Ο 24χρονος Ανίς Αμρί, από την πόλη Γκάζα της Τυνησίας, ο οποίος άφησε την ταυτότητά του στο μοιραίο φορτηγό της επίθεσης, είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης στην Ιταλία, ενώ συνελήφθη και τον περασμένο Αύγουστο στη Γερμανία με πλαστά έγγραφα, αφέθηκε, όμως, ελεύθερος, γεγονός που προκαλεί έντονα ερωτήματα τόσο για την ετοιμότητα των Αρχών όσο και για τη διακρατική συνεργασία κατά της τρομοκρατίας.
Στόχος
Η επίθεση -πιστό αντίγραφο του πολύνεκρου χτυπήματος της 14ης Ιουλίου στη Νίκαια της Γαλλίας- σημειώθηκε το βράδυ της Δευτέρας στη χριστουγεννιάτικη αγορά της Μπράιτσαϊντπλατς, τοποθετώντας τη Γερμανία -ύστερα από μια σειρά μικρότερων επιθέσεων από «μοναχικούς λύκους» το περασμένο καλοκαίρι- στους κύριους στόχους των τζιχαντιστών. Δώδεκα άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και δεκάδες τραυματίστηκαν, όταν το μοιραίο φορτηγό βάρους 25 τόνων, που ανήκε σε πολωνική εταιρία μεταφορών, προσέκρουσε στα ξύλινα κιόσκια των Χριστουγέννων που πουλάνε λουκάνικα και ζεστό κρασί.
Σταμπαρισμένος
Ο καταζητούμενος που -φέρεται να τραυματίστηκε στη συμπλοκή του με τον Πολωνό οδηγό που μάταια επιχείρησε να διατηρήσει τον έλεγχο του οχήματος- διατηρούσε δεσμούς με ισλαμιστές στη Βόρεια Γερμανία-Βεστφαλία. Βρισκόταν μάλιστα στη «μαύρη λίστα» των υπόπτων για τρομοκρατική απειλή και είχε τεθεί υπό αυξημένη επιτήρηση από ένα δικαστήριο στο Ράβενσμπουργκ, το οποίο εξέδωσε μάλιστα διαταγή για την απέλασή του, τον Ιούλιο. Η προσπάθεια ωστόσο των Αρχών να τον απελάσουν «σκόνταψε», καθώς δεν διέθετε έγγραφα ταυτοποίησης. Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε ο υπουργός Εσωτερικών του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, ο Ανίς Αμρί έφτασε στη Γερμανία τον Ιούλιο του 2015, μέσω Ιταλίας (όπου είχε φτάσει το 2012) μαζί με μια ομάδα προσφύγων.
Οταν το αίτημά του για άσυλο απορρίφθηκε, εκείνος πέταξε όλα του τα χαρτιά και έτσι ήταν αδύνατη η απέλασή του. Εκτοτε εξαφανίστηκε και άρχισε να κινείται στη Γερμανία χρησιμοποιώντας τουλάχιστον έξι διαφορετικά ψευδώνυμα αλλά και πλαστές εθνικότητες. Η εφημερίδα «Sueddeutsche Zeitung» έγραψε ότι βρισκόταν σε επικοινωνία με τον Αμπού Ουαλάα, τον Ιρακινό «ιμάμη χωρίς πρόσωπο», που θεωρείται ο βασικός «εκπρόσωπος» του Ισλαμικού Κράτους στη Γερμανία και συνελήφθη πρόσφατα. Ο πατέρας του δήλωσε μάλιστα στο ραδιόφωνο Radio Mosaique της Τυνησίας ότι εγκατέλειψε τη χώρα 7 χρόνια πριν και ότι εξέτισε τετραετή ποινή φυλάκισης στην Ιταλία με την κατηγορία του εμπρησμού ενός σχολείου.
Εδωσε μάχη
Και ενώ το ανθρωποκυνηγητό για τη σύλληψή του συνεχίζεται, σοκάρουν οι λεπτομέρειες που βλέπουν το φως για τον άτυχο οδηγό του φορτηγού, τον 37χρονο Πολωνό, Λούκας Ούρμπαν, ο οποίος βρέθηκε νεκρός με μία σφαίρα στο κεφάλι στη θέση του συνοδηγού. Οι αστυνομικές αρχές θεωρούν πως η κατάσταση στην οποία βρέθηκε η σορός του, σημαίνει πως πάλεψε με νύχια και με δόντια, ώστε να αποτρέψει το μακελειό και ήταν ζωντανός την ώρα που ο μακελάρης «σκορπούσε» το θάνατο.
Το όπλο της δολοφονίας δεν έχει βρεθεί ακόμη, γεγονός που οδηγεί επίσης στο συμπέρασμα πως ο νεαρός Τυνήσιος παραμένει οπλισμένος και έτοιμος να σπείρει και πάλι το θάνατο.
Οι Αρχές έχουν εξαπολύσει τεράστιο ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό του σε ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ «χτενίζουν» τα κέντρα φιλοξενίας προσφύγων στη Δυτική Γερμανία, όπου πιστεύεται πως διέμενε, με έμφαση εκείνο της πόλης Εμεριχ, βόρεια της Κολωνίας, κοντά στα σύνορα με την Ολλανδία.
Σπάνε… ταμπού
Το μακελειό στο Βερολίνο αναζωπύρωσε τις συζητήσεις για τα μέτρα ασφαλείας, το στρατό στους δρόμους, αλλά και την παρακολούθηση δημόσιων χώρων, θέματα που παραμένουν ταμπού στη Γερμανία λόγω του ναζιστικού παρελθόντος. Χθες, το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε μια νομοθεσία που διευρύνει την παρακολούθηση με κάμερες σε δημόσιους και εμπορικούς χώρους, ως απάντηση στην πληθώρα βίαιων επιθέσεων που έλαβαν χώρα στη διάρκεια του καλοκαιριού. Οι υπουργοί ενέκριναν επίσης και τις λεγόμενες bodycams, κάμερες που φέρουν τα μέλη των ομοσπονδιακών αστυνομικών δυνάμεων, μετά την «αύξηση βίαιων επιθέσεων κατά της Αστυνομίας», σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών.
Ο δήμαρχος της γερμανικής πρωτεύουσας Μάικλ Μίλερ πάντως επιχείρησε να καθησυχάσει τους πολίτες. «Δεν θα αφήσουμε το κοσμοπολίτικο Βερολίνο να καταληφθεί από το φόβο και τον τρόμο, έπειτα από μια τέτοια δειλή επίθεση», είπε, την ώρα που ο πρόεδρος της χώρας, Γιόακιμ Γκάουκ, συνάντησε τραυματίες στο νοσοκομείο Charite της πόλης. Στο σημείο του μακελειού, κοντά στην εμβληματική εκκλησία προς τιμήν του Κάιζερ Γουλιέλμου, δεκάδες Βερολινέζοι τραγούδησαν μαζί με πρόσφυγες για να ξορκίσουν το μίσος και την ξενοφοβία.
Νατάσα Παυλοπούλου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου