“Τις τελευταίες 24 ώρες, τα [ισραηλινά] στρατεύματα ξεκίνησαν μια περιορισμένη χερσαία επιχείρηση στην κεντρική και νότια Λωρίδα της Γάζας […]. Για την ασφάλειά σας, απαγορεύονται οι μετακινήσεις μεταξύ της βόρειας και της νότιας Λωρίδας της Γάζας και αντίστροφα στον άξονα Σαλαχεντίν”, έγραψε στο Χ ο αραβόφωνος εκπρόσωπος του ισραηλινού στρατού Αβιτσάι Αντραΐ.
«Οι μετακινήσεις από τα βόρεια της Λωρίδας της Γάζας προς τα νότια επιτρέπονται μόνο μέσω της παραλιακής οδού αλ Ρασίντ», πρόσθεσε ο συνταγματάρχης Αντράι χωρίς να διευκρινίσει εάν ο στρατός επιτρέπει τη μετακίνηση από νότο προς βορρά σε αυτή τη διαδρομή.
Ο ισραηλινός στρατός δεν απάντησε αμέσως σε αίτημα του AFP για διευκρινίσεις.
Ένας αξιωματούχος από το υπουργείο Εσωτερικών της κυβέρνησης της Χαμάς στη Γάζα είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι ο ισραηλινός στρατός έκλεισε χθες το πέρασμα Νετζαρίμ, τον βασικό δίαυλο μεταξύ της πόλης της Γάζας και του νοτίου τμήματος του εδάφους, στον αυτοκινητόδρομο Σελαχεντίν.
«Ισραηλινά άρματα μάχης» αναπτύχθηκαν στη διασταύρωση «μετά την αποχώρηση των ειδικών δυνάμεων ασφαλείας των ΗΠΑ χθες (Τετάρτη) το πρωί», πρόσθεσε, αναφερόμενος στο αμερικανικό προσωπικό ιδιωτικής ασφάλειας που αναπτύχθηκε τον Φεβρουάριο μετά την αποχώρηση του ισραηλινού στρατού στο πλαίσιο της συμφωνίας εκεχειρίας που τέθηκε σε ισχύ στις 19 Ιανουαρίου μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς.
Έπειτα από αρκετές εβδομάδες αδιεξόδου στις έμμεσες συνομιλίες μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς σχετικά με τη συνέχεια αυτής της εκεχειρίας, το Ισραήλ επανέλαβε μεγάλης κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση το βράδυ της Δευτέρας προς την Τρίτη με μια σειρά πολυαίμακτων βομβαρδισμών.
Περιορισμένα τα περιθώρια ελιγμών της Χαμάς υπό τη στρατιωτική πίεση του Ισραήλ
Με την επανάληψη των ισραηλινών πληγμάτων στη Λωρίδα της Γάζας από την Τρίτη η παλαιστινιακή οργάνωση Χαμάς βρίσκεται υπό πίεση και το περιθώριο ελιγμών της μειώνεται, εκτιμούν αναλυτές.
Έπειτα από πολλές εβδομάδες αδιεξόδου στις έμμεσες συνομιλίες μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς για τη συνέχιση της εκεχειρίας, η πρώτη φάση της οποίας τέθηκε σε ισχύ στις 19 Ιανουαρίου, το Ισραήλ επανάλαβε τις ευρείας κλίμακας στρατιωτικές επιχειρήσεις του τη νύκτα της Δευτέρας προς Τρίτη με μια εκστρατεία φονικών βομβαρδισμών.
Ενισχυμένος από την υποστήριξη του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου υποσχέθηκε «την κόλαση» στους Παλαιστίνιους της Γάζας μέχρις ότου η Χαμάς να παραδώσει τους ομήρους που εξακολουθεί να κρατά.
Το Ισραήλ δεν εξετάζει το ενδεχόμενο να αναστείλει τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις εφόσον η παλαιστινιακή οργάνωση δεν καταθέτει τα όπλα, δεν δέχεται την πλήρη αποστρατιωτικοποίηση της Γάζας και δεν αποδέχεται να μην έχει κανέναν ρόλο στη μελλοντική διακυβέρνηση του θύλακα.
Υπό αυτές τις συνθήκες η Χαμάς, η ηγεσία της οποίας – κυρίως η στρατιωτική—έχει αποδεκατιστεί από την αρχή του πολέμου ο οποίος ξεκίνησε μετά την επίθεση της παλαιστινιακής οργάνωσης εναντίον του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023, φαίνεται να βρίσκεται μπροστά σε ένα δύσκολο δίλημμα: να υποχωρήσει στις απαιτήσεις του Ισραήλ και να χάσει το τελευταίο της διαπραγματευτικό χαρτί παραδίδοντας τους τελευταίους ομήρους που κρατούνται στη Γάζα ή να συρθεί σε έναν πλήρη πόλεμο κινδυνεύοντας να παρατείνει ακόμη περισσότερο τα δεινά των Παλαιστίνιων.
«Αν αφεθούν ελεύθεροι οι όμηροι υπό την πίεση των ισραηλινών επιθέσεων, τότε η Χαμάς δεν θα έχει καμία άλλη εγγύηση», εκτίμησε ο Γκάσαν Χατίμπ Παλαιστίνιος πολιτικός αναλυτής και πρώην υπουργός, σύμφωνα με τον οποίο «το περιθώριο ελιγμών (του παλαιστινιακού κινήματος) μειώνεται».
Περισσότερες από 48 ώρες μετά τα πρώτα ισραηλινά πλήγματα η Χαμάς απέφυγε να εκτοξεύσει ρουκέτες εναντίον του Ισραήλ και επιμένει ότι είναι ανοικτή στις διαπραγματεύσεις, ζητώντας από τον ΟΗΕ «να λάβει έκτακτα μέτρα» ώστε να τερματιστεί «η επίθεση» και «ο γενοκτόνος πόλεμος» εναντίον της Γάζας.
«Η αμερικανική και ισραηλινή στρατηγική, από κοινού, είναι να αναγκάσουν τη Χαμάς να υποχωρήσει», αλλά αυτό δεν έχει λειτουργήσει, επισημαίνει η Λέιλα Σεουράτ που ειδικεύεται σε θέματα που αφορούν το παλαιστινιακό κίνημα στο Αραβικό Κέντρο Ερευνών και Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού (CAREP). Η ίδια εκτιμά ότι «η Χαμάς βασίζεται στους μεσολαβητές, στο εξωτερικό, και στον διχασμό ενός του Ισραήλ» προκειμένου να σταματήσει τα πλήγματα.
Το Κατάρ και η Αίγυπτος, οι δύο αραβικές χώρες που μεσολάβησαν για την επίτευξη της εκεχειρίας τον Ιανουάριο, έχουν ζητήσει την επανάληψη των διαπραγματεύσεων, έχουν καταδικάσει την επανάληψη των ισραηλινών πληγμάτων και έχουν απαιτήσει να συνεχιστεί η διαδικασία όπως αυτή προβλέπεται στη συμφωνία εκεχειρίας.
Όμως οι ΗΠΑ στηρίζουν ξεκάθαρα το Ισραήλ.
Υπό αυτές τις συνθήκες οι επικεφαλής της Χαμάς «δεν θα απελευθερώσουν τους ομήρους, προτιμούν να αυτοκτονήσουν όλοι μαζί με τον λαό της Γάζας», σημειώνει ο Μάικλ Μίλστεϊν ειδικός σε παλαιστινιακά ζητήματα στο πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ. «Όμως πολλοί Ισραηλινοί, κυρίως μεταξύ αυτών που λαμβάνουν τις αποφάσεις, δεν το κατανοούν αυτό».
Ο Μίλστεϊν επισημαίνει ότι η Χαμάς θεωρεί τον θάνατο ηγετικών της στελεχών «λογικό τίμημα» για τον αγώνα της.
«Σε διπλωματικό επίπεδο οι εμπλεκόμενες πλευρές στην πολιτική διαδικασία θα πρέπει να σκεφτούν μια στρατηγική εξόδου για τη Χαμάς», σχολιάζει ο Χάτιμπ.
Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι θέλουν να εξαλείψουν τη Χαμάς ως στρατιωτική δύναμη και ως κυβέρνηση στη Γάζα. Ωστόσο το κίνημα, αν και έχει δηλώσει επανειλημμένα έτοιμο να μη συμμετέχει στη μελλοντική διακυβέρνηση του θύλακα, αποκλείει το ενδεχόμενο να καταθέσει τα όπλα.
«Είναι ένα κίνημα που αυτοχαρακτηρίζεται κίνημα αντίστασης», σημειώνει η Σεουράτ, «αυτό δεν θα το απαρνηθεί ποτέ».
Ο Χατίμπ θεωρεί ότι υπάρχει ένας μοχλός άσκησης πίεσης στη Χαμάς: να αναγκαστούν «ηγετικά στελέχη της ή μαχητές της» να εγκαταλείψουν τη Γάζα, «όπως συνέβη με τους μαχητές και τα στελέχη της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης το 1982» από τον Λίβανο.
Μένει να βρεθεί η χώρα που θα τους υποδεχθεί.