολλές περιπτώσεις αντιμετωπίζουν το λεγόμενο “996” ( εργασία από 9 π.μ. έως 9 μ.μ., έξι ημέρες την εβδομάδα), ιδιαίτερα στον τομέα της τεχνολογίας, οδηγώντας σε εξάντληση και εργατικές διαμαρτυρίες. Εξ’ αυτού του λόγου, η Κίνα είναι η χώρα στην οποία οι αριθμοί ευημερούν και οι άνθρωποι δυστυχούν .
Ας δούμε τώρα το πώς αυτή η συντηρητική χώρα χειρίζεται τις προς τα έξω διπλωματικές της σχέσεις. Αρχικά, η Κίνα είναι ένας πολύ κακός γείτονας καθώς εμπλέκεται σε εδαφικές και θαλάσσιες διεκδικήσεις με πολλά κράτη, ανάμεσα στα οποία τα πιο σημαντικά είναι η Ινδία ,η Βόρεια Κορέα, η Ταϊβάν ,η Ρωσία και η Μογγολία.
Όσον αφορά τώρα τις σχέσεις ΗΠΑ –Κίνας, το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CBS είχε μεταδώσει ότι ο Τραμπ προσκάλεσε προσωπικά τον Σι Τζινπίνγκ να παραστεί στην ορκωμοσία του αμέσως μετά την εκλογή του, όμως ο Σι Τζινπίνγκ δεν αναμένεται να ταξιδέψει στην Ουάσιγκτον για να παραστεί στην τελετή .
Αυτό σίγουρα δεν είναι μία καλή αρχή για την επόμενη μέρα των σχέσεων ΗΠΑ- Κίνας. Όμως και επί Μπάιντεν, ο Σι Τζινπίνγκ είχε προειδοποιήσει την Ουάσινγκτον ότι «ένας νέος ψυχρός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας δεν πρέπει να διεξαχθεί και δεν μπορεί να κερδηθεί». Πρόσθεσε ότι «η συγκράτηση της Κίνας είναι αδόκιμη, απαράδεκτη και καταδικασμένη να αποτύχει».
Φυσικά τα πυρηνικά δε θα μπορούσαν να λείπουν από το παιχνίδι ανταγωνισμού των δύο χωρών, καθώς και οι δύο πλευρές χρησιμοποιούν πυρηνικά αλλά επιλέγουν να στρουθοκαμηλίσουν ως προς την παραδοχή της χρήσης τους. Την περασμένη εβδομάδα, ερευνητές στο Ινστιτούτο Διεθνών Σπουδών Μίντλμπουρι στην Καλιφόρνια βρήκαν δορυφορικές εικόνες που φανερώνουν ότι η Κίνα εργάζεται σε πυρηνική πρόωση για ένα νέο αεροπλανοφόρο. Ο Τόγκ Ζάο, ανθρωπιστής και ερευνητής σε θέματα πυρηνικών, είχε σχολιάσει με άρθρο του στο Foreign Policy το 2017: «Εκτός αν ο Τραμπ παρέμβει προσωπικά, κάτι που φαίνεται απίθανο, φαίνεται ότι τα δύο έθνη(Κίνα ,ΗΠΑ) βρίσκονται στο χείλος ενός πολύ πιο έντονου πυρηνικού ανταγωνισμού, με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις για τη διεθνή σταθερότητα.»
Αλβανία: Η απαγόρευση του TikTok προκαλεί διάλογο για την ελευθερία του λόγου
Ιδιαίτερη σημασία πρέπει επίσης να δοθεί στη διαφορετική διαχείριση που έχουν κάνει Κίνα και Ινδία στον πόλεμο Ρωσίας ,Ουκρανίας. Ξεκινώντας από την πλευρά της Ινδίας ,είναι η χώρα που προσκάλεσε Ρωσία και Ουκρανία να σεβαστούν αμφότερες το διεθνές δίκαιο έστω και αργά .Δήλωσε ότι λυπάται που δεν εισακούστηκαν οι εκκλήσεις της διεθνούς κοινότητας για διπλωματία και διάλογο στον ρωσο -ουκρανικό πόλεμο.
