Αυτή τουλάχιστον την εντύπωση δημιούργησαν οι υποθέσεις Μάικ Φλιν και Τζεφ Σέσιονς, του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας που εξαναγκάστηκε σε παραίτηση, και του υπουργού Δικαιοσύνης, που βρέθηκε με τη σειρά του στο μάτι του κυκλώνα, επειδή αμφότεροι είχαν προεκλογικά μυστικές συναντήσεις με τον Ρώσο πρέσβη στην Ουάσιγκτον, Σεργκέι Κισλιάκ, σχετικά με την άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, χωρίς να ενημερώσουν την κυβέρνηση και το Κογκρέσο όπως όφειλαν εκ του νόμου – ακόμη χειρότερα παραπλανώντας τους.
Η αλήθεια, ωστόσο, είναι πολύ πιο σύνθετη για την πραγματική φύση των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων, οι οποίες πόρρω απέχουν από ένα ειδυλλιακό γκράφιτι με τους Τραμπ και Πούτιν να φιλιούνται στο στόμα.
Η εξαγγελία του Λευκού Οίκου την προηγούμενη Δευτέρα για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών κατά 10 δισεκατομμύρια δολάρια επιπλέον σε σχέση με όσα είχε προϋπολογίσει ο Ομπάμα προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Ρωσίας. «Αν συμβεί κάτι τέτοιο, είμαστε έτοιμοι να απαντήσουμε σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο», απάντησε με ετοιμότητα ο επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Δούμας, Λεονίντ Σλούτσκι, χωρίς να δώσει περαιτέρω διευκρινίσεις στο πρακτορείο Ιντερφαξ.
Την ίδια στιγμή ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Ριάμπκοβ, δήλωνε στη Βουλή της Μόσχας ότι οι ρωσο-αμερικανικές σχέσεις βρίσκονται στο χειρότερο σημείο τους μετά τον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου, πετώντας το μπαλάκι στον Ντόναλντ Τραμπ για να αποδείξει εμπράκτως ότι μπορεί να αλλάξει το κλίμα. Τις υπέρμετρες αρχικές ελπίδες των Ρώσων ψαλίδισε και η δήλωση του νέου υπουργού Αμυνας των ΗΠΑ, Τζέιμς Μάτις, ότι «το ΝΑΤΟ οφείλει να διαπραγματευθεί με τη Ρωσία από θέση ισχύος».
Προς το παρόν, η αμερικανική πολεμική μηχανή συνεχίζει την περικύκλωση της Ρωσίας στην Ανατολική Ευρώπη στο πλαίσιο των «προ-Τραμπ» ΝΑΤΟϊκών σχεδιασμών, χωρίς καμία ένδειξη αναδίπλωσης. Αλλωστε, όπως επισήμαναν σε ανύποπτο χρόνο και οι Ρώσοι, ο Τραμπ, ακόμη και να το ήθελε, δεν έχει ακόμη πλήρη έλεγχο της εξουσίας.
Ας περιοριστούμε, λοιπόν, προς το παρόν στα γεγονότα. Και αυτά λένε ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ πρότεινε αύξηση 10% στον αμυντικό προϋπολογισμό του επόμενου έτους, δηλαδή 54 δισεκατομμύρια δολάρια επιπλέον για εξοπλισμούς. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ομπάμα είχε ήδη προτείνει αύξηση δαπανών κατά 35 δισ. δολάρια στον προϋπολογισμό του 2018, επομένως η πραγματική αύξηση του Τραμπ είναι 19 δισ.
Πριγκίπισσα Αικατερίνη: Δίνει μάχη με τον καρκίνο - Το σοβαρό χειρουργείο
Ακόμη όμως κι αυτό το ποσό δεν ήταν αρκετό για να ικανοποιήσει τα «γεράκια» των Ρεπουμπλικανών, που συνδέονται με το στρατιωτικο-βιομηχανικό πλέγμα. Ο κύριος εσωκομματικός αντίπαλος του Τραμπ και επικεφαλής της δικομματικής επιτροπής του Κογκρέσου για την αναδιάρθρωση των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων, γερουσιαστής Τζον Μακέιν, κατηγόρησε τον Τραμπ ότι δεν θέλει να ξοδέψει αρκετά!
«Ο πλανήτης έχει πάρει φωτιά και η Αμερική δεν είναι σε θέση να διασφαλίσει την ειρήνη αυξάνοντας μόνο κατά 3% τον αμυντικό προϋπολογισμό του Ομπάμα… Μπορούμε και πρέπει να κάνουμε περισσότερα», τόνισε ο Μακέιν. Για το λόγο αυτό κάλεσε τον Τραμπ να μην αυξήσει το κονδύλι των αμυντικών δαπανών μόνο ως τα 603 δισ. δολάρια όπως ανακοίνωσε, αλλά τουλάχιστον σε 640 δισ. για τη χρονιά που έρχεται και σε 800 δισ. έως το 2022.
