Toυ ανταποκριτή μας στην Ουάσινγκτον Πέτρου Κασφίκη
Ο λόγος για την Νομική Κονστ, πολιτική αναλύτρια, που με τον πύρινο της λόγο αλλά και το ελληνικό της ταμπεραμέντο ενσαρκώνει καθημερινά στους δέκτες των μεγαλύτερων τηλεοπτικών δικτύων (CNN, Fox, NBC, κλπ) το πνεύμα της αλλαγής και της αμφισβήτησης του «υφιστάμενου πολιτικοοικονομικού «κατεστημένου». Πρόκειται για μια πολιτική τάση που όπως δείχνουν όλα τα μέχρι τώρα δημοσκοπικά στοιχεία αντανακλά μια ραγδαία αυξανόμενη μερίδα του αμερικανικού εκλογικού σώματος.
Πολλά μπορούν να γραφτούν και ακόμα περισσότερα να λεχθούν για τις «πιο ενδιαφέρουσες, περίεργες, και απρόβλεπτες» εκλογές των τελευταίων δεκαετιών. Κοινό σημείο αναφοράς είναι ότι πλέον οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν αλλάξει, με τα κομματικά επιτελεία να προχωρούν σε αυτοσχεδιασμούς, τους δημοσιογράφους να έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά αδυνατώντας να καλύψουν έναν εκκεντρικό υποψήφιο σαν τον Ντόναλντ Τραμπ, και τους πολιτικούς αναλυτές να βλέπουν την μια πρόβλεψη τους μετά την άλλη να διαψεύδεται σε χρόνο ρεκόρ.
Ποιος άλλωστε θα μπορούσε να είχε φανταστεί μια αναμέτρηση όπου ένας απολιτίκ δισεκατομμυριούχος θα κονταροχτυπιόταν με την εκλεκτή των λόμπι της Ουάσινγκτον και της Wall Street για το ποιος θα καταθέσει πρώτος τις αντισυστημικές του διαπιστεύσεις. Και όλα αυτά μάλιστα για τα μάτια των ψηφοφόρων ενός σοσιαλιστή όπως ο Μπέρνι Σάντερς που καλεί τους Αμερικανούς σε «πολιτική επανάσταση» για να αλλάξει η χώρα.
Πως όμως μπορεί να εξηγηθεί ο «πολιτικός τυφώνας» Τραμπ που απειλεί να σαρώσει την Ουάσινγκτον? Προς τι η οργή και η αγανάκτηση απέναντι στις πολιτικοοικονομικές ελίτ που επέτρεψε σε έναν «μοναχικό καουμπόι» σαν τον Σάντερς να αμφισβητήσει στα ίσα ολόκληρο τον μηχανισμό της νομενκλατούρας του Δημοκρατικού Κόμματος? Και κυρίως πως μπορεί να ερμηνευθεί αυτή η αντισυστημική στροφή μιας οικονομικά φιλελεύθερης κοινωνίας την ώρα μάλιστα που η χώρα βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης και οι οικονομική συντελεστές ακολουθούν ανοδική πορεία για σχεδόν όλες τις δημογραφικές ομάδες?
Αυτά και άλλα πολλά είναι τα ερωτήματα που συνθέτουν τον γρίφο των φετινών εκλογών. Οι ΗΠΑ αλλάζουν και καθώς πλέον βρισκόμαστε λίγο πριν από την τελική ευθεία ζητήσαμε από την Νομική να μας βοηθήσει να μαζέψουμε τα κομμάτια αυτών των τεκτονικών αλλαγών προκειμένου να συνθέσουμε το πολιτικό κάδρο της ιστορικότερης αναμέτρησης των τελευταίων δεκαετιών.
Η οικονομία βελτιώνεται συνεχώς και η ανεργία πέφτει. Ανταποκρίνονται, όμως, αυτοί οι αριθμοί στην πραγματικότητα που βιώνει ο μέσος Αμερικανός και πως μπορεί να ερμηνευθεί αυτό το κίνημα αγανάκτησης που αναδεικνύεται σε βασικό μήνυμα των φετινών εκλογών?
Σοκ στην πίστα Γκραν Πρι του Λας Βέγκας - «Λιποθύμησε» ο Μπραντ Πιτ
Η Wall Street σημειώνει ρεκόρ κερδοφορίας και από τον Σεπτέμβρη βλέπουμε ότι κάθε δημογραφική ομάδα έχει βελτιώσει οικονομικά την οικονομική της θέση. Παρόλα αυτά υπάρχει και μια άλλη ανάγνωση. Η οικονομική ανισότητα έχει αγγίξει ιστορικά υψηλά επίπεδα. Έχουμε ρεκόρ φτώχειας και χρέους σε αυτή την χώρα. Ξέρετε το χρέος που έχουν οι νέοι κάτω τον 45 ετών είναι σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να συνεισφέρουν στην οικονομία. Υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν δύο, τρεις ή και τέσσερις δουλείες για να τα βγάλουν πέρα. Καθυστερούν να παντρευτούν, να αποκτήσουν παιδιά και να αγοράσουν σπίτια. Είναι άνθρωποι που ζουν από μεροκάματο σε μεροκάματο και μπορεί να μην γνωρίζουν πότε θα ξανάρθει ο επόμενος μισθός. Αυτό δεν σημαίνει ότι η οικονομία μας δεν έχει βελτιωθεί, αλλά το ότι έχουμε στα χέρια μας μια κρίση που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στα φοιτητικά δάνεια.
Τα φοιτητικά δάνεια είναι μια φούσκα που όταν σκάσει θα είναι πολύ χειρότερη από την στεγαστική γιατί θα έχουμε μια ολόκληρη γενιά που δεν θα μπορεί να συνεισφέρει όπως πρέπει στην οικονομία. Και μην ξεχνάμε το γεγονός ότι ήδη οι γονείς μας παλεύουν για να κρατήσουν ζωντανή την κοινωνική τους ασφάλιση. Η οικονομία, λοιπόν, φαίνεται επιφανειακά ότι πάει καλύτερα αλλά αυτό στηρίζεται σε βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα. Δεν σκεφτόμαστε πλέον μακροπρόθεσμα σε αυτή την χώρα. Δεν σκεφτόμαστε για αυτή την διαρκώς αυξανόμενη πληθυσμιακή ομάδα των νέων που είναι η πιο μορφωμένη και πολυπολιτισμική γενιά στην ιστορία και είναι η γενιά που δυστυχώς θα έχει το μεγαλύτερο χρέος.
Τι γίνεται, λοιπόν, όταν έχουμε 60 εκατομμύρια ανθρώπους βυθισμένους στο χρέος? Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην οικονομία? Αυτό πιστεύω ότι ήταν το μήνυμα του Μπέρνι Σάντερς. Ξέρετε όταν υποσχέθηκε ελεύθερη παιδεία άγγιξε τους ανθρώπους που συνεχίζουν να πληρώνουν τους τόκους των φοιτητικών τους δανείων. Παρόλο που ο Πρόεδρος Ομπάμα πέρασε μια καινοτόμο νομοθετική πρωτοβουλία για την ρύθμιση των φοιτητικών δανείων, δεν έχουμε καταφέρει να λύσουμε αυτό το πρόβλημα.
Βασικά ο νόμος Ομπάμα εγγυάται ότι αν δεν έχεις δουλεία, παγώνουν οι πληρωμές των κυβερνητικών φοιτητικών δανείων.
Τι γίνεται όμως με τα ιδιωτικά δάνεια? Τι γίνεται όταν εργάζεσαι αλλά το εισόδημα σου δεν επαρκεί ούτε για το προς το ζην και εσύ πρέπει να συνεχίσεις να αποπληρώνεις τα δάνεια? Άρα πρέπει να επιλέξεις ανάμεσα στο νοίκι ή τα δάνεια. Και αυτή είναι μια πραγματικότητα για ένα αυξανόμενο μέρος της γενιάς κάτω των 45.
Σε οποιαδήποτε προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση αν κάποιος υποψήφιος είχε εκφράσει τις μισές ακραίες θέσεις του Ντόναλντ Τραμπ θα είχε κατατροπωθεί στις δημοσκοπήσεις. Ποιοι είναι οι βασικοί λόγοι που η Χίλαρι δεν μπορεί να επικρατήσει με άνεση απέναντι σε έναν θεωρητικά εύκολο αντίπαλο όπως ο Τραμπ?
Στις προκριματικές εκλογές υποστήριξα πως μας αξίζει κάτι καλύτερο. Αλλά τώρα βρισκόμαστε στο σημείο όπου ο Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποιεί τις ΜΚΟ του για να αγοράζει πίνακες ζωγραφικής ή να καλύπτει τα νομικά του έξοδα. Και από την άλλη πλευρά, έχουμε τους Κλίντον που με τις ενέργειες του ιδρύματος τους ακροβατούν στα όρια του νόμου. Είναι ηθικά αποδεκτό? Προφανώς και όχι. Αυτή, λοιπόν, είναι η σημαντική πολιτική ερώτηση. Μέχρι στιγμής φαίνεται ότι νομικά είναι καλυμμένοι. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει η ανάγκη να αναθεωρήσουμε το νομικό πλαίσιο ώστε να αντανακλά τι είναι ηθικά σωστό και τι λάθος. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για ότι έκαναν οι Κλίντον. Αλλά πιστεύω πως δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης με τον Ντόναλντ Τραμπ. Αυτή η ασυδοσία σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με το γεγονός ότι δεν έχουμε ένα αποτελεσματικό ελεγκτικό μηχανισμό για την απόδοση ευθυνών. Οι φοροελεγκτικοί μηχανισμοί δεν ερευνούν κάποιον όπως ο Ντόναλντ Τραμπ που χρησιμοποιεί τα ιδρύματα του για να καλύπτει έξοδα της προεκλογικής του εκστρατείας. Οι μηχανισμοί λοιπόν δεν λειτουργούν γιατί οι Ρεπουμπλικάνοι (που ελέγχουν το Κογκρέσο) τους έχουν στερήσει την απαραίτητη χρηματοδότηση που χρειάζονται για να κάνουν την δουλεία τους. Και για αυτόν ακριβώς το λόγο, το μήνυμα του Σάντερς βρήκε τέτοια απήχηση στον κόσμο. Ζήτησε να μπει επιτέλους ένα τέλος στην ατιμωρησία. Ήθελε να χρηματοδοτήσει τις αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες για να αποκατασταθεί η αίσθηση του δικαίου και της υπευθυνότητας.
Πέρα όμως από την οικονομική παράμετρο βλέπουμε μια ραγδαία αυξανόμενη τάση αμφισβήτησης του ίδιου του πολιτικού συστήματος και των παραδοσιακών εκπροσώπων του, γεγονός που συνιστά ένα σχεδόν πρωτόγνωρο φαινόμενο για τα αμερικανικά δεδομένα. Πως ερμηνεύετε αυτή την στάση του εκλογικού σώματος.
Ένας αυξανόμενος αριθμός Αμερικανών πιστεύει πως υπάρχει μεγάλη ατιμωρησία. Και αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι οι δημοκρατικοί έχουν γίνει το κόμμα της Wall Street. Κάποτε ήμασταν το κόμμα του απλού Αμερικανού. Αυτό, όμως, δεν ισχύει σήμερα.
Οι οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε και απειλούν μακροπρόθεσμα την οικονομία μας συνδέονται άμεσα τις οργανωτικές αδυναμίες του πολιτικού μας συστήματος. Για παράδειγμα, οι πολιτικές μας υπαγορεύονται από δύο μεγάλα κόμματα, τα οποία ανταγωνίζονται για το ποιο θα καταφέρει να λάβει τις περισσότερες χρηματοδοτήσεις από τα μεγάλα συμφέροντα. Στην πραγματικότητα, οι μετριοπαθείς ρεπουμπλικάνοι και δημοκρατικοί εκφράζουν ακριβώς τα ίδια συμφέροντα.
Το πρόγραμμα της ήπιας προσαρμογής που εφάρμοσαν οι δημοκρατικοί απέτυχε να δώσει λύσεις στα προβλήματα της χώρας. Ρωτήστε τις μητέρες των αόπλων Αφροαμερικανών που πέθαναν στα χέρια της αστυνομίας τι τους πρόσφερε η ήπια προσαρμογή. Ρωτήστε τις γυναίκες που παλεύουν τα τελευταία 23 χρόνια για ισότιμους μισθούς στην αγορά εργασίας. Ρωτήστε έναν νεαρό που προέρχεται από μια μειονοτική συνοικία και βρίσκεται στην φυλακή γιατί πιάστηκε με μια μικροποσότητα μαριχουάνας (προσωπική χρήση) την ώρα που όλοι οι CEO και μεγαλοεπενδυτές που κατέστρεψαν την οικονομία μας κυκλοφορούν ελεύθεροι και δεν έχει κανένας λογοδοτήσει. Η απάντηση είναι τίποτα.