Από την άλλη, η Κίνα έχει πάρει ξεκάθαρη θέση . Η Κίνα έχει επανειλημμένα αρνηθεί τους ισχυρισμούς ότι προμηθεύει τη Ρωσία με όπλα .Bέβαια δε μπορεί να αρνηθεί ότι ενίσχυσε την πολεμική μηχανή της Μόσχας παρέχοντας κρίσιμα εξαρτήματα για όπλα και άρματα μάχης. Ο Άντονι Μπλίνκεν, Αμερικανός διπλωμάτης και υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μπάιντεν, δήλωσε: «Τα κινέζικα εξαρτήματα χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν τη Ρωσία σε μια εξαιρετική προσπάθεια να κατασκευάσει περισσότερα πυρομαχικά, άρματα μάχης, τεθωρακισμένα οχήματα και πυραύλους. Περίπου το 70% των εργαλειομηχανών και το 90% των μικροηλεκτρονικών που εισάγει η Ρωσία προέρχονται από την Κίνα, πρόσθεσε. Είναι επομένως εμφανές ότι άμεσα ή έμμεσα η Κίνα βοηθά τη Ρωσία. »
Από την άλλη, όσον αφορά τις σχέσεις Κίνας-Ηνωμένου Βασιλείου, τα τελευταία χρόνια , έχουν επιδεινωθεί σημαντικά,. Η Μεγάλη Βρετανία έχει λάβει μια σειρά από μέτρα περιορισμού της χρήσης κινεζικών τεχνολογιών 5G, κυρίως σε σχέση με τη Huawei, μια από τις μεγαλύτερες κινεζικές εταιρείες στον τομέα της τηλεπικοινωνιακής υποδομής. Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, με το σκεπτικό ότι η χρήση αυτής της τεχνολογίας από εταιρείες που σχετίζονται με το κινεζικό κράτος ενδέχεται να συνιστά απειλή για την εθνική ασφάλεια, αποφάσισε να απαγορεύσει τη χρήση εξοπλισμού της Huawei και άλλων παρόμοιων εταιρειών για την ανάπτυξη δικτύων 5G.Επίσης η Μεγάλη Βρετανία έχει επιβάλλει κυρώσεις στην Κίνα για φερόμενες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στο Σιντζιάνγκ ,γεγονότα φυσικά που ο Σι Τζινπίγκ αρνείται.
Από την άλλη κατεύθυνση υπάρχει η Ινδία, η οποία είναι μία ταχέως αναπτυσσόμενη χώρα που έχει κάνει άλματα τόσο στη λήψη μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος όσο και στη βελτίωση του βιωτικού επιπέδου των κατοίκων ,συνθήκη που έχει καταφέρει να προσφέρει στους κατοίκους της σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές. Βέβαια αυτή η διαφορά στο βιωτικό επίπεδο των ανθρώπων μεταξύ των χωρών πρέπει να εξεταστεί και υπό το πρίσμα της θρησκείας, καθώς η Ινδία είναι μία χώρα όπου η επικρατέστερη θρησκεία είναι ο Ινδουισμός ,μία θρησκεία πολύ περισσότερο ανεκτική στη διαφορετικότητα σε σχέση με το μουσουλμανισμό που κυριαρχεί στο Πακιστάν και το Μπαγκλαντές.
Ξεκινώντας από τις σχέσεις Ινδίας- Αμερικής, όπως σημειώνει το Foreign Affairs, η Ινδία θέλει να συνεχιστεί το σερί της επιτυχίας της εξωτερικής πολιτικής με τους Αμερικανούς προέδρους. Ως εκ τούτου, θα επενδύσει στην ενίσχυση των δεσμών με την Ουάσινγκτον, αντλώντας από την προηγούμενη εμπειρία της στο νέο κεφάλαιο διαχείρισης των διπλωματικών σχέσεων με τον Τραμπ. Ένα κοινό όραμα για έναν ελεύθερο και ανοιχτό Ινδο-Ειρηνικό ωκεανό χαλυβδώνει τη σχέση ΗΠΑ-Ινδίας, και για να το πετύχουν αυτό εφαρμόζουν κοινή εμπορική γραμμή αλλά και αμυντική πολιτική.
Όσον αφορά τις σχέσεις της Ινδίας με ευρωπαϊκές χώρες, ξεκινώντας από την Ελλάδα ,η τελευταία επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ινδία πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 2024, και έκτοτε ενισχύθηκαν ακόμα περισσότερο οι σχέσεις των δύο χωρών. Oι δύο πρωθυπουργοί χωρών δεσμεύτηκαν σε συνεργασία Ελλάδας και Ινδίας σε τομείς όπως η άμυνα, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η παιδεία, το μεταναστευτικό. Ο κ. Μόντι εξέφρασε την ικανοποίησή του για τους γρήγορους ρυθμούς με τους οποίους κινούνται Αθήνα και Νέο Δελχί για τον διπλασιασμό των εμπορικών συναλλαγών μέχρι το 2030 .