Τα νούμερα προκαλούν ίλιγγο, καθώς ο τερατώδης αμυντικός προϋπολογισμός των ΗΠΑ ξεπερνά κατά πολύ εκείνους των ανταγωνιστών της. Με βάση τα στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών Ειρήνης της Στοκχόλμης, το 2015 η Κίνα δαπάνησε περίπου 250 δισεκατομμύρια δολάρια για το στρατό της, η τρίτη στον κόσμο σε αυτόν τον τομέα, Σαουδική Αραβία (!), μόλις ξεπέρασε τα 100 δισ., ενώ η Ρωσία, που κάποτε ήταν δεύτερη υπερδύναμη στον κόσμο, ξόδεψε για την άμυνά της κάτι λιγότερο από 90 δισ. δολάρια – μιλάμε πάντα για δύο χρόνια πριν.
Ωστόσο, οι σύγχρονοι πόλεμοι δεν αφορούν μόνο στην ποσότητα, αλλά κυρίως την τεχνολογική υπεροχή και την ικανότητα στον ηλεκτρονικό πόλεμο, όπου οι Ρώσοι αποδεικνύονται άφθαστοι.
Αμερικανοί στρατηγοί δεν έκρυψαν το θαυμασμό τους για τις επιδόσεις του ρωσικού Πυροβολικού και των μονάδων ηλεκτρονικού πολέμου στην Ουκρανία, τη στιγμή που εδώ και δύο σχεδόν δεκαετίες η χαώδης τεχνολογική υπεροχή των Αμερικανών στο Ιράκ και το Αφγανιστάν δεν τους έχει εξασφαλίσει την πλήρη κυριαρχία στα συγκεκριμένα μέτωπα. Εκεί ο Τραμπ πράγματι έχει μπροστά του δύο «μισοτελειωμένους» πολέμους, στους οποίους ενδέχεται να προστεθεί μια εκστρατεία για την εκρίζωση του ISIS – στην εξάλειψη του οποίου επιμένει μέχρι στιγμής σταθερά. Πέρα από αυτά, το BBC επισημαίνει ότι οι Αμερικανοί ειδικοί είναι ιδιαίτερα ανήσυχοι για την πρόοδο των Κινέζων στην τεχνητή νοημοσύνη, που καθιστά σχετικά ξεπερασμένα τα αμερικανικά υπερόπλα της δεκαετίας του 1980 και του 1990 (έξυπνες βόμβες, μη επανδρωμένα συστήματα κ.λπ.).
Αν κάτι ανησυχεί βαθιά τους Αμερικανούς αναλυτές, είναι ότι προς το παρόν ο Τραμπ δεν έχει αποσαφηνίσει το προσωπικό του όραμα για τη διατήρηση της στρατιωτικής πρωτοκαθεδρίας των ΗΠΑ στον πλανήτη. Θα συνεχίσει την περικύκλωση της Ρωσίας συσσωρεύοντας στρατεύματα στα Ανατολικά Βαλκάνια, στην Πολωνία και την Βαλτική; Θα ρίξει το βάρος στην ανάσχεση της Κίνας στον Ειρηνικό, όπως έκανε ο Ομπάμα; Τι αντίκτυπο θα έχουν όλα αυτά σε μια ενδεχόμενη συνεννόησή του με το Κρεμλίνο για μια σειρά ανοιχτών ζητημάτων; (Στο ευρύ πλέγμα των διμερών σχέσεων συγκαταλέγεται η παρουσία του ΝΑΤΟϊκού στόλου στο Αιγαίο, που επισήμως ελέγχει τη λαθραία διακίνηση μεταναστών, αλλά στην πραγματικότητα «τσεκάρει» τη συσσώρευση ρωσικών ναυτικών δυνάμεων στην εύφλεκτη Ανατολική Μεσόγειο, των πλούσιων ενεργειακών κοιτασμάτων που συνδιεκδικεί με πάθος η Τουρκία (Κύπρος, Λεκάνη του Ηροδότου, ΑΟΖ Συρίας, Λιβάνου , Ισραήλ, Αιγύπτου κ.λπ).
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έκρυψε την πρόθεσή του να εξοικονομήσει κονδύλια για την άμυνα μέσα από περικοπές στις δαπάνες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και ειδικά των κωδικών για την ανθρωπιστική βοήθεια σε διάφορες χώρες του πλανήτη. Ωστόσο, πολλά στελέχη του στρατεύματος επισημαίνουν ότι αυτού του είδους η βοήθεια έχει αυξημένη γεωπολιτική υπεραξία για τις ΗΠΑ, αφού τις βοηθά να διατηρούν κάπως την τάξη σε έναν όλο και πιο χαοτικό κόσμο – ειδικά σε αποτυχημένα κράτη στην Αφρική ή και στην Καραϊβική (βλέπε Αϊτή).
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΤΟΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής