Οι δημοσκόποι εκφράζουν αμφιβολίες για τη δυναμική του Ερντογάν και δεν αποκλείουν τίποτε, καθώς η οικονομική κρίση έχει κλονίσει πολλούς ψηφοφόρους.
H τουρκική εταιρία δημοσκοπήσεων SONAR στη δημοσκόπηση που είχε δημοσιεύσει στην τελευταία της έρευνα σχετικά με τις προεδρικές εκλογές προέβλεψε πως το ποσοστό που θα λάβει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αγγίζει το 48,3% ενώ ο αντίπαλός του, ο οποίος στηρίζεται από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, Μουαρέμ Ιντζέ, φέρεται να συγκεντρώνει το 31,4%.
Αυτό το αποτέλεσμα θα είναι πολύ μακριά από την επιδίωξη του Τούρκου προέδρου για εκλογή του από τον πρώτο γύρο.
Στις εκλογές της 24ης Ιουνίου τα περίπου 58 εκατομμύρια των Τούρκων ψηφοφόρων θα έχουν δύο ψήφους: με την πρώτη θα εκλέξουν τον πρόεδρο και με τη δεύτερη θα ψηφίσουν το κόμμα της προτίμησής τους για την τουρκική Βουλή. Στην Τουρκία δεν υπάρχουν σταυροί για τους βουλευτές αλλά λίστες με βουλευτές που καθορίζει το κόμμα.
Ο επικεφαλής του ινστιτούτου SONAR, Χακάν Μπαϊρακτσί, σε συνέντευξή του στην Deutche Welle υποστηρίζει ότι στην Τουρκία υπάρχει ατμόσφαιρα φόβου, με αποτέλεσμα σχεδόν το 10% των ψηφοφόρων να μη δηλώνει ανοιχτά ποιον θα στηρίξει. Ετσι, στις δημοσκοπήσεις «δίδονται λανθασμένες απαντήσεις, άρα το εκλογικό αποτέλεσμα κατά πάσα πιθανότητα θα απέχει από τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων», τονίζει.
Ο Εζέρ Σεντσάρ, επικεφαλής της εταιρίας δημοσκοπήσεων Metropoll, θεωρεί πως η προεκλογική εκστρατεία του Τούρκου προέδρου είναι η χειρότερη που έχει κάνει έως σήμερα. Σύμφωνα με τον ίδιο, δεν έχει πάθος και δείχνει αδύναμος. «Ποτέ άλλοτε δεν έχει κάνει τόσα πολλά λάθη στις ομιλίες του», προσθέτει και εκφράζει αμφιβολίες για το εάν μπορεί να κρατηθεί στην εξουσία. Η Metropoll στην τελευταία δημοσκόπηση που δημοσίευσε στις 6 Ιουνίου δείχνει πως το ποσοστό του Ερντογάν φτάνει στο 46% και του Μουαρέμ Ιντζέ στο 20,1%. «Για πρώτη φορά μετά από 16 χρόνια ο Ερντογάν δεν έχει επιτυχία. Δεν μπορεί να οδηγήσει την οικονομία, τα προβλήματα στην Υγεία και την εκπαίδευση πολλαπλασιάζονται. Ο λαός νιώθει τις οικονομικές συνέπειες. Γι’ αυτό στις προεκλογικές του συγκεντρώσεις δεν υπάρχει πια μεγάλο πάθος», υποστηρίζει στη συνέντευξή του στην D.W.
Παρά τα προβλήματα, ο Ερντογάν λαμβάνει στις δημοσκοπήσεις από 48% έως και 52% των ψήφων. Αρκετοί πολιτικοί αναλυτές δεν αποκλείουν να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές από τον πρώτο γύρο έστω και με ελάχιστο ποσοστό πάνω από το 50%. Ισως όμως να υπάρξει μεγαλύτερο πρόβλημα στις βουλευτικές εκλογές, καθώς ο συνασπισμός του κόμματος Ερντογάν (ΑΚΡ) με το εθνικιστικό MHP θα μπορούσε να χάσει την πλειοψηφία στη Βουλή.
Αυτό θα συμβεί αν και το νέο κόμμα της Μεράλ Ακσενερ (Iyi Parti) ή και το φιλοκουρδικό κόμμα ΗDP καταφέρουν να περάσουν το όριο του 10%. Αν όμως ένα από τα κόμματα δεν περάσει το όριο, τότε το AKP θα διαθέτει πλειοψηφία στη Βουλή. Το σίγουρο είναι πως είναι δύσκολο κανείς να προβλέψει το εκλογικό αποτέλεσμα στις εκλογές αυτές. Το βέβαιο είναι ότι σε περίπτωση που το ΑΚΡ μαζί με το ΜΗΡ δεν καταφέρουν να συγκεντρώσουν πλειοψηφία, τον Ερντογάν θα τον περιμένουν μεγάλες δυσκολίες, καθώς δεν θα μπορεί να στηριχθεί στη Βουλή. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Τούρκος πρόεδρος έκανε «άνοιγμα» ακόμη και στους Κούρδους, καλώντας τους να τον ψηφίσουν, κατά την προεκλογική συγκέντρωση στο Ντιγιάρμπακιρ: «Η περιοχή ζει μια ειρήνη την οποία δεν έχει ξαναδεί στη διάρκεια των τελευταίων 40 ετών», δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος.
Πάντως, το 2002, όταν ο Ταγίπ Ερντογάν ήρθε στην εξουσία, η μεγαλύτερη επιτυχία του ήταν η οικονομική ανάκαμψη της χώρας. Το ετήσιο εισόδημα ανέβηκε από 3.500 δολάρια στα 10.000 δολάρια και σε ολόκληρη τη χώρα επικράτησε οικοδομικός οργασμός. Σήμερα ωστόσο η οικονομική κατάσταση έχει αλλάξει. Από την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016 και την επιβολή κατάστασης εκτάκτου ανάγκης η τουρκική οικονομία πήρε την κάτω βόλτα.
Αν και η ανακοίνωση των στοιχείων για την ανάπτυξη της Τουρκίας το 2017 δίνει μια δυναμική -ο ρυθμός 7,4% είναι εντυπωσιακός- ωστόσο, πριν να συμπληρωθεί το πρώτο εξάμηνο του 2018, το τουρκικό νόμισμα έχασε πολύ μεγάλο ποσοστό της αξίας του (30%) και ο πληθωρισμός κινείται ανοδικά. Οι επενδύσεις έχουν μειωθεί και η εμπιστοσύνη των διεθνών αγορών στην τουρκική οικονομία έχει συρρικνωθεί.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]