Η ανακοίνωση της ΑΕΚ:
«Η οικογένεια της ΑΕΚ θρηνεί την απώλεια του μεγάλου Μίμη Παπαϊωάννου που έφυγε από τη ζωή σήμερα το πρωί στα 81 του χρόνια. Ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής στην ιστορία της ομάδας μας πέρασε στην αιωνιότητα, έχοντας παλέψει για χρόνια με σοβαρά προβλήματα υγείας.
Μαζί με τον Κώστα Νεστορίδη και τους άλλους μεγάλους άσους της εποχής οδήγησαν την «Ένωση» στην κατάκτηση του τίτλου το 1963. Μετά τον τίτλο του 1963, πρωταγωνίστησε στις κατακτήσεις των πρωταθλημάτων του 1968, του 1971, του 1978 και του 1979, στα Κύπελλα του 1964, του 1966 και του 1978, στην συμμετοχή στα προημιτελικά του Πρωταθλητριών το 1968-69 και στα ημιτελικά του ΟΥΕΦΑ το 1977. Σφράγισε μάλιστα την τελευταία πρόκριση, αυτή στα προημιτελικά με αντίπαλο την Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς, σκοράροντας με ασύλληπτη κεφαλιά (με τη γνωστή ικανότητά του να στέκεται στον αέρα) το τρίτο γκολ που οδήγησε την αναμέτρηση στην παράταση και στη συνέχεια στα πέναλτι, όπου προκρίθηκε η ΑΕΚ.
Ο Μίμης Παπαϊωάννου ήταν ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών για την ΑΕΚ, με 289 γκολ σε 566 εμφανίσεις. Τα 236 σε 481 εμφανίσεις στην Α’ Εθνική. Ηταν επίσης πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα, το 1964 και το 1966. Στην Εθνική Ελλάδας αγωνίστηκε 61 φορές με 21 γκολ».
Μίμης Παπαϊώαννου: Η ζωή του
Εδώ και χρόνια ταλαιπωρούταν από σοