Στο μεταξύ, εξελίξεις αναμένονται και στα ευρωτουρκικά, με ιδιαίτερη έμφαση στη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας για το μεταναστευτικό, αλλά και την αξιολόγηση της ευρωπαϊκής πορείας της γείτονος. Ολα αυτά στο φόντο των απειλητικών τόνων Ερντογάν ότι θα ανοίξει τη «στρόφιγγα» του μεταναστευτικού. Αλλά και η Αλβανία, ο πρωθυπουργός της οποίας το τελευταίο διάστημα υψώνει τους εθνικιστικούς τόνους, περιμένει κι αυτή την ευρωπαϊκή αξιολόγησή της.
Η διάσκεψη
Το Κυπριακό εισέρχεται σε πολύ πιο κρίσιμη φάση από εκείνη των δικοινοτικών συνομιλιών που έγιναν προ εβδομάδων στην Ελβετία (Μοντ Πελεράν 1 και 2). Αυτές, ως γνωστόν, οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο, το οποίο η Λευκωσία απέδωσε στην Αγκυρα. Τώρα ξαναρχίζουν με εντατικότατους ρυθμούς οι διεργασίες, με στόχο να επέλθει σύγκλιση απόψεων Λευκωσίας-Κατεχομένων έως τις 9 Ιανουαρίου 2017, ούτως ώστε στις 12 Ιανουαρίου να γίνει διεθνής διάσκεψη στην Ελβετία. Ωστόσο, η Αθήνα επιμένει ότι μόνο αν υπάρξει προηγουμένως «συνεννόηση στο πλαίσιο και διμερών ελληνοτουρκικών διαβουλεύσεων, μπορεί να πραγματοποιηθεί πολυμερής διάσκεψη», όπως δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Για να έχει πιθανότητες επιτυχίας μια τέτοια διάσκεψη, δυο είναι οι προϋποθέσεις, έτσι όπως τις θέτουν Αθήνα και Λευκωσία:
Υπόθεση Πελικό: «Να τιμωρηθεί για τις φρικαλεότητες που έκανε στη μητέρα μας» ζητούν τα παιδιά τους
1. Να υπάρξει σύμπτωση (τουλάχιστον 99%, λέγουν στη Λευκωσία) στο εδαφικό.
2. Να συζητηθεί εκτενώς, ανάμεσα σε Αθήνα και Αγκυρα, το θέμα ασφάλειας-καθεστώτος εγγυήσεων-κατοχικών στρατευμάτων.
Η Αθήνα έχει ήδη κάνει γνωστές τις θέσεις της γι’ αυτό με 16σέλιδο κείμενο, ενώ αντίθετα η Αγκυρα δεν ανοίγει τα χαρτιά της και ταυτόχρονα, διά των δηλώσεων Ερντογάν, προκαλεί.
Η τουρκοκυπριακή πλευρά, η οποία σε μεγάλο βαθμό είναι απλά «κομιστής» των θέσεων της Αγκυρας, ζητάει παραμονή των κατοχικών στρατευμάτων επί δεκαετία και κατόπιν επανεξέταση διά δημοψηφίσματος. Παράλληλα, γι’ αυτό το διάστημα, διατήρηση του καθεστώτος εγγυήσεων. Κάτι που κρίνει ως απαράδεκτο η ελληνική πλευρά, η οποία ζητάει την άμεση αποχώρηση του μεγαλύτερου τμήματος των κατοχικών δυνάμεων από την πρώτη στιγμή της υλοποίησης της όποιας συμφωνίας υπογραφεί και αυστηρό χρονοδιάγραμμα για την αποχώρηση των υπολοίπων. Οσον αφορά στο καθεστώς εγγυήσεων, η Ελλάδα δέχεται να μην είναι εγγυήτρια δύναμη. Κάτι που φαίνεται να δέχεται και η τρίτη εγγυήτρια, Βρετανία.
Ετσι, μένει μόνη της η Τουρκία να αρνείται να εγκαταλείψει αυτό το «στάτους». Στο θέμα της ασφάλειας ο ΟΗΕ φέρεται να προωθεί μια ενδιάμεση φόρμουλα με παραμονή για κάποιο διάστημα κατοχικών δυνάμεων και διατήρηση εγγυήσεων, με επανεκτίμηση του θέματος αργότερα.
Διαβάστε περισσότερα στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής