Ηταν στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου ένας εκ των πρωτεργατών των συμφωνιών πυρηνικού επιπέδου αναφορικά με τη μείωση των στρατηγικών πυρηνικών/διηπειρωτικών οπλοστασίων, τη συνθήκη για τον αφοπλισμό από βιολογικά όπλα του 1972, την άμβλυνση των επαφών με την αλήστου μνήμης ΕΣΣΔ (ύφεση), το ιστορικό άνοιγμα του 1972-1973 με την κομμουνιστική Κίνα του Μάο και του Τσου εν Λάι, την εναέρια διπλωματία στη Μέση Ανατολή (υποστηρίζοντας έντονα το Ισραήλ και συμβάλλοντας στον εξοπλισμό του ώστε να αντιμετωπίσει και να υπερκεράσει τους προελαύνοντες αραβικούς στρατούς πριν από μισό αιώνα στον οκτωβριανό Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973).
Το ιστορικό αρχείο του Κίσινγκερ καταγράφει επίσης τη σκοτεινή πλευρά της αμφιλεγόμενης θητείας του στην εξουσία, το ρόλο του στην ανατροπή της δημοκρατίας και του εκλεγμένου προέδρου Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή (με το πραξικόπημα του Αυγκούστο Πινοσέτ), την περιφρόνηση για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε πλανητικό επίπεδο, την υποστήριξη σε βρόμικους, ακόμη και γενοκτονικούς, πολέμους στο εξωτερικό (στην Ινδοκίνα, με τους απαράδεκτους και σαρωτικούς βομβαρδισμούς στην Καμπότζη, το «πράσινο φως» που έδωσε στη χούντα της Ινδονησίας για την εισβολή στο Ανατολικό Τιμόρ), ως και την εμπλοκή του στις εγκληματικές καταχρήσεις της κυβέρνησης Νίξον, μεταξύ των οποίων οι μυστικές υποκλοπές και των δικών του κορυφαίων συνεργατών.
Τα αποκαλυπτικά «τηλέφωνα» των καθημερινών καταγραφών των τηλεφωνικών συνομιλιών του Κίσινγκερ (που κατέγραφε κρυφά και έβαζε τις γραμματείς του να συγκεντρώνουν) θεωρήθηκαν από τον Κίσινγκερ ως «προσωπικά χαρτιά» όταν αποχώρησε από το γραφείο του το 1977 και τα χρησιμοποίησε επιλεκτικά για να προωθήσει την πώληση των απομνημονευμάτων του. Η επιμονή του Χένρι Κίσινγκερ να καταγράφει σχεδόν κάθε λέξη που έλεγε είτε στους προέδρους που υπηρετούσε (χωρίς να γνωρίζουν ότι ηχογραφούνταν) είτε στους διπλωμάτες που παρακολουθούσε ήταν κάτι πρωτοφανές για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Οι βοηθοί του Κίσινγκερ σχολίασαν αργότερα ότι έπρεπε να παρακολουθεί ποιο ψέμα έλεγε σε ποιον(!). Ο Κίσινγκερ προσπάθησε να κρατήσει όλα τα έγγραφα υπό τον έλεγχό του, αλλά το Αρχείο Κρατικής Ασφάλειας άσκησε αγωγή και προκάλεσε το άνοιγμα των μυστικών εγγράφων, που φανέρωσαν μια αναμφισβήτητα μικτή και κυνική εικόνα της κληρονομιάς του Κίσινγκερ και του τεράστιου καταστροφικού κόστους για τους λαούς της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Λατινικής Αμερικής.
Ο υπογράφων έχει ενδελεχώς ασχοληθεί με τα έγγραφα Κίσινγκερ για πολλά χρόνια με έμφαση στα πυρηνικά ζητήματα και στις σχέσεις του με τα πιο ακραία καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής, της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Αφρικής (έχοντας πρόσβαση σε σημαντικά αρχεία και μελέτες).
Την επίθεση στο Μαγδεμβούργο καταδικάζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
Στη Λατινική Αμερική, ο Κίσινγκερ υβρίζεται ευρέως για την υποστήριξή του στις βάναυσες δεξιές δικτατορίες στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και της δεκαετίας του ’70. Ο Κίσινγκερ είπε αργότερα στον Πινοσέτ ότι είχε κάνει «μια μεγάλη υπηρεσία στη Δύση» απομακρύνοντας τον δημοκρατικά εκλεγμένο σοσιαλιστή πρόεδρο της Χιλής από την εξουσία. «Στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως γνωρίζετε, είμαστε συμπαθείς με αυτό που προσπαθείτε να κάνετε εδώ», είπε ο Κίσινγκερ.
Οπλισμένος με μια επικίνδυνη ψυχροπολεμική λογική, επικεντρώθηκε σε διαδοχικές κρίσεις στην Αιθιοπία, την Ανγκόλα και τη Ροδεσία, αναζητώντας μια γρήγορη λύση για να εμπλουτίσει μια φήμη που είχε αρχίσει να επισκιάζεται. Καθώς ο Κίσινγκερ έκλεισε τα 100 του χρόνια στις 27 Μαΐου, οι παρεμβάσεις του στην Αφρική ήρθαν και πάλι στο προσκήνιο, όχι μόνο για τις πολλαπλές αποτυχίες που προέκυψαν από μια προσέγγιση γεμάτη εξαπάτηση, μυστικότητα και άθλιες συμβουλές, αλλά και για τις μακροχρόνιες και επικίνδυνες συνέπειες, ειδικότερα με τη στάση του στην τότε ρατσιστική Νότια Αφρική (ειδικά μετά την αιματηρή φοιτητική εξέγερση στις 16 Ιουνίου 1976 στο Σοβέτο της Νότιας Αφρικής). Μέσα σε λίγα χρόνια ο Κίσινγκερ ενεπλάκη σε μια θολή επέμβαση στην Ανγκόλα που περιέπλεξε και χειροτέρεψε την αναδυόμενη σύγκρουση, εκεί που ακολούθησε την αποχώρηση της Πορτογαλίας μετά το πραξικόπημα στη Λισαβόνα το 1974.
Εγινε ο πρώτος ΥΠΕΞ των ΗΠΑ που επισκέφτηκε τη Νότια Αφρική εδώ και τρεις δεκαετίες, προσδίδοντας κύρος στο καθεστώς του απαρτχάιντ, στον απόηχο της σφαγής του Σοβέτο το 1976, όταν δεκάδες διαδηλωτές μαθητές και άλλοι δολοφονήθηκαν από την αστυνομία. Και ενίσχυσε τον ρατσιστή πρωθυπουργό της Ροδεσίας (σήμερα Ζιμπάμπουε), Ιαν Σμιθ, δείχνοντας τη δική του συμπάθεια για τις κοινότητες της λευκής μειονότητας που κυβερνούσαν τη Ροδεσία και τη Νότια Αφρική. Ασφαλώς έχουν γραφτεί πολλά και θα γραφούν περισσότερα τώρα μετά το θάνατό του. Ηταν έξυπνος, αλαζονικός και εμμονικός στις θέσεις του, ιστορικός και συγγραφέας πολλών ακροτήτων, αλλά υποστήριξε επί χρόνια τα πιο βρόμικα καθεστώτα του πλανήτη.