Η καγκελάριος της Γερμανίας απέρριψε κατηγορηματικά τις εκκλήσεις για την αμφισβήτηση της πολιτικής υποδοχής προσφύγων στη χώρα, μετά τις δύο πρόσφατες επιθέσεις που διαπράχθηκαν από πρόσφυγες.
Οι τζιχαντιστές «επιδιώκουν να πλήξουν την ετοιμότητά μας να υποδεχθούμε απελπισμένους ανθρώπους. Εναντιωνόμαστε κατηγορηματικά σε αυτό», δήλωσε κατά τη διάρκεια έκτακτης συνέντευξης Τύπου στο Βερολίνο η Άνγκελα Μέρκελ, η προσφυγική πολιτική της οποίας δέχεται και πάλι έντονες επικρίσεις στη Γερμανία.
«Οι τρομοκράτες επιδιώκουν να μας εκτρέψουν από ό,τι είναι σημαντικό για εμάς, να διαρρήξουν τη συνοχή μας και το αίσθημα της κοινότητας, να πλήξουν τον τρόπο ζωής μας, την ανοικτή μας στάση και την προθυμία μας να υποδεχθούμε ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη», είπε η Μέρκελ.
«Βλέπουν μίσος και φόβο ανάμεσα στους πολιτισμούς, μίσος και φόβο ανάμεσα στις θρησκείες. Αντιτασσόμαστε αποφασιστικά σε αυτό», πρόσθεσε.
«Θα τα καταφέρουμε» (“wir schaffen das”), είπε η καγκελάριος επαναλαμβάνοντας τη φράση που είχε αποφασιστικά υιοθετήσει το καλοκαίρι του 2015 όταν η Γερμανία άνοιξε τις πόρτες της σε εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που έφευγαν μακριά από τον πόλεμο και την αθλιότητα.
«Είμαι πεπεισμένη, σήμερα όπως και χθες, ότι θα κατορθώσουμε να φέρουμε εις πέρας αυτήν την ιστορική αποστολή στους καιρούς της παγκοσμιοποίησης. Θα τα καταφέρουμε και έχουμε ήδη καταφέρει πολλά, πολλά πράγματα τους τελευταίους μήνες», είπε.
«Παραχωρώ συνήθως αυτή τη συνέντευξη Τύπου μετά τις καλοκαιρινές διακοπές , όμως νομίζω ότι κυρίως μετά τις τρομερές επιθέσεις στο Βίρτσμπουργκ, το Μόναχο και το Ανσμπαχ, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη να την κάνουμε σήμερα», δήλωσε αρχικά η Α. Μέρκελ.
«Οι φρικτές επιθέσεις στη Γερμανία στο Βίρτσμπουργκ και το Άνσμπαχ είναι ισλαμιστική τρομοκρατία» τόνισε η καγκελάριος της Γερμανίας και επισήμανε πως «πρόκειται για πράξεις που γίνονται σε χώρους όπου θα μπορούσε να είναι καθένας από εμάς».
«Το Φθινόπωρο θα υπάρξει μέριμνα για την ενίσχυση των δυνάμεων ασφαλείας», δήλωσε η Γερμανίδα καγκελάριος, ανακοινώνοντας τα νέα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί για την αποκρυπτογράφηση των δεδομένων στο διαδίκτυο.
«Πολλά μέτρα έχουν τεθεί σε εφαρμογή. Μεταξύ άλλων, η διατήρηση των δεδομένων, η καλύτερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των υπηρεσιών ασφαλείας, καθώς και η διεθνής συνεργασία μεταξύ των αρχών της ασφάλειας στην Ευρώπη. Ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό πρέπει να γίνει για να διασφαλιστεί η ασφάλεια στη χώρα μας».
«Δύο πρόσφυγες εξαπέλυσαν τρομοκρατικές επιθέσεις γεγονός που σημαίνει ότι πρόδωσαν τη χώρα που τους δέχτηκε αλλά και τους υπόλοιπους πρόσφυγες» συνέχισε. «Με τις πράξεις αυτές, οι τρομοκράτες θέλουν να υποβαθμίσουν τη συνοχή μας. Να σπείρουν το μίσος και το φόβο μεταξύ των πολιτισμών και των θρησκειών» τόνισε η κ. Μέρκελ.
«Το κακό είναι η γενική αβεβαιότητα, η ανησυχία που νιώθουμε όταν βλέπουμε κάποιον . Πρέπει να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος», τόνισε. Αναφερόμενη στις χώρες της ΕΕ που δεν συμμετέχουν στην κατανομή των προσφύγων, η κυρία Μέρκελ εξέφρασε την απογοήτευσή της.
Πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες επαναπατρισμού, αυτό σημαίνει συνεργασία με το Αφγανιστάν και τις χώρες της Βόρειας Αφρικής, επισήμανε η καγκελάριος της Γερμανίας. «Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Τηρούμε αυτά για τα οποία έχουμε δεσμευτεί. Είμαστε πιστοί στις αρχές μας. Αυτό σημαίνει ότι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι απαραβίαστη και για τους ανθρώπους που αναζητούν σε εμάς προστασία» προσέθεσε.
«Έχουμε καταφέρει να εκπληρώσει το καθήκον μας. Μπορούμε να τα καταφέρουμε… Έχουμε κάνει πολλά τους τελευταίους μήνες. “Πρέπει να διασφαλιστεί ο τρόπος ζωής μας για να εξασφαλιστεί στο μέλλον μας.
«Εμείς θα κάνουμε ό, τι είναι δυνατόν για να αντιμετωπίσουμε τις βάρβαρες πράξεις, να εντοπίσουμε τους υπεύθυνους και να τους φέρουμε ενώπιον της δικαιοσύνης”, τόνισε η Γερμανίδα καγκελάριος.
«Οι τρομοκράτες εκμεταλλεύονται την προσφυγική κρίση» ανέφερε: «Ξέρουμε ότι μετά τις επιθέσεις του Παρισιού, οι μαχητές του Iσλαμικού Κράτους χρησιμοποιούν τους πρόσφυγες για να διεισδύσουν σε άλλες χώρες και να εξαπολύσουν τρομοκρατικές πράξεις».
Για την Τουρκία
«Πώς βλέπετε τις εξελίξεις στην Τουρκία;» ρωτήθηκε από τους δημοσιογράφους. Η Μέρκελ έκανε λόγο για ραγδαίες εξελίξεις στη χώρα του Ερντογάν και προσέθεσε: «Πιστεύω ότι το τουρκικό καθεστώς θα πρέπει να δράσει εναντίον των πραξικοπηματιών με όλα τα μέσα δικαίου». Επιπλέον, η Μέρκελ υποστήριξε πως έχει έχει ήδη μιλήσει τηλεφωνικά με τον Τούρκο πρωθυπουργό.
Σε ερώτηση αν θα διεκδικήσει εκ νέου την καγκελαρία της Γερμανίας το 2017, απέφυγε για μία ακόμη φορά να ανοίξει τα χαρτιά της.
«Θα πω την κατάλληλη στιγμή – αλλά αυτό δεν είναι σήμερα».
Η πλειοψηφία των Γερμανών απορρίπτει την πολιτική ασύλου της Μέρκελ
Tο 57% των Γερμανών απορρίπτει την πολιτική της καγκελαρίου Μέρκελ στην παροχή ασύλου στους πρόσφυγες και τους παράτυπους μετανάστες, ενώ πάνω από το 50% θεωρεί ότι δεν λαμβάνονται σοβαρά υπόψη οι ανησυχίες των πολιτών. Περισσότεροι είναι οι άντρες που έχουν τη γνώμη αυτή. Αυτά προκύπτουν από δημοσκόπηση που έγινε από το Ινστιτούτο Εmnid για το ιδιωτικό τηλεοπτικό δίκτυο Ν24, τον τηλεοπτικό σταθμό του ομίλου «Welt», η οποία διεξήχθη μετά τις πρόσφατες επιθέσεις σε διάφορες γερμανικές πόλεις.
Το ποσοστό των ψηφοφόρων του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) που απορρίπτουν την πολιτική της Μέρκελ ανέρχεται σε 42%. Επίσης την πολιτική αυτή απορρίπτουν επτά στους δέκα ερωτηθέντες σοσιαλδημοκράτες.
Εν τούτοις το αίσθημα ασφαλείας των Γερμανών πολιτών δεν άλλαξε δραματικά από τις επιθέσεις αυτές. Το 61% απάντησε ότι αισθάνεται το ίδιο ασφαλές στη χώρα του όπως και πριν. Εξ αυτών τα 2/3 έχουν ηλικία άνω των 50 ετών. Στους νεότερους, έως 29 ετών, το ποσοστό είναι 58% και στις ηλικίες μεταξύ 30 και 49 ετών είναι 54%.
Τα 2/3 των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δεν προτίθεται να αλλάξει τον τρόπο ζωής του μετά τις αιματηρές επιθέσεις. Εν τούτοις, το 1/5 δηλώνει ότι θα αποφύγει να παρίσταται σε μεγάλες εκδηλώσεις λόγω φόβου.
Το 1/10 των ερωτηθέντων πάντως θα αποφεύγει να χρησιμοποιεί τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Περίπου το ίδιο ποσοστό των ερωτηθέντων είπαν ότι θα ορίσουν αυστηρότερους κανόνες στα παιδιά τους προκειμένου να τα προστατεύσουν καλύτερα.
Στο ερώτημα ποιον θα ψηφίζατε αν την Κυριακή γίνονταν εκλογές, δεν υπάρχει καμία ουσιώδης μεταβολή σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα: Το 35% των ερωτηθέντων θα ψήφιζε το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) και το 23% τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD). Η Αριστερά (Die Linke) θα ελάμβανε 1% παραπάνω , δηλαδή 10% και οι Πράσινοι (Die Grünen) το ίδιο ποσοστό, δηλαδή 12%. Το δεξιό λαϊκιστικό αντιευρωπαϊκό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) 10% και τέλος το μη εκπροσωπούμενο σήμερα στην γερμανική Βουλή φιλελεύθερο κόμμα της Γερμανίας FDP 5%.