Γράφει ο Θοδωρής Ρούλιας
Στο νέο τεύχος του ET Magazine στο EleftherosTypos.gr βλέπουμε πως παρά τις εκτεταμένες συζητήσεις, διαβουλεύσεις και διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο μερών σχετικά με τους όρους της εξόδου, μόλις λίγες εβδομάδες πριν την ημέρα του Brexit στις 29 Μαρτίου η κατάσταση μοιάζει να έχει επιστρέψει στην αρχική της μορφή, χωρίς ουσιαστικά να έχει επιτευχθεί τίποτα.
Σε αυτό το διάστημα οι Βρετανοί έχουν εξουθενωθεί από τον ακατάληκτο διάλογο και τις εσωτερικές έριδες την ίδια ώρα που τα μέσα ενημερώσεις μεταδίδουν ειδήσεις καταστροφολογικές που παραπέμπουν σε τίτλους Βενεζουέλας.
Στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου όμως οι επικεφαλίδες που κάνουν λόγο για ενδεχόμενη καταστροφή της βρετανικής οικονομίας, ελλείψεις φαρμάκων και τροφίμων, αλλά ακόμα και για κήρυξη στρατιωτικού νόμου δεν βρίσκονται πολύ μακριά από μια πιθανή πραγματικότητα.
Άλλωστε όλα αυτά τα σενάρια εξετάζονται και θεωρούνται πιθανά από τις υπηρεσίες της χώρας, οι οποίες κάνουν τις κατάλληλες προετοιμασίες σε περίπτωση ενός Brexit χωρίς συμφωνία.
Ήδη από την ανακοίνωση της αποχώρησης το 2016 η στερλίνα βυθίζεται σταδιακά, με την συνολική πτώση της να αγγίζει το 14%, ενώ πολλές επιχειρήσεις κολοσσοί έχουν αναγγείλει ότι σκοπεύουν να αναζητήσουν καινούρια στέγη στο άμεσο μέλλον.
Διαβάστε εδώ όλα τα θέματα του ET Magazine
Πώς όμως η κατάσταση οδηγήθηκε εδώ και γιατί οι διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση ναυάγησαν;
Κανονικά η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. θα γινόταν σε δύο φάσεις: Αρχικά θα υπήρχε ένα μεταβατικό στάδιο, στο οποίο θα διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις αναφορικά με τις μελλοντικές σχέσεις των δύο και σε δεύτερο στάδιο θα ακολουθούσε η πλήρης έξοδος.
Ισραήλ και Χαμάς αλληλοκατηγορούνται για την καθυστέρηση σε μια συμφωνία εκεχειρίας
Τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι συνέτασσε το μεταβατικό αυτό σχέδιο. Όταν το παρουσίασε ωστόσο, έγινε αυτό που τα μέσα αποκάλεσαν ως «Η μεγαλύτερη ήττα στην ιστορία της Βουλής των Κοινοτήτων». Συγκεκριμένα, μόλις 202 βουλευτές υπερψήφισαν το σχέδιο, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία κράτησε αρνητική στάση, με 432 βουλευτές να το καταψηφίζουν.
Πλέον είναι πολύ πιθανό το σενάριο να πραγματοποιηθεί έξοδος από την Ένωση χωρίς συμφωνία, κοινώς «no-deal Brexit». Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν καταστροφικό για το Ηνωμένο Βασίλειο για λόγους που θα εξεταστούν παρακάτω.
H συμφωνία που έφερε η Μέι δεν έγινε δεκτή, αφενός επειδή θεωρήθηκε υπερβολικά ελαφριά, ενώ το κοινοβούλιο προτιμά ένα σκληρότερο Βrexit και αφετέρου λόγω τους συνοριακού προβλήματος της Ιρλανδίας. Όπως είναι γνωστό, το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελείται από τέσσερις χώρες: Την Ουαλία, την Σκωτία, την Βόρεια Ιρλανδία και την Αγγλία.
Η Ιρλανδία ως νησί αποτελείται από δύο διαφορετικά κράτη με την ίδια εθνότητα, την Βόρεια Ιρλανδία και την ανεξάρτητη Δημοκρατία της Ιρλανδίας. Καθότι η Δημοκρατία της Ιρλανδίας και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι μέλη της Ε.Ε. το σύνορο μεταξύ της πρώτης και της Βορείου Ιρλανδίας είναι ουσιαστικά μη αισθητό, αφού δεν πραγματοποιούνται έλεγχοι.
Αυτό το γεγονός συνέβαλε καθοριστικά στην εξομάλυνση της κρίσης για την ενοποίηση της Ιρλανδίας και τη διατήρηση της ειρήνης, αφού στο παρελθόν τα σύνορα αποτελούσαν συχνά εστία διαμάχης και στόχο επιθέσεων. Εάν όμως το Brexit πραγματοποιηθεί θα επανέλθει στην επιφάνεια ένα μείζον ζήτημα, αφού θα υπάρξει ξανά σκληρό σύνορο μεταξύ των δύο κρατών.
Μέχρι στιγμής δεν έχει δοθεί λύση στο συνοριακό, ωστόσο ένα από τα επικρατέστερα ημίμετρα αποτελεί το λεγόμενο «Backstop». Αυτό προβλέπει ότι στην αρχή του Brexit η Βόρεια Ιρλανδία θα συνεχίσει να τελεί υπό τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, έτσι ώστε να αποφευχθεί η εφαρμογή σκληρού συνόρου μέχρι να βρεθεί μία τελική λύση.
Το «Backstop» δεν έχει γίνει όμως συνολικά αποδεκτό και η Ευρωπαϊκή Ένωση δήλωσε ότι θα σταματήσει τις διαπραγματεύσεις με αποτέλεσμα η ημερομηνία της εξόδου να πλησιάζει χωρίς να έχει ακόμη επιτευχθεί συμφωνία.
Εκτός του συνοριακού προβλήματος της Ιρλανδίας, ένα «no-deal Brexit» θα επέσυρε πληθώρα προβλημάτων. Καταρχήν θα επέφερε τραγικές συνέπειες για το εμπόριο και την οικονομία της χώρας, αφού η ελεύθερη διακίνηση αγαθών θα έπαυε.
Αυτό θα σήμαινε άμεση επιβολή αυξημένων ελέγχων σε κάθε σημείο εισόδου και για κάθε φορτίο, ακόμα και σε μεγάλα λιμάνια, όπως το Ντόβερ, στο οποίο καταφθάνουν πολλά εμπορικά φορτηγά μέσω πλοίων. Σε ένα υποθετικό σενάριο, εάν ο έλεγχος για κάθε φορτηγό καθυστερούσε την έλευσή του για 17´´, τότε η αποβίβαση κάθε πλοίου θα μπορούσε να καθυστερήσει μέχρι και έξι ολόκληρες ημέρες.
Για το υπάρχον σύστημα η ελεύθερη διακίνηση αγαθών έχει ζωτική σημασία και ως εκ τούτου ένα «no-deal Brexit» θα παρέλυε προσωρινά τις μεταφορές. Με τη σειρά του, αυτό θα έπληττε πολλές επιχειρήσεις, καθώς θα τις άφηνε χωρίς προμήθειες και εμπόρευμα.
Ήδη η βρετανική κυβέρνηση έχει δημοσιεύσει πάνω από εκατό έγγραφα, τα οποία περιλαμβάνουν οδηγίες για του πολίτες σε περίπτωση που ισχύσει ένα τέτοιο σενάριο, αφού με την άρση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας καθημερινές διαδικασίες θα αλλάξουν πλήρως προκαλώντας χάος.
Μέρος του προβλήματος αυτού αποτελεί και το ζήτημα της εισαγωγής των φαρμάκων, το οποίο θα μπορούσε να αποβεί ακόμη και θανατηφόρο για ασθενείς σε άμεση ανάγκη. Παράλληλα πολλοί Βρετανοί έχουν ήδη αρχίσει να μαζεύουν τρόφιμα και προμήθειες για να είναι προετοιμασμένοι από πιθανές ελλείψεις σε σούπερ μάρκετ. Στο πλαίσιο αυτό έχει κάνει την εμφάνιση του στην αγορά του λεγόμενο Brexit-Box, ένα κουτί το οποίο παρέχει είδη άμεσης ανάγκης που πιθανόν θα εκλείψουν, ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί ανάμεσα στους πολίτες.
Σε κάθε περίπτωση το Brexit θα προκαλέσει μια κατάσταση πολύ δύσκολα διαχειρίσιμη, ενώ θα έχει άμεσες και μακροχρόνιες επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ένα σχέδιο αντίστοιχο αυτού της Μέι θα οδηγούσε σε σμίκρυνση της βρετανικής οικονομίας κατά 3,9%, ενώ χωρίς συμφωνία το ίδιο ποσοστό θα έφτανε το 9,3%.
Στο μεταξύ οι ίδιοι θα δουν τις επενδύσεις να μειώνονται δραματικά, την ίδια στιγμή που το 29% των βρετανικών εταιρειών, σύμφωνα με το Ιnstute of Directors, ετοιμάζεται να εγκαταλείψουν το καράβι που βουλιάζει. Άλλοι υπολογισμοί θέλουν το 1/10 των επιχειρήσεων να φλερτάρει με το όριο της χρεοκοπίας, κυρίως εξαιτίας του επικείμενου προβλήματος με τα κόστη εισαγωγών και του ελέγχου εισόδου των εμπορευμάτων.
Αναφορικά με τον τουριστικό κλάδο το κέντρο Wolrd Travel and Tourism εκτιμά ότι 700.000 θέσεις εργασίας πρόκειται να χαθούν σε βάθος δεκαετίας. Ακόμη, προβλέπεται ότι θα παρουσιαστούν σημαντικές ελλείψεις τροφίμων, αφού το Ηνωμένο Βασίλειο παράγει μόλις το 61% όσων καταναλώνει, με το μεγαλύτερο πρόβλημα να παρουσιάζεται στα φρέσκα φρούτα.
Μεταξύ των εύλογων ερωτημάτων που προκύπτουν από τις εκτιμήσεις είναι το κατά πόσον η απόφαση εξόδου είναι αναστρέψιμη. Τον Δεκέμβριο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει πράγματι τη δυνατότητα να αποσύρει την πρόθεση εξόδου.
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα εάν το κοινοβούλιο αποφάσιζε ότι το Βrexit δεν είναι πλέον προς το συμφέρον της χώρας. Μια τέτοια απόφαση θα είχε όμως τεράστιο πολιτικό κόστος. Έτσι μονόδρομος για την παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα ήταν ένα δεύτερο δημοψήφισμα.
Η έγκαιρη οργάνωση του όμως κρίνεται μάλλον αδύνατη, αφού υπολογίζεται ότι οι προετοιμασίες για ένα δημοψήφισμα θα διαρκούσαν τουλάχιστον 22 εβδομάδες, ενώ υπολείπονται σχεδόν πέντε για την επίσημη ημέρα της εξόδου.
Αφού και το σενάριο της παραμονής κρίνεται αρκετά απίθανο, το διαζύγιο θα κοστίσει στους Βρετανούς συνολικά 51 δισ., τα οποία θα πρέπει να αποδώσουν στους υπόλοιπους Ευρωπαίους μέχρι το 2064. Απομένουν λοιπόν τρεις πιθανές εξελίξεις: είτε το το Ηνωμένο Βασίλειο προχωράει σε «no-deal Brexit» είτε αποδέχεται μια αναθεωρημένη έκδοση της συμφωνίας της Μέι είτε ζητάει παράταση των διαπραγματεύσεων.
Και οι τρεις περιπτώσεις πάντως πρέπει να εγκριθούν από τη Βουλή των Κοινοτήτων, αφού η βρετανίδα πρωθυπουργός δεσμεύθηκε στους βουλευτές ότι εάν δεν εγκρίνουν μια αναθεωρημένη συμφωνία έως τις 12 Μαρτίου, τότε τους δοθεί η δυνατότητα να ψηφίσουν για το εάν θέλουν να αποχωρήσουν χωρίς συμφωνία.
Σε περίπτωση που απορριφθεί και αυτό, η βουλή θα ψηφίσει στις 14 Μαρτίου για το αίτημα περιορισμένης παράτασης του Άρθρου 50. «Το Ηνωμένο Βασίλειο θα αποχωρήσει χωρίς συμφωνία στις 29 Μαρτίου μόνο εάν υπάρχει σαφής συναίνεση στη Βουλή για αυτό το αποτέλεσμα», δήλωσε η Μέι στο κοινοβούλιο.
Παράλληλα σε σχέση με το συνοριακό ζήτημα τόνισε ότι βρίσκεται σε «συζητήσεις με την Ε..Ε για αλλαγές… αναφορικά με το «Backstop» για τη Βόρεια Ιρλανδία». Η ίδια όμως δεν θα επιθυμούσε καθόλου την παράταση του άρθρου 50, αφού κάτι τέτοιο θα θόλωνε ακόμα περισσότερα τα νερά. Σε ομιλία της αναρωτήθηκε μάλιστα τι είδους μήνυμα θα έστελνε στον βρετανικό λαό η Βουλή, αν αποφάσιζε την παράταση του σχετικού άρθρου και τον ανάγκαζε να μετέχει στις ευρωεκλογές, ενώ έχει ζητήσει την έξοδο από την Ένωση.
Σε κάθε περίπτωση το μέλλον του Ηνωμένου Βασιλείου βρίσκεται πλέον κυριολεκτικά στα χέρια των βουλευτών του, αφού οι τρεις επικείμενες ψηφοφορίες θα καθορίσουν τι μέλλει γενέσθαι.