Και ξαφνικά εμφανίστηκε ο Μπέρνι Σάντερς και είπε πως η ώρα για πραγματική αλλαγή δεν είναι αύριο αλλά τώρα. Χρειαζόμαστε μια κυβέρνηση που θα προχωρήσει άμεσα σε βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις που θα δώσουν λύσεις στα προβλήματα της χώρας σε βάθος χρόνου. Χρειαζόμαστε όχι επιφανειακές και βραχυπρόθεσμες λύσεις, αλλά ουσιαστικές αλλαγές που θα αλλάξουν τον τρόπο λειτουργίας του οικονομικού και πολιτικού μας συστήματος.
Συνεργαστήκατε καθόλη την διάρκεια της φάσης των προκριματικών εκλογών με τον γερουσιαστή από το Βερμόντ και συνεχίζεται να είστε μέλος της «πολιτικής επανάστασης» του. Μιλήστε μας λίγο για το πολιτικό φαινόμενο του Μπέρνι Σάντερς.
Ο Μπέρνι Σάντερς είναι ο Μπέρνι Σάντερς. Έχει παραμείνει ο ίδιος άνθρωπος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Δεν προσπάθησε να προσαρμόσει τις θέσεις του στις προτιμήσεις ενός εκλογικού σώματος. Δεν έπαιξε πολιτικά παιχνίδια. Είναι ένας άνθρωπος που έχει μελετήσει τις πολιτικές του στο πέρασμα των χρόνων. Δεν έκανε υποχωρήσεις (στα πιστεύω του) και ως αποτέλεσμα κατάφερε να γίνει ομοσπονδιακός γερουσιαστής. Ωστόσο δεν ήταν πρόθυμος να παίξει σύμφωνα με τους κανόνες του παιχνιδιού της Ουάσινγκτον. Και εμφανίστηκε σε μια συγκυρία όπου το εκλογικό σώμα λαχταρά την αυθεντικότητα, επιθυμεί να δει οικονομική λογοδοσία, είναι κοινωνικά προοδευτικό και δεν εμπιστεύεται τους θέσμιους που μας οδήγησαν στην σημερινή κατάσταση. Και η πρώην αντίπαλος του, η Χίλαρι Κλίντον, είναι ένας από τους εκπροσώπους αυτών των θεσμών.
Βλέπουμε τον Τραμπ στις ομιλίες να προσπαθεί να κλείσει το μάτι στους ψηφοφόρους του Μπέρνι. Πιστεύετε πως είναι όντως ένας αντισυστημικός υποψήφιος που μπορεί να καρπωθεί εκλογικά αυτή την μερίδα του εκλογικού σώματος?
Το λαϊκό μήνυμα του Μπέρνι Σάντερς είναι πολύ διαφορετικό από αυτό του Ντόναλντ Τραμπ. Ο Τραμπ προσπαθεί να παρουσιάσει τον εαυτό του ως υπέρμαχο μιας φιλολαϊκής πολιτικής. Τίποτα, όμως, στην προϊστορία του και στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες δεν μας δείχνει ένα τέτοιο πρόσωπο. Πιστεύει πως η αντισυστημική ρητορική θα τον βοηθήσει να χτυπήσει την Κλίντον, η οποία αν και προσπαθεί να παρουσιάσει τον εαυτό της ως μια προοδευτική πολιτικό έχει αποκαλυφθεί επανειλημμένα πως είναι νεοφιλελεύθερη. Έχει πάρει πιο πολλά χρήματα από την Wall Street ακόμα και από τους περισσότερους ρεπουμπλικάνους.
