Παμπάλαια τακτική των μυστικών υπηρεσιών της χώρας από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, τα «εξωτικά» δηλητήρια και οι τοξικές ουσίες που έχουν κατά καιρούς χρησιμοποιηθεί -ή φέρονται να έχουν χρησιμοποιηθεί, καθώς η ρωσική εξουσία αρνείται κάθε σχέση- εναντίον πολιτικών αντιπάλων του Κρεμλίνου έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το θέμα λαμβάνει διαστάσεις μετά την περίπτωση δηλητηρίασης του Αλεξέι Ναβάλνι, του πιο μισητού εχθρού του Κρεμλίνου, που νοσηλεύεται σε σοβαρή κατάσταση, εξαιτίας κάποιας άγνωστης τοξικής ουσίας.
Οπως ανέφερε το BBC, η πρακτική των δηλητηριάσεων με περίεργες φονικές ουσίες είχε ξεκινήσει από πολύ παλιά. Μία διάσημη «εκτέλεση» με τη μέθοδο της δηλητηρίασης ήταν εκείνη του Βούλγαρου αντικομμουνιστή δημοσιογράφου Γκέοργκι Μαρκόφ, το 1976. Η επίθεση κατά του Μαρκόφ έγινε με… ομπρέλα σε πολυσύχναστο δρόμο του Λονδίνου, μέρα μεσημέρι. Τα τελευταία χρόνια, έχουν καταγραφεί αρκετές δηλητηριάσεις πρώην Ρώσων πρακτόρων, πολιτικών και δημοσιογράφων που έχουν επικρίνει το Κρεμλίνο. Στο Λονδίνο (και πάλι) έγιναν στόχοι δύο Ρώσοι πρώην πράκτορες, που είχαν «αυτομολήσει» στη Βρετανία: ο Αλεξάντερ Λιτβινένκο το 2006 και ο Σεργκέι Σκριπάλ με την κόρη του, το 2018. Ο πρώτος ήταν πιο άτυχος, γιατί η ποσότητα του ραδιενεργού πλουτωνίου-210 που βρέθηκε στον οργανισμό του διέλυσε όλα τα ζωτικά του όργανα και έχασε τη ζωή του έπειτα από αρκετές μέρες νοσηλείας. Ο δεύτερος ανάρρωσε, γιατί προφανώς δεν είχε δεχθεί τόσο μεγάλη ποσότητα από τον τοξικό παράγοντα Novichok, που χρησιμοποιήθηκε για την απόπειρα εναντίον του στο Σόλσμπερι της Αγγλίας. Εκτός από αυτές τις πολύ γνωστές επιθέσεις, τα τελευταία χρόνια έχουν καταγραφεί και άλλες τέτοιου τύπου απόπειρες ή εκτελέσεις, όπως αυτές εναντίον του δημοσιογράφου Βλαντιμίρ Κάρα-Μούρζα και του καλλιτέχνη Πιότρ Βερτζίλοφ. Ακόμη και η δημοσιογράφος Αννα Πολιτκόφσκαγια, σφοδρή επικρίτρια του Κρεμλίνου, η οποία δολοφονήθηκε από αγνώστους το 2006, είχε πέσει θύμα δηλητηρίασης το 2004 στον Βόρειο Καύκασο, αλλά ανάρρωσε.
Ο καθηγητής Μαρκ Γκαλεότι, μέλος του ινστιτούτου Royal United Services, εξηγεί στο BBC γιατί οι δηλητηριάσεις είναι η αγαπημένη πρακτική των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών. «Η δηλητηρίαση είναι, αφενός, διακριτική και, αφετέρου, θεατρική». Οπως εξηγεί ο ειδικός, είναι πολύ δύσκολο να αποδειχθεί ότι έγινε πραγματικά επίθεση με κάποιο δηλητήριο. Οποιος και αν είναι ο δράστης, μπορεί να αρνείται στο διηνεκές ότι αναμίχθηκε στη δολοφονία ή απόπειρα, καθώς ουδείς μπορεί να είναι σίγουρος για τον χρόνο και τον τρόπο δηλητηρίασης. Στην περίπτωση του Αλεξέι Ναβάλνι, οι ρωσικές Αρχές δηλώνουν άγνοια και ζητούν διερεύνηση του συμβάντος. Αυτήν τη φορά, μάλιστα, η υπόθεση μοιάζει πιο ομιχλώδης, αφού δεν έχει βρεθεί η ουσία που προκάλεσε κατάρρευση του ανοσοποιητικού του συστήματος.
Ο 44χρονος Ναβάλνι νοσηλεύεται σε κρίσιμη κατάσταση σε νοσοκομείο της Γερμανίας, όπου μεταφέρθηκε από τη Σιβηρία, ύστερα από διεθνείς παρεμβάσεις οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το νοσοκομείο Charité του Βερολίνου, όπου νοσηλεύεται ο Ναβάλνι, δεν έχει καταλήξει στην ουσία που δηλητηριάζει τον οργανισμό του. Ο σχολιαστής Βλαντιμίρ Κάρα-Μούρζα είπε ότι είχε παρόμοια συμπτώματα με τον Ναβάλνι, όταν νοσηλεύτηκε το 2015 με δηλητηρίαση. Ορισμένοι ξένοι αναλυτές είχαν πει πολλές φορές στο παρελθόν ότι αργά ή γρήγορα ο Ναβάλνι θα βρισκόταν σε αυτήν την κατάσταση, καθώς ο δικηγόρος και πολιτικός είχε ενοχλήσει πολλάκις τις Αρχές με την οξύτατη προσωπική κριτική κατά του προέδρου Πούτιν.
Ο καθηγητής Γκαλεότι θεωρεί πως η απόπειρα κατά του Ναβάλνι δεν φαίνεται να είναι μια κεντρικά οργανωμένη επιχείρηση. Αυτή είναι σε γενικές γραμμές και η άποψη του αναλυτή Αντρέι Κολέσνικοφ, στο ινστιτούτο Κάρνεγκι της Μόσχας, που αναφέρεται στον ισχυρό ρόλο των μυστικών υπηρεσιών στη Ρωσία του Πούτιν και υπονοεί ότι υπάρχει ένας βραχίονας στις υπηρεσίες που δρα βάσει ενός συγκεκριμένου «μοτίβου» εξόντωσης των αντιπάλων, αλλά με τρόπους που αφήνουν πίσω τους ένα μυστήριο και πολλά ερωτήματα.
[fwduvp preset_id=”test” playlist_id=”Test”]
Το Novichok «παιδί» της Σοβιετικής Ενωσης
Ο Βρετανός καθηγητής Αλαστερ Χέι, ειδικός στα χημικά όπλα, δήλωσε ότι η ομάδα των παραγόντων, όπως το νόβιτσοκ, η ρικίνη, το σαρίν, είναι εξαιρετικά τοξική αλλά δύσκολα ανιχνεύσιμη από τον συνήθη εξοπλισμό ενός νοσοκομείου. Μία ελάχιστη δόση -που μπορεί να ανακατευτεί σε οποιοδήποτε ποτό ή υγρό- μπορεί να σκοτώσει. Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η Ρωσία κατέστρεψε μεγάλο μέρος από τα χημικά της όπλα -περίπου 40.000 τόνους- αλλά οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν ότι έχει ακόμη απόθεμα.
Η ομάδα των τοξικών νευροπαραλυτικών ουσιών με την ονομασία novichok (=ο νεοφερμένος) αναπτύχθηκε στη Σοβιετική Ενωση τη δεκαετία του 1970. Σύμφωνα με τον χημικό Βιλ Μιρζαγιάνοφ (που αυτομόλησε στις ΗΠΑ), οι Σοβιετικοί παρήγαν το νόβιτσοκ σε εργοστάσιο στο Ουζμπεκιστάν, όπου έκαναν όλα τα πειράματα. Η ομάδα νευροτοξικών παραγόντων με την ονομασία αυτή δεν ανιχνευόταν εύκολα στον οργανισμό του λήπτη και ήταν πολύ πιο δραστική από το σαρίν ή το VX (που χρησιμοποιήθηκε για την εξόντωση του αδελφού του Κιμ Γιονγκ Ουν, πριν από δύο χρόνια).
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr