Σε γενικές γραμμές, η έκθεση δείχνει ότι η σταθερή αύξηση του προσδόκιμου ζωής στην ΕΕ έχει επιβραδυνθεί και ότι εξακολουθούν να υφίστανται μεγάλα κενά μεταξύ και εντός των χωρών, γεγονός που οδηγεί στην περιθωριοποίηση ιδίως των ατόμων με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης.
Η έκθεση ζητεί περαιτέρω τη βελτίωση της ψυχικής υγείας και την πρόληψη των ψυχικών νόσων, που όχι μόνο έχουν κοινωνικές συνέπειες, αλλά υπολογίζεται επίσης ότι το κόστος τους ανέρχεται σε ποσοστό άνω του 4% του ΑΕΠ σε ολόκληρη την ΕΕ. Επίσης, απαιτεί την αντιμετώπιση παραγόντων κινδύνου, όπως το κάπνισμα, το αλκοόλ και η παχυσαρκία, τη μείωση της πρόωρης θνησιμότητας, την εξασφάλιση καθολικής πρόσβασης στην περίθαλψη και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των συστημάτων υγείας.
Τα βασικά πορίσματα της κοινής έκθεσης ΕΕ – Ο.Ο.Σ.Α είναι τα εξής:
· Μέχρι πρόσφατα, το προσδόκιμο ζωής αυξανόταν με ταχύ και σταθερό ρυθμό σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Ωστόσο, από το 2011, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής έχει επιβραδυνθεί σημαντικά. Επιπλέον, εξακολουθούν να υφίστανται μεγάλες διαφορές ως προς το προσδόκιμο ζωής, όχι μόνο ανά φύλο, αλλά και ανάλογα με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση. Για παράδειγμα, κατά μέσο όρο σε ολόκληρη την ΕΕ, οι 30χρονοι άνδρες με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης μπορούν να αναμένουν ότι θα ζήσουν περίπου 8 χρόνια λιγότερα από τους κατόχους πτυχίου πανεπιστημίου.
· Στοιχεία από διάφορες χώρες υποδεικνύουν ότι έως και το 20% των δαπανών υγείας θα μπορούσαν να ανακατανεμηθούν για καλύτερη αξιοποίηση. Ένας συνδυασμός μέσων πολιτικής θα μπορούσε να βελτιστοποιήσει τις δαπάνες εξασφαλίζοντας αποδοτική επένδυση χρημάτων, για παράδειγμα κατά την επιλογή και κάλυψη ή προμήθεια και τιμολόγηση των φαρμακευτικών προϊόντων μέσω της αξιολόγησης των τεχνολογιών υγείας.
· Το 2015 πάνω από 84 000 άνθρωποι αποβίωσαν συνεπεία προβλημάτων ψυχικής υγείας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Το συνολικό κόστος που προκύπτει από τα προβλήματα ψυχικής υγείας εκτιμάται ότι υπερβαίνει τα 600 δισ. ευρώ ετησίως.
· Σχεδόν το 40% των εφήβων αναφέρουν τουλάχιστον ένα επεισόδιο υπερκατανάλωσης αλκοόλ κατά τον μήνα που προηγήθηκε. Παρόλο που οι πολιτικές για τον έλεγχο της κατανάλωσης αλκοόλ έχουν συμβάλει στη μείωση της συνολικής κατανάλωσης σε πολλές χώρες της ΕΕ, ωστόσο τα υψηλά ποσοστά κατανάλωσης αλκοόλ τόσο μεταξύ εφήβων όσο και μεταξύ ενηλίκων παραμένουν σημαντικό ζήτημα δημόσιας υγείας.
· Τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα έχουν πενταπλάσιες πιθανότητες να αναφέρουν μη καλυπτόμενες ανάγκες περίθαλψης σε σύγκριση με τα νοικοκυριά υψηλού εισοδήματος.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]