Η απάντηση, λοιπόν, είναι όχι. Αυτή είναι απλώς μια επικοινωνιακή τακτική. Στην πραγματικότητα δεν έχουμε κανένα στατιστικό στοιχείο που να δείχνει ότι ο Τραμπ έχει έστω μια μικρή υποστήριξη από τους υποστηρικτές του Σάντερς, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους είναι προοδευτικοί. Ο μύθος που έχει δημιουργηθεί σε αυτές τις εκλογές είναι ότι ο Τραμπ έχει κερδίσει τους λευκούς ψηφοφόρους στις πρώην βιομηχανικές ζώνες των βορειοανατολικών πολιτειών. Αλλά ας δούμε λίγο τους αριθμούς. Στην πολιτεία που περιμένουμε ότι θα τα πάει καλύτερα (Οχάιο) τα ποσοστά δημοτικότητας του στους λευκούς άνδρες ψηφοφόρους είναι 20% χαμηλότερα σε σχέση με αυτά που είχε ο Μιτ Ρόμνεϊ το 2012. Άρα οι αριθμοί δείχνουν ότι στην συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα υπερισχύει έναντι της Κλίντον, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τα πάει όσο καλά χρειάζεται. Προσπαθεί λοιπόν να καλλιεργήσει την εικόνα ενός επαναστάτη υποψηφίου που πολεμά το κατεστημένο της Ουάσινγκτον, κάτι που φυσικά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Ανήκετε στο στρατόπεδο Σάντερς και τώρα στηρίζεται ενεργά την εκλογή της Κλίντον έναντι του Τραμπ. Υπάρχει κάτι, όμως, που σας φοβίζει σε μια ενδεχόμενη διακυβέρνηση Κλίντον και ειδικότερα στην εξωτερική πολιτική δεδομένης και της προϊστορίας που έχει με την υποστήριξη παρεμβατικών πολιτικών σε χώρες τις Μέσης Ανατολής?
Πιστεύω ότι η αποτελεσματικότητα και το όραμα του κάθε προέδρου στην εξωτερική πολιτική εξαρτάται καθαρά από τους συνεργάτες που θα επιλέξει να τον πλαισιώσουν. Αν η Κλίντον αποφασίσει να ακολουθήσει μια πιο προοδευτική πολιτική, πιστεύω πως θα επιλέξει κάποιον σαν τον Τζο Μπάιντεν για την θέση του υπουργού των εξωτερικών. Και παρόλο που είναι γνωστές οι διαφωνίες που είχαν στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής όταν βρίσκονταν στην «Αίθουσα Εκτάκτων Καταστάσεων» στον Λευκό Οίκο, πιστεύω πως ο Μπάιντεν θα είναι η σωστή επιλογή.
Έχω μόνον ένα φόβο για μια ενδεχόμενη διακυβέρνηση Κλίντον και αυτός έχει να κάνει ότι θα περιτριγυρίζεται από «yes men», ανθρώπους που δεν θα έχουν το ανάστημα να εκφράσουν τις διαφωνίες τους. Η Κλίντον, ένας άνθρωπος που βρίσκεται για τόσα πολλά χρόνια σε θέσεις εξουσίας και έχει τους ίδιους συμβούλους για σχεδόν 20 και 30 χρόνια, πρέπει να αποφύγει αυτό το λάθος. Ο φόβος μου, λοιπόν, είναι ότι η Κλίντον και οι σύμβουλοι της θα χάσουν την επαφή με την πραγματικότητα. Υπάρχει μια φούσκα η οποία βρίσκεται μέσα σε μια άλλη φούσκα και πάει λέγοντας. Αυτό φαίνεται στα θέματα της οικονομίας και στα «WikiLeaks». Το βλέπουμε με το πως απαντούν σε θέματα που αφορούν την κοινωνία, τα οποία είναι σχεδόν αδύνατο να αγνοηθούν.
Η ελπίδα μου, λοιπόν, είναι ότι η Κλίντον θα τολμήσει να φέρει στον Λευκό Οίκο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αξιωματούχους που θα μπορούν και θα τολμούν να εκφράσουν διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις στα ζητήματα. Ένας πραγματικός ηγέτης δεν φοβάται να δουλεύει μαζί με συμβούλους που διαφωνούν μαζί του. Και ο Μπάιντεν θα είναι η καλύτερη επιλογή για το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Είναι άψογος γνώστης των θεμάτων και δεν στηρίζει παρεμβατικές πολιτικές. Θα την ενθάρρυνα λοιπόν να αφουγκραστεί τις αυξανόμενες προοδευτικές φωνές στην βάση των δημοκρατικών και να τις καλωσορίσει στην κυβέρνηση της ώστε να αποφύγει τα λάθη του παρελθόντος.