Το εφετείο της Καταλονίας απεφάνθη πως ο Αρτούρ Μας, ηλικίας 61 ετών, είναι ένοχος για «ανυπακοή», καθώς αδιαφόρησε για την εντολή του Συνταγματικού Δικαστηρίου που έκρινε ότι δεν μπορούσε να οργανώσει δημοψήφισμα. Επιπλέον καταδικάστηκε να καταβάλει πρόστιμο ύψους 36.500 ευρώ.
Το δικαστήριο καταδίκασε επίσης δύο πρώην συνεργάτιδες του Μας, τη Χοάνα Ορτέγα και την Ιρένε Ριγάου, σε απαγόρευση άσκησης δημοσίων λειτουργημάτων για 21 και 18 μήνες αντίστοιχα.
Τα στρατόπεδο των υπέρμαχων της απόσχισης συγκέντρωσε περίπου 40.000 υποστηρικτές του ενώπιον του δικαστηρίου κατά την έναρξη της δίκης, την 6η Φεβρουαρίου, με στόχο, όπως ανακοίνωσε, να προασπιστούν τη «δημοκρατία» και το δικαίωμα να διατυπώσουν την άποψή τους για τον μέλλον της περιφέρειας, που αντιπροσωπεύει το 20% του ΑΕΠ της Ισπανίας.
Το αυτονομιστικό κόμμα ERC αντέδρασε λίγα λεπτά μετά την ανάγνωση της ετυμηγορίας σήμερα στη Βαρκελόνη, καταγγέλλοντας μια «άδικη» και «αντιδημοκρατική» απόφαση.
Πόλεμος στην Ουκρανία: Προελαύνει η Ρωσία - Το Κίεβο έχασε πάνω από το 40% του Κουρσκ
Το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε ακυρώσει την 4η Νοεμβρίου 2014 το δημοψήφισμα που κρίθηκε παράνομο από την κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι στη Μαδρίτη, καθώς αναφερόταν σε ένα ζήτημα, την ενότητα της Ισπανίας, που έπρεπε να τεθεί υπόψη όλων των Ισπανών πολιτών.
Αγνοώντας την απαγόρευση, ο Καταλανός ηγέτης είχε καλέσει εθελοντές για τη διοργάνωση του δημοψηφίσματος και συγκέντρωσε 7.000 φορητούς υπολογιστές για τη μετάδοση και την καταμέτρηση των ψήφων. Δύο εκατομμύρια τριακόσιες χιλιάδες άνθρωποι εκ των περίπου 6 εκατομμυρίων κατοίκων της Καταλονίας που είχαν δικαίωμα ψήφου συμμετείχαν και το 80% εξ αυτών ψήφισε υπέρ της ανεξαρτησίας.
Οι δικαστές του εφετείου δεν εισάκουσαν την εισαγγελία που ζήτησε ο Μας και οι δύο γυναίκες να καταδικαστούν για απιστία, ασέβεια στις υποχρεώσεις που συνδέονται με ένα δημόσιο αξίωμα.
Η κατηγορούσα αρχή ζήτησε επίσης να επιβληθούν ποινές στέρησης του δικαιώματος του εκλέγεσθαι πολύ πιο αυστηρές, 10 έτη για τον Μας και 9 έτη για τις πρώην συνεργάτιδές του.
Η απόφαση εκδόθηκε λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση της Σκωτίας για τη διεξαγωγή ενός νέου δημοψηφίσματος το 2018.