Από την Ουάσινγκτον, Πέτρος Κασφίκης
Τι και αν η παράδοση θέλει την πρώτη ομιλία του νέου πρόεδρου να έχει μια αισιόδοξη νότα, διαγράφοντας ένα κοινό όραμα για το μέλλον? Η πρώτη προεδρική ομιλία του Τραμπ από το μπαλκόνι του Καπιτωλίου ήταν θυμωμένη, απευθύνθηκε στην σκληρή κομματική του βάση, η οποία άλλωστε είναι και αυτή που τον ανέδειξε, και δεν έκανε τίποτα για να επουλώσει τις πληγές του προεκλογικού διχασμού.
Το επιτελείο Τραμπ πίστευε πως ένα σκληρό εθνικιστικό μήνυμα που θα βάζει πρώτα την χώρα και θα έχει έντονη λαϊκιστική χροιά θα λειτουργούσε ενωτικά. Στην πραγματικότητα είναι ακριβώς αυτό που έχει αποξενώνει τους προοδευτικούς και φοβίζει όλων των ειδών τις μειονοτικές ομάδες.
Η συγκεκριμένη ομιλία έρχεται για να διαψεύσει και τις τελευταίες ελπίδες για μια ενδεχόμενη μεταστροφή προς μια πιο συμβατική κατεύθυνση, επιβεβαιώνοντας πως ο Ντόναλντ Τραμπ θα είναι ένας εικονοκλάστης πρόεδρος που δεν έχει πρόβλημα να συγκρουστεί με την παράδοση και να πολιτευτεί με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο.
Αμερική: Φωτεινό Σπίτι στον Λόφο ή η Γη της Αποκάλυψης;
«Η σφαγή της Αμερικής σταματά εδώ»
Για μια ακόμα φορά ο Ντόναλντ Τραμπ δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει τα πιο μελανά χρώματα για να ζωγραφίσει σε αποκαλυπτικούς τόνους το πορτραίτο μια ζοφερής εσωτερικής πραγματικότητας. Το ύφος της ομιλίας αλλά και η εικόνα της Αμερικής που παρουσίασε είναι κυριολεκτικά η νύχτα με την μέρα, ειδικά αν τη συγκρίνουμε με αυτή του Ρόναλντ Ρήγκαν, ο οποίος ήταν ο πρώτος πρόεδρος που ορκίστηκε στην Δυτική Πτέρυγα του Καπιτωλίου (τον σημερινό χώρο της τελετής) και παρομοίωσε την Αμερική ως «το φωτεινό σπίτι που στέκεται στην κορυφή του λόφου».
Υπό αυτή την έννοια, η ομιλία του Τραμπ έμοιαζε σημαντικά με εκείνη που είχε δώσει όταν ανέλαβε επίσημα το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών στο συνέδριο του κόμματος στο Οχάιο. Τότε οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές των δελτίων είχαν εμφανιστεί μουδιασμένοι, υποστηρίζοντας πως αυτή η «μαύρη πραγματικότητα» δεν αντιπροσωπεύει την Αμερική που γνωρίζουν και κατηγορώντας τον Τραμπ για «τρομολαγνεία».
Φαίνεται, όμως, πως αυτή η περιγραφή της χώρας αντανακλά την καθημερινότητα μιας ραγδαίας αυξανόμενης μερίδας Αμερικανών που βλέπουν την παγκοσμιοποίηση και την εξέλιξη της τεχνολογίας να εξαφανίζουν τις δουλείες και να έχουν βυθίσει τις κοινότητες τους στην φτώχεια και την παρακμή.
Γαλλία - Μπαϊρού: Είμαι υπερήφανος για τη νέα κυβέρνηση - Δείτε όλα τα ονόματα
Ενώ, λοιπόν, η συντριπτική πλειοψηφία του μιντιακού και πολιτικού κατεστημένου, η οποία διαμένει στα μεγάλα και πλούσια μητροπολιτικά κέντρα της ανατολικής ή δυτικής ακτής, αγνοούσε επιδεικτικά τις συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, η αποκαλυπτική ρητορική του Τραμπ άγγιξε την ανασφάλεια των αγανακτισμένων ψηφοφόρων γιατί τους έδωσε τουλάχιστον την εντύπωση πως αναγνωρίζει την σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν και αφουγκράζεται τα προβλήματα που τους ταλαιπωρούν.
Πρώτα η Αμερική
«Οι παρευρισκόμενοι σήμερα εδώ στέλνουμε ένα νέο μήνυμα για να ακουστεί σε κάθε πόλη, σε κάθε ξένη πρωτεύουσα και αίθουσα αποφάσεων. Από σήμερα και στο εξής ένα νέο όραμα θα κατευθύνει αυτή την χώρα. Από σήμερα θα βάζουμε πάνω από όλα την Αμερική. Πρώτα η Αμερική».
Είναι αναμφίβολα ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες, συμπεριλαμβανομένης και της Αθήνας, που αναμένεται ότι θα προκαλέσει παγκόσμιες αναταράξεις αλλάζοντας τον ρόλο και τις σχέσεις των ΗΠΑ με μια σειρά από χώρες κατά μήκος του πλανήτη.
Με βασικό κύριο άξονα το εθνικιστικό προεκλογικό του μήνυμα, «Πρώτα η Αμερική», ο Τραμπ φάνηκε ότι είναι έτοιμος να προχωρήσει στην πιο ριζοσπαστική πολιτικά στροφή στην ιστορία της υπερδύναμης μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειώσουμε πως όπως πολλές άλλες «αυτοκρατορίες» στο παρελθόν, οι ΗΠΑ έχουν αρχίσει να εμφανίζουν σημάδια ιμπεριαλιστικής κόπωσης, την ώρα μάλιστα που σημειώνονται τεκτονικές αλλαγές στην γεωπολιτική σκακιέρα και νέες ανταγωνιστικές δυνάμεις διεκδικούν ένα πιο ενεργό ρόλο στην διεθνή σκηνή. Ένας από τους ιστορικούς λόγους που συνήθως επιτάχυνε την παρακμή αυτών των αυτοκρατοριών ήταν ο εγκλωβισμός στις πολιτικές του παρελθόντος που τις απέτρεπε να προσαρμοστούν κατάλληλα στο περιβάλλον της νέας εποχής. Μια συνολική, λοιπόν, αναθεώρηση του παγκόσμιου ρόλου και της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ που θα είναι προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα κρίνεται σχεδόν από όλες τις πλευρές επιβεβλημένη, αν και υπάρχει διχογνωμία για ποιο θα πρέπει να είναι το περιεχόμενο αυτής.
Εγκαταλείποντας τον διακομματικό ιδεαλισμό που θέλει την Αμερική στον ρόλο του παγκόσμιου θεματοφύλακα της ειρήνης, της ελευθερίας, και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το δόγμα Τραμπ στρέφεται προς μια πιο ρεαλιστική κατεύθυνση, η οποία θα χαρακτηρίζεται από έναν αυξανόμενο απομονωτισμό. «Πρώτα η Αμερική» άλλωστε σημαίνει ότι πρέπει να λύσουμε τα δικά μας εσωτερικά προβλήματα.
Σύμφωνα με αυτή την θεώρηση το οικονομικό και διπλωματικό κόστος που αναλώνει η χώρα για να διαδραματίζει τον ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα παρέχοντας ασφάλεια και δίνοντας λύσεις στα προβλήματα άλλων χώρων είναι δυσβάσταχτο και θα ήταν καλύτερα να επενδυθεί στο εσωτερικό για να βελτιώσει την καθημερινότητα των Αμερικανών πολιτών. Αυτή η στάση αναμένεται ότι θα αγγίξει πολλά θέματα άμεσου ή έμμεσου ελληνικού ενδιαφέροντος, όπως το ζήτημα του χρέους, ο ρόλος του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, το ΝΑΤΟ, τις σχέσεις με την Ρωσία και την πολιτική απέναντι στην Τουρκία.
Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική αναμένεται ότι θα δούμε μια μεγαλύτερη έμφαση στο ώμο εθνικό συμφέρον, όπως αυτό θα εκφράζεται από τα στρατιωτικά και εμπορικά συμφέροντα, έναντι του ιστορικού ρόλου και των αξιών που υποτίθεται ότι πρεσβεύει η χώρα.
Άλλωστε ο Τραμπ με πολύ απλό τρόπο έχει καταστήσει σαφές αυτή την μεταστροφή που επιθυμεί, την οποία μάλιστα φαίνεται ότι ενστερνίζεται ένα μεγάλο κομμάτι του εκλογικού σώματος τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά.
Οι Ρίζες της Οργής Ενάντια στην Πρωτεύουσα
«Η Ουάσινγκτον ευημέρησε, αλλά αυτός ο πλούτος δεν μοιράστηκε στους απλούς πολίτες»
Αυτό είναι ένα αναμφισβήτητο γεγονός. Κατά την διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, η Ουάσινγκτον έχει απολαύσει έναν από τους μεγαλύτερους δείκτες ευημερίας σε όλη των χώρα, την ίδια ώρα που ολόκληρες άλλες πόλεις και περιοχές έχουν βιώσει την οικονομική κατάρρευση.
«Το κατεστημένο προστάτευσε τον εαυτό του, αλλά όχι τους πολίτες αυτής της χώρας. Οι νίκες τους, δεν ήταν δικές σας νίκες. Οι θρίαμβοι τους, δεν ήταν και δικοί σας θρίαμβοι. Και παρόλο που τους γιορτάζουν στην πρωτεύουσα του έθνους, δεν υπήρχαν πολλοί λόγοι εορτασμού για τις εργαζόμενες οικογένειες σε κάθε άλλη γωνία της πατρίδας».
Είναι μια ξεκάθαρη αναφορά στην Αμερική των αντιθέσεων και των δύο ταχυτήτων. Δεν είναι τυχαίο ότι το θέμα του «κατεστημένου» φιγουράρει πολύ υψηλά και στην αρχή της ομιλίας, καθώς ήταν ένα από τα βασικά λαϊκιστικά μηνύματα της προεκλογικής του εκστρατείας. Το μήνυμα σε γενικές γραμμές είναι απλό. Καταλαβαίνω ότι περνάτε δύσκολα. Οι παραδοσιακοί πολιτικοί (το κατεστημένο της Ουάσινγκτον) είτε επειδή έχουν χάσει την επαφή μαζί σας και αδιαφορούν, είτε από ανικανότητα ή γιατί έχουν γίνει υπάλληλοι των μεγάλων συμφερόντων σας έχουν εγκαταλείψει και ευθύνονται για την κατάσταση που βιώνετε.
«Αυτό που πραγματικά μετράει δεν είναι πιο κόμμα θα ελέγχει την κυβέρνηση, αλλά αν η κυβέρνηση θα ελέγχετε από τον λαό. Και η 20 Ιανουαρίου θα καταγραφεί ως η ημέρα που ο λαός έγινε πάλι κύριος του έθνους».
Αυτή η ρητορική προσπαθεί να αποδώσει έναν κινηματικό χαρακτήρα στο «Make America Great Again» παρουσιάζοντας τη νίκη του Τραμπ ως έναν ξεσηκωμό των απλών καθημερινών Αμερικανών έναντι των πολιτικών και οικονομικών ελίτ της χώρας. Υπό αυτή την έννοια, η εκλογή Τραμπ παρουσιάζει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την επικράτηση του «Brexit», την οποία ο Νάιτζελ Φάρατζ παρουσίασε επίσης ως μια νίκη των «αληθινών ανθρώπων». Ο ίδιος ο Τραμπ άλλωστε είχε ταχθεί ανοιχτά υπέρ του «Brexit», λέγοντας ότι «πήραν πίσω την πατρίδα τους».
Το Φάρμακο του Οικονομικού Προστατευτισμού
«Θα ακολουθήσουμε δύο απλούς κανόνες: Αγοράζουμε αμερικάνικα, προσλαμβάνουμε Αμερικανούς».
Οι επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης για ένα μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης των κεντρικών πολιτειών ήταν ιδιαίτερες σοβαρές, καθώς η οικονομία των υπηρεσιών που ήρθε μετά την αποβιομηχανοποίηση δεν κατάφερε να προσφέρει μισθούς που να ανταποκρίνονται στο σχετικό κόστος διαβίωσης. Ο Ντόναλντ Τραμπ εμφανίζεται έτοιμος για μια στροφή προς τα πίσω. Η πολιτική συνταγή που προτείνει είναι η υποτίμηση του δολαρίου (σπάζοντας την παράδοση του σκληρού νομίσματος που κρατάει τα τελευταία συνεχόμενα 20 χρόνια) και η επιστροφή στην εποχή του οικονομικού προστατευτισμού.
«Ένα, ένα, τα εργοστάσια μας έκλεισαν και μεταφέρθηκαν εκτός συνόρων, χωρίς την παραμικρή σκέψη για τους εκατομμύρια εργαζόμενους Αμερικανούς που έμειναν πίσω. Ο πλούτος της μεσαίας τάξης μας έχει κλαπεί και διανεμηθεί κατά μήκος του πλανήτη».
Αυτή η θέση είναι εν μέρει σωστή αλλά εμπεριέχει και πολλές ανακρίβειες. Μπορεί τα εργοστάσια να έχουν όντως κλείσει, αλλά ο πλούτος που είναι συσσωρευμένος στην χώρα είναι περισσότερος από ποτέ. Οι εταιρίες που έχουν μεταφέρει τις παραγωγικές τους εγκαταστάσεις στο εξωτερικό πληρώνουν ιδιαίτερα χαμηλούς μισθούς και φόρους σε αυτές τις χώρες, ενώ όλα τα κέρδη επαναπατρίζονται.
«Κάθε απόφαση για το εμπόριο, τους φόρους, την μετανάστευση, την εξωτερική πολιτική θα παίρνετε για να ωφελήσει τις οικογένειες των Αμερικανών εργαζόμενων. Πρέπει να προστατεύσουμε τα σύνορα μας από την λεηλασία των άλλων χωρών που κλέβουν τις εταιρίες μας και καταστρέφουν τις δουλείες μας. Ο προστατευτισμός θα οδηγήσει σε μεγάλη ευημερία και δύναμη».
Τόλμησε να εκστομίσει την απαγορευμένη λέξη, θέτοντας σε μια μόλις πρόταση εν αμφιβόλω την οικονομική ορθοδοξία της φιλελεύθερης παγκόσμιας τάξης, που οικοδομήθηκε σταθερά από την μεταπολεμική εποχή ως τις μέρες μας. Οι ειδικοί, όμως, αναλυτές προειδοποιούν πως το τρένο της ιστορίας δεν γυρίζει πίσω και πως ο οικονομικός προστατευτισμός που θέλει να ακολουθήσει ο Τραμπ μέσω της επιβολής δασμών και της απομάκρυνσης των ΗΠΑ από τις συμφωνίες ελευθέριου εμπορίου δεν θα είναι σε θέση να φέρει τις δουλείες και τους μισθούς που χάθηκαν πίσω.