Σύμφωνα με την έρευνα η οποία δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Elife», οι άντρες στην Ελλάδα το 1914 ήταν περίπου στο 1,62, ενώ σήμερα κατά μέσο όρο είναι 1,77. Πολύ εντυπωσιακά είναι τα αποτελέσματα της μελέτης και για τις Ελληνίδες, οι οποίες από το 1,50 που ήταν κατά μέσο όρο το 1914 το ύψος τους πλέον ανέρχεται στο 1,65.
Βέβαια, οι Νοτιοκορεάτες έχουν τα σκήπτρα στην αύξηση ύψους, αφού οι γυναίκες τους πήραν 20 πόντους στη διάρκεια 100 ετών. Οι άντρες της Νότιας Κορέας ψήλωσαν επίσης αρκετά, και πιο συγκεκριμένα από το 1,59 έφτασαν το 1,75. Ωστόσο, στον αντρικό πληθυσμό η μεγαλύτερη αύξηση ύψους ανάμεσα στις 200 χώρες της έρευνας σημειώνεται στο Ιράν. Συγκεκριμένα, από τα 157 εκατοστά που είχαν ύψος το 1914, πήραν περισσότερους από 16 πόντους και το 2014 το μέσο ύψος τους ήταν 174 εκατοστά.
Οι ψηλότεροι άντρες σήμερα είναι, σύμφωνα με τη διεθνή έρευνα, οι Ολλανδοί με ύψος σχεδόν 1,83, ενώ οι γυναίκες στην Ολλανδία (1,69) έρχονται δεύτερες μετά τις γυναίκες της Λετονίας που έχουν εκτιναχθεί στο 1,70 κατά μέσο όρο.
Μεγάλες μεταβολές στο ύψος, σημειώνονται σε χώρες όπως η Γροιλανδία, η Ιαπωνία και για τα δύο φύλα, καθώς επίσης και σε Τσεχία, Κροατία, Σερβία για τις γυναίκες αλλά και Βέλγιο, Ισπανία, Τουρκία για τους άντρες.
Οι πιο κοντοί άντρες του κόσμου, όπως προκύπτει από την έρευνα, είναι στο ανατολικό Τιμόρ (Νοτιοανατολική Ασία), με ύψος στα 160 εκατοστά, ενώ οι κοντύτερες γυναίκες στη Γουατεμάλα με ύψος 150 εκατοστά.
Η Γουατεμάλα είναι από τις χώρες όπου δεν υπήρχε μεγάλη αυξομείωση του ύψους των κατοίκων της στη διάρκεια του τελευταίου αιώνα. Μικρή ήταν η αύξηση ύψους και στην Ινδία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές.
Σε χώρες της Αφρικής, μάλιστα, όπως η Ουγκάντα και η Σιέρα Λεόνε, ο μέσος όρος ύψους μειώθηκε κατά μερικά εκατοστά.
Οι ερευνητές επισημαίνουν πως άμεσο αντίκτυπο στη διαμόρφωση του ύψους έχουν οι διαφορετικές διατροφικές συνήθειες, οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, και, φυσικά, τα γονίδια. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η μείωση στο ύψος των ανθρώπων της Υποσαχάριας Αφρικής οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην οικονομική κατάσταση της δεκαετίας του 1980.
Όπως προκύπτει από άλλες μελέτες, οι ψηλοί άνθρωποι ζουν κατά μέσο όρο περισσότερο και αντιμετωπίζουν μικρότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων.
ΜΑΡΙΑ-ΝΙΚΗ ΓΕΩΡΓΑΝΤΑ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου που κυκλοφορεί