Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Παγουάν Σάρμα του Πανεπιστημίου Τεχνολογίας του Σίδνεϊ και του Ινστιτούτου Ιατρικής Έρευνας Woolcock της Αυστραλίας, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “ERJ Open Research” της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας.
«Το κάπνισμα είναι η κύρια αιτία θανάτου που θα μπορούσε να προληφθεί, αλλά με την εισαγωγή των ηλεκτρονικών τσιγάρων την τελευταία δεκαετία η τάση για χρήση νικοτίνης δεν πρόκειται να επιβραδυνθεί στο κοντινό μέλλον. Αν αυτή η τάση συνεχιστεί, η χρήση καπνού θα προκαλεί περισσότερους από οκτώ εκατομμύρια θανάτους ετησίως σε όλο τον κόσμο έως το 2030», ανέφερε ο Σάρμα.
«Η τελευταία προσθήκη σε αυτή την τάση είναι η σχεδιασμένη και δυναμική εμφάνιση των συσκευών θέρμανσης καπνού, που συχνά αποκαλούνται προϊόντα επόμενης γενιάς ή θέρμανσης και όχι καύσης. Ξέρουμε πολύ λίγα πράγματα για τις επιπτώσεις αυτών των συσκευών στην υγεία, γι’ αυτό σχεδιάσαμε τη νέα έρευνα, ώστε να τις συγκρίνουμε με το κάπνισμα και το άτμισμα», πρόσθεσε.
Οι ερευνητές μελέτησαν τις επιπτώσεις και των τριών διαφορετικών πηγών νικοτίνης (από συμβατικά τσιγάρα, ηλεκτρονικά και συσκευές IQOS) σε δύο διαφορετικά είδη κυττάρων των πνευμόνων, σε επιθηλιακά και λεία μυϊκά. Το κάπνισμα μπορεί να οδηγήσει σε δυσκολία αναπνοής, επειδή διαταράσσει την ομαλή λειτουργία αυτών των κυττάρων.
Η μελέτη διαπίστωσε ότι ο καπνός από την καύση του τσιγάρου και ο ατμός από τη θέρμανση του στερεού καπνού της IQOS είναι άκρως τοξικοί για τα κύτταρα των πνευμόνων τόσο σε υψηλότερες όσο και σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις, ενώ ο ατμός του ηλεκτρονικού τσιγάρου είναι τοξικός κυρίως σε υψηλότερες συγκεντρώσεις. Οι υψηλότερες συγκεντρώσεις στις οποίες οι επιστήμονες εξέθεσαν τα κύτταρα, αντιστοιχούν στα επίπεδα νικοτίνης των χρόνιων καπνιστών.
«Αυτό που ήταν σαφές, είναι ότι τα νεότερα προϊόντα κατά κανένα τρόπο δεν ήταν λιγότερο τοξικά σε σχέση με τα συμβατικά τσιγάρα ή τα ηλεκτρονικά», δήλωσε ο ερευνητής δρ Σουκχβίντερ Σοχάλ του Πανεπιστημίου της Τασμανίας.
ΕΟΔΥ - κορονοϊός: 531 νέες εισαγωγές, 7 διασωληνώσεις και 27 θάνατοι την τελευταία εβδομάδα
«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι και τα τρία είναι τοξικά για τα κύτταρα των πνευμόνων μας και ότι οι νέες συσκευές θέρμανσης καπνού είναι εξίσου επιβλαβείς όσο το κάπνισμα παραδοσιακών τσιγάρων», τόνισε ο Σάρμα. «Μας πήρε σχεδόν πέντε δεκαετίες για να κατανοήσουμε τις επιβλαβείς επιπτώσεις του καπνίσματος και ακόμη δεν ξέρουμε την μακροπρόθεσμη επίπτωση της χρήσης των ηλεκτρονικών τσιγάρων. Οι συσκευές θέρμανσης καπνού είναι σχετικά νέες και θα χρειαστούν δεκαετίες για να καταλάβουμε πλήρως τις συνέπειες τους στην ανθρώπινη υγεία», πρόσθεσε.
Οι ερευνητές, που θα συνεχίσουν τις έρευνές τους πάνω στις συσκευές θέρμανσης καπνού, υπογράμμισαν πως «είναι ήδη γνωστό ότι η βλάβη σε αυτά τα δύο είδη κυττάρων των πνευμόνων μπορεί να καταστρέψει τον ιστό των πνευμόνων και να οδηγήσει σε θανατηφόρες παθήσεις όπως η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, ο καρκίνος των πνευμόνων και η πνευμονία, καθώς επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο για την εμφάνιση άσθματος, συνεπώς δεν πρέπει να θεωρούμε αυτές τις συσκευές ως μια ασφαλέστερη επιλογή».
Η καθηγήτρια Τσαρλότα Πίσιντζερ του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, πρόεδρος της επιτροπής ελέγχου καπνού της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας, δήλωσε ότι «οι νέες συσκευές θέρμανσης καπνού διαφημίζονται ότι παράγουν κατά 95% χαμηλότερα επίπεδα τοξικών ουσιών, επειδή ο καπνός θερμαίνεται και δεν καίγεται. Όμως οι πρώτες ανεξάρτητες μελέτες έχουν δείξει ότι υπάρχει καύση και σε αυτές και ότι τοξικές και καρκινογόνες ουσίες απελευθερώνονται, μερικές σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τα συμβατικά τσιγάρα, ενώ άλλες σε υψηλότερα επίπεδα. Μια εξέταση των στοιχείων της ίδιας της βιομηχανίας καπνού γι’ αυτές τις συσκευές έχει δείξει ότι στους αρουραίους υπάρχουν ενδείξεις φλεγμονής των πνευμόνων, ενώ δεν υπάρχει καθόλου ενδείξεις βελτίωσης στη φλεγμονή και στην λειτουργία των πνευμόνων των καπνιστών που το γύρισαν σε αυτές τις συσκευές θέρμανσης καπνού».
Όπως είπε η δρ Πίσιντζερ, «η κυκλοφορία στην αγορά και η δυναμική προώθηση των νέων συσκευών δημιουργεί μεγάλο δέλεαρ για τους καπνιστές που θέλουν να σταματήσουν το κάπνισμα και εσφαλμένα πιστεύουν ότι μπορούν να στραφούν σε κάποιο άλλο αβλαβές προϊόν καπνού. Επιπλέον, οι νέες συσκευές ανοίγουν ένα νέο δρόμο για την προσέλκυση νέων ανθρώπων, ώστε να χρησιμοποιούν και να εθίζονται στη νικοτίνη. Η νέα μελέτη παρέχει πρόσθετες ενδείξεις ότι αυτές οι νέες συσκευές δεν είναι το ασφαλές υποκατάστατο στο κάπνισμα τσιγάρου, όπως προβάλλονται ότι είναι».
Σχετικά με το θέμα, η κυρία Αγγελική Αγγέλη, Επικεφαλής της Διεύθυνσης Επιστημονικών και Ιατρικών Θεμάτων της Παπαστράτος, θυγατρικής της Philip Morris International στην Ελλάδα, δήλωσε τα εξής:
«Η επιστολή που δημοσιεύτηκε σχετικά με αυτήν την έρευνα στερείται καίριων επιστημονικών πληροφοριών, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά τα αποτελέσματα αναφορικά με τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και τα θερμαινόμενα προϊόντα καπνού.
Το συμπέρασμα του συγγραφέα της επιστολής, ότι τόσο το IQOS όσο και τα ηλεκτρονικά τσιγάρα είναι το ίδιο τοξικά με τα συμβατικά τσιγάρα, δεν είναι ευθυγραμμισμένο με τις επιστημονικές αποδείξεις που υπάρχουν διαθέσιμες μέχρι σήμερα και έρχεται σε αντίθεση με την αυξανόμενη συναίνεση που υπάρχει αναφορικά με αυτά τα προϊόντα από τις Αρχές Δημόσιας Υγείας, όπως ενδεικτικά της Public Health England. Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται, επίσης, σε αντίθεση με τις δημοσιευμένες επιστημονικές μελέτες τόσο της Philip Morris International (ΡΜΙ) όσο και άλλων μελετών από ανεξάρτητους επιστήμονες και κυβερνητικά ερευνητικά κέντρα σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Αγγλία και οι Η.Π.Α.
Με τις πληροφορίες που παρέχονται στη δημοσιευμένη επιστολή, δεν είναι εφικτό να αξιολογηθούν με το σωστό τρόπο τα δεδομένα τα οποία χρησιμοποίησε η εν λόγω έρευνα. Κυρίως, δεν υπάρχει καμία πληροφορία για την πραγματική δοσολογία του καπνού του τσιγάρου ή του αερολύματος του ηλεκτρονικού τσιγάρου ή του IQOS, στην οποία εκτέθηκαν τα κύτταρα. Έτσι λοιπόν είναι αδύνατον να γνωρίζουμε εάν χρησιμοποιήθηκαν ισοδύναμες δοσολογίες, γεγονός το οποίο είναι αναγκαίο για να συγκριθούν επιστημονικά με ακρίβεια τα προϊόντα. Ούτε είναι δυνατόν να γνωρίζουμε εάν οι δοσολογίες που χρησιμοποιήθηκαν στο εργαστηριακό πείραμα είναι ανάλογες με αυτές στις οποίες εκτίθεται ένας καπνιστής στην πραγματικότητα. Αναζητούμε άμεσα διευκρινίσεις σε αυτά τα σημεία για να μπορούμε επιστημονικά να απαντήσουμε λεπτομερώς».