Έτσι, σύμφωνα με μια νέα βρετανο-σουηδική επιστημονική έρευνα, όσο περισσότερα κορίτσια έχει μια τάξη και όσο πιο μορφωμένοι είναι οι γονείς των μαθητών, τόσο αυξάνει ο κίνδυνος εκδήλωσης διαταραχής πρόσληψης τροφής στα παιδιά.
Οι ερευνητές από τέσσερα βρετανικά πανεπιστήμια (Οξφόρδης, University College Λονδίνου, Μπρίστολ, Σχολή Υγιεινής & Τροπικής Ιατρικής Λονδίνου) και ένα σουηδικό (Ιατρικό Ινστιτούτο Καρολίνσκα του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης), με επικεφαλής την παιδοψυχίατρο δρα Έλεν Μπουλντ του Τμήματος Ψυχιατρικής της Οξφόρφης, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο κορυφαίο διεθνές περιοδικό επιδημιολογίας “International Journal of Epidemiology”.
Στα σχολεία με μικρότερα ποσοστά κοριτσιών στις τάξεις και με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο γονέων (λιγότεροι πτυχιούχοι ανώτατης εκπαίδευσης) είναι λιγότερα και τα περιστατικά διατροφικών διαταραχών μεταξύ των μαθητριών.
Σύμφωνα με την μελέτη, περίπου το 6% των κοριτσιών στην εφηβεία τους, δηλαδή δύο μαθήτριες σε μια τάξη 30 παιδιών, εμφανίζουν κάποια διαταραχή πρόσληψης τροφής, όπως νευρική ανορεξία ή, το αντίθετό της, νευρική βουλιμία.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι οι διατροφικές διαταραχές είναι σοβαρές παθήσεις και επικίνδυνες. Μια γυναίκα με νευρική βουλιμία έχει περίπου διπλάσια πιθανότητα να πεθάνει νέα, ενώ ο αντίστοιχος κίνδυνος είναι πολύ μεγαλύτερος – εξαπλάσιος- αν πάσχει από νευρική ανορεξία. Όπως ανέφερε η δρ Μπουλντ, «οι διαταραχές πρόσληψης τροφής έχουν τεράστια επίπτωση στις ζωές των νέων που υποφέρουν από αυτές, γι’ αυτό είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τους σχετικούς παράγοντες κινδύνου, ώστε να τους αντιμετωπίσουμε».
Οι ερευνητές δεν είναι βέβαιοι με ποιό ακριβώς τρόπο ορισμένα σχολεία κάνουν μερικές μαθήτριες πιο επιρρεπείς και πιο ευάλωτες στις εν λόγω διαταραχές. Θεωρούν πάντως πιθανό ότι σε κάποια σχολεία -ιδίως εκεί όπου αφθονούν πολλά κορίτσια μορφωμένων γονέων- μπορεί πιο εύκολα να επικρατήσει μια «κουλτούρα» διαταραχών πρόσληψης τροφής, η οποία γίνεται «κολλητική» σαν επιδημία και εξαπλώνεται σιγά-σιγά σε όλο το σχολείο.
Από την άλλη, η έρευνα επισημαίνει ότι μερικά σχολεία είναι πολύ πιο ευαισθητοοποιημένα και αποτελεσματικά σε σχέση με άλλα, στο να εντοπίζουν τις διατροφικές διαταραχές των μαθητριών τους, έτσι ώστε το πρόβλημα να αντιμετωπίζεται έγκαιρα από τους ειδικούς.