Πέρα από την Ελλάδα που αποτελεί τον πιο σημαντικό εμπορικό κόμβο της Ινδίας στην Ευρώπη ,ας εξετάσουμε την παρούσα κατάσταση στις σχέσεις Ινδίας-Ηνωμένου Βασιλείου,που ιστορικά έχουν μεταξύ τους μακρόχρονη παράδοση στην ύπαρξη ισχυρών, εμπορικών και διπλωματικών δεσμών. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ινδία διαπραγματεύονται μια Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (ΣΕΕ) μετά το brexit. Και οι δύο χώρες βλέπουν σημαντικές οικονομικές ευκαιρίες στην επέκταση του εμπορίου, ιδιαίτερα σε τομείς όπως η τεχνολογία, οι υπηρεσίες, τα φαρμακευτικά προϊόντα και η μεταποίηση αγαθών. Όσον αφορά τις τελευταίες διπλωματικές εξελίξεις μεταξύ τους, στις 19 Δεκεμβρίου 2024 πραγματοποιήθηκε μία τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ Μόντι και Βασιλιά Καρόλου, την οποία ο Ναρέντρα Μόντι αποτύπωσε στον προσωπικό του λογαριασμό στο twitter ως εξής: «Ήταν χαρά μου να μιλήσω με τον Βασιλιά Κάρολο Γ’ σήμερα. Επαναβεβαιώθηκε η κοινή μας δέσμευση για να ενισχυθούν οι δεσμοί Ινδίας-Ηνωμένου Βασιλείου. Επιπλέον, ανταλλάξαμε απόψεις για θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένης της Κοινοπολιτείας, της δράσης για το κλίμα και της βιωσιμότητας. »
Προχωρώντας στη συνέχεια στην εξέταση των σχέσεων της Ινδίας με άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ιταλία, μπορούμε να πούμε ότι η σχέση Ινδίας και Ιταλίας αναβαθμίστηκε σε στρατηγική εταιρική σχέση τον Μάρτιο του 2023, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Ιταλού πρωθυπουργού στην Ινδία. Οι δύο χώρες δεσμεύτηκαν για ισχυρή εμπορική σύνδεση μεταξύ του Ινδο-Ειρηνικού, στον οποίο η Ινδία διαδραματίζει ηγετικό ρόλο, και της διευρυμένης Μεσογείου, όπου η Ιταλία βρίσκεται στο κέντρο της Μεσογείου Θάλασσας και λειτουργεί ως φυσική γέφυρα προς τον Ινδο-Ειρηνικό.Η απόφαση της Ιταλίας να αποσυρθεί από την πρωτοβουλία Belt and Road Iniciative (παγκόσμια οικονομική συμφωνία κρατών όπου ηγετικό ρόλο έχει η Κίνα)ευθυγραμμίζεται με κοινούς στόχους μεταξύ Ρώμης και Νέου Δελχί.
Αν φύγουμε λίγο πιο μακριά από την Ευρώπη και δούμε τις συμμαχίες γεωπολιτικής συμμαχίας που χτίζει η Ινδία στην Ανατολή, πρέπει να σταθούμε στον Ινδό υπουργό εξωτερικών Σουμπραχμάνγιαν Τζαινσκάρ, ο οποίος στο τελευταίο του βιβλίο αναφέρει σχετικά με τη συνεργασία Ινδίας-Εμιράτων: «Το να ενισχύσουμε την παράδοση των επαφών μεταξύ Ινδίας και Ευρώπης μέσω της Αραβίας, αποτελεί επιστροφή στην ιστορία”. Σε τελική ανάλυση, η ισορροπία μεταξύ των παγιωμένων πολιτικών και των αναδυόμενων οικονομιών θα καθορίσει τη σημασία της περιοχής για τον υπόλοιπο κόσμο». Η Ινδία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν ισχυρή συνεργασία στα Ηνωμένα Έθνη. Τα Εμιράτα υποστηρίζουν την υποψηφιότητα της Ινδίας για είσοδο στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών .Και οι δύο χώρες συμμετέχουν σε πολυμερείς πλατφόρμες όπως οι BRICS (διεθνής πολιτικός οργανισμός των κορυφαίων αναδυόμενων αγορών) και η τριμερής ένωση UFI ,σύνδεσμος μεταξύ Εμιράτων Γαλλίας και Ινδίας. Στο εμπορικό κομμάτι τώρα αυτό καθ’ αυτό, τα Εμιράτα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προορισμός εξαγωγών της Ινδίας μετά τις ΗΠΑ, με εξαγωγές αξίας 31,61 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ το 2023. Η Ινδία εξάγει μια ευρεία γκάμα αγαθών προς τα ΗΑΕ, συμπεριλαμβανομένων προϊόντων πετρελαίου, πολύτιμων λίθων, τροφίμων, υφασμάτων και μηχανικών προϊόντων.
Συνοψίζοντας, στη σκακιέρα που παίζεται μεταξύ διπλωματικών σχέσεων κρατών ανατολικού και δυτικού ημισφαιρίου αυτήν τη στιγμή ,φαίνεται ότι η χώρα που θα βγει μπροστά ως δύναμη ίσως να είναι αυτή που θα φέρει τη συμμαχία Δύσης -Ανατολής και όχι τον διχασμό τους . Η Ινδία δεν μπαίνει στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ αυτήν την στιγμή, αλλά προσπαθεί να βαδίσει σε τροχιά συμπόρευσης μαζί τους, Η Κίνα κατ’ εμέ μοιάζει με έναν απολιθωμένο βασιλιά που διατηρεί την αίγλη του παλιού καιρού μεν, αλλά αυτή η αίγλη δεν ταιριάζει με το παρόν που τρέχει με φρενήρεις ρυθμούς. Η Ινδία από την άλλη είναι ένας γίγαντας που ξυπνά .Είναι ένας γίγαντας με μυαλό εκσυγχρονιστή, και αυτό γιατί έχει αντιληφθεί ότι οι αλλαγές που συμβαίνουν γίνονται εκθετικά ξεκινώντας από το άτομο και πηγαίνοντας στο σύνολο. Για αυτόν το λόγο, δίνει έμφαση πρώτα στο ίδιο το άτομο ,την ελευθερία του και την εξέλιξή του .