Το «μεγαλύτερο θεσμικό σκάνδαλο στην ιστορία της βραζιλιάνικης Δημοκρατίας», όπως το χαρακτήρισε ο αριστερός αντίπαλος του Ζαΐρ Μπολσονάρο στις τελευταίες εκλογές, Φερνάντο Αντάντ, φέρεται να ενορχηστρώθηκε από τον πρώην ανακριτή του σκανδάλου Petrobras και σημερινό υπουργό Δικαιοσύνης, Σέρτζιο Μόρο, με απώτερο στόχο να αποκλειστεί ο βετεράνος αριστερός πολιτικός Ινιάσιο Λούλα από τις εκλογές του περσινού Οκτωβρίου και να ανοίξει ο δρόμος στον ακροδεξιό υποψήφιο, Ζαΐρ Μπολσονάρο, τον λεγόμενο «Τραμπ των Τροπικών», ευνοούμενο του στρατού, της οικονομικής ελίτ, των γαιοκτημόνων και των Αμερικανών.
Ο Λούλα (αρχηγός του Κόμματος Εργαζομένων και πρόεδρος της Βραζιλίας την περίοδο 2003-2010, κατά την οποία ανέβηκε θεαματικά το βιοτικό επίπεδο των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων, χωρίς όμως να επιλυθούν σοβαρά κοινωνικά προβλήματα ούτε να εξαλειφθεί η διαφθορά) ήταν αδιαφιλονίκητο φαβορί το 2018. Συγκέντρωνε 35% των προτιμήσεων έναντι 17% του Μπολσονάρο και η νίκη του θεωρούταν δεδομένη. Ωστόσο, από το 2016 κλιμακώθηκαν οι διώξεις σε βάρος του για δωροδοκία από κατασκευαστική εταιρία, η οποία –κατά το κατηγορητήριο- χάρισε μια εξοχική κατοικία στον Λούλα για να εξασφαλίσει συμβόλαια από την κρατικό πετρελαϊκό κολοσσό Petrobras.
Ο Λούλα καταδικάστηκε σε 12 χρόνια (τα οποία στη συνέχεια μειώθηκαν σε 8 χρόνια και 10 μήνες) ενώ σταδιακά ξεκίνησαν άλλες έξι δίκες σε βάρος του. Ποτέ δεν έπαψε να φωνάζει ότι διώκεται πολιτικά για να εμποδιστεί η επιστροφή του στην εξουσία. Με αντίστοιχα σαθρές κατηγορίες άλλωστε (δημοσιονομικές υπερβάσεις περιφερειακών προϋπολογισμών, που θεωρούνται… συνταγματικό έθιμο στη Βραζιλία) καθαιρέθηκε το 2016 από τη Βουλή η διάδοχός του στην προεδρία και συνεργάτιδά του στο Κόμμα Εργαζομένων, Ντίλμα Ρούσεφ. Ως τις εκλογές του 2018 την αντικατέστησε ο αντιπρόεδρος Μισέλ Τέμερ, ένας πολιτικός με μηδενική δημοτικότητα και αποδεδειγμένα χωμένος στο σκάνδαλο Petrobras – όπως σωρεία πολιτικών διαφόρων κομμάτων, αξιωματούχων και δημοσίων λειτουργών στη Βραζιλία.
Το γεγονός και μόνο ότι ο βασικός διώκτης του Λούλα, κεντρικός ανακριτής του σκανδάλου «Lava Lato» («Πλυντήριο Αυτοκινήτων») Σέρτζιο Μόρο, διορίστηκε από τον πρόεδρο Μπολσονάρο υπουργός Δικαιοσύνης μετά τις εκλογές, αποτελούσε ένδειξη ότι κάτι δεν πάει καλά. Τις υποψίες τεκμηρίωσε την περασμένη Κυριακή η αποκάλυψη της ερευνητικής ιστοσελίδας Intercept. Διαχειριστής της είναι ο Αμερικανός δημοσιογράφος Γκλεν Γκρίνβαλντ, που βραβεύθηκε με Πούλιτζερ το 2014 για τις αποκαλύψεις του σχετικά με τα κατασκοπευτικά δίκτυα των ΗΠΑ ανά τον κόσμο, βάσει των πληροφοριών του γνωστού αναλυτή της NSA, Εντουαρντ Σνόουντεν.
Επικαλούμενο ανώνυμες πηγές της υπόθεσης, το Intercept Brasil έδωσε στη δημοσιότητα ιδιωτικές συνομιλίες από κινητά τηλέφωνα, ηχογραφημένα ντοκουμέντα, βίντεο και φωτογραφίες που αποδεικνύουν ότι οι κορυφαίοι δικαστικοί της Βραζιλίας δεν συνωμότησαν μόνο για να απαγορεύσουν στον Λούλα τη συμμετοχή στις εκλογές, αλλά του απαγόρευσαν και να δίνει συνεντεύξεις!
Συγκεκριμένα, ο Μόρο -που αντιμετωπίζει τώρα ο ίδιος το ενδεχόμενο ποινικής δίωξης, και η συντηρητική (!) εφημερίδα Estado de Sao Paulo ζήτησε από τον πρόεδρο Μπολσονάρο να τον παύσει από υπουργό Δικαιοσύνης- βρισκόταν παρανόμως σε συνεννόηση με τον ανακριτή Ντέλταν Νταλανιόλ και άλλους δικαστικούς λειτουργούς για το πώς θα τυλίξουν τον Λούλα σε μια κόλλα χαρτί, μέσα από δικονομικά τερτίπια και μηχανορραφίες.
Ο πρόεδρος Μπολσονάρο περιέβαλλε με «πλήρη εμπιστοσύνη» τον υπουργό του με δηλώσεις στον μιντιακό κολοσσό Ο Globo. Ωστόσο, ο Δικηγορικός Σύλλογος της Βραζιλίας και στελέχη του Ανωτάτου Δικαστηρίου προειδοποίησαν για πιθανές διώξεις σε βάρος του υπουργού Δικαιοσύνης και ζήτησαν την αντικατάσταση όλου του δικαστικού κυκλώματος που ερευνά το μεγαλύτερο σκάνδαλο διαφθοράς στην ιστορία της Βραζιλίας.
Οι δικηγόροι του Λούλα ετοιμάζουν προσφυγή για την αποφυλάκισή του στο Ανώτατο Δικαστήριο, η οποία αναμένεται να εκδικαστεί μέσα στο καλοκαίρι. Ταυτόχρονα, λόγω του μεγέθους του σκανδάλου, η αντιπολίτευση προειδοποιεί τον Μπολσονάρο ότι δεν δικαιούται να εφαρμόσει το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμά του.
Ωστόσο, υπουργοί της κυβέρνησης και φιλοκυβερνητικοί βουλευτές του Κογκρέσου τόνισαν ότι θα συνεχιστεί κανονικά το πρόγραμμα ασφαλιστικής και συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, οι ιδιωτικοποιήσεις θυγατρικών εταιριών της πετρελαϊκής Petrobras (με συμμετοχή γαλλικών και αμερικανικών εταιριών) και η εκχώρηση σε ιδιώτες και ξένες κοινοπραξίες κομματιών της δημόσιας επιχείρησης ηλεκτρισμού (Electrobras). Κανονικά προχωρεί εξάλλου η εκχώρηση περισσότερων εκτάσεων του Αμαζονίου σε γαιοκτήμονες, με διατάγματα που μειώνουν τα ποσοστά προστατευόμενων περιοχών του παρθένου δάσους.
«Το έγκλημά μου ήταν ότι βοήθησα τους φτωχούς»
«Σε εποχές τρόμου διαλέγουμε τέρατα για να μας προστατεύσουν», δήλωσε ο Ινιάσιο Λούλα, ανατρέχοντας σε μια φράση της συγγραφέως Μία Κούτο, από τη Μοζαμβίκη. Κατόπιν ειδικής άδειας, ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας παραχώρησε την πρώτη του συνέντευξη από τη φυλακή Κουριτίμπα στο γερμανικό Spiegel, εξηγώντας με λογοτεχνικούς όρους την άνοδο του Μπολσονάρο στην εξουσία.
Η συζήτηση έγινε προτού «σκάσει» η αποκάλυψη-βόμβα του Intercept. Ωστόσο, ο 73χρονος Λούλα δήλωσε πως η στάση του Μπολσονάρο και οι δηλώσεις του περί αναβάθμισης του Μόρο πριν από τις εκλογές –είτε στο Ανώτατο Δικαστήριο είτε στο υπουργείο Δικαιοσύνης- δείχνει πως οι δύο άνδρες τα είχαν όλα προσχεδιασμένα.
«Είμαι 73 χρόνων και δεν ξέρω αν θα ζω σε τέσσερα χρόνια για να ξαναβάλω υποψηφιότητα για πρόεδρος. Προς το παρόν με ενδιαφέρει να αγωνιστώ για την αποφυλάκισή μου», τόνισε ο παλιός μεταλλωρύχος συνδικαλιστής, που άλλαξε το πρόσωπο της Βραζιλίας στις αρχές του 21ου αιώνα.
«Η βραζιλιάνικη ελίτ», πρόσθεσε, «ποτέ δεν αποδέχθηκε την άνοδο των φτωχών. Το έγκλημά μου ήταν ότι βοήθησα τους φτωχούς να σπουδάσουν, να περπατήσουν στα ίδια πεζοδρόμια με τους πλούσιους, να ψωνίσουν από τα ίδια καταστήματα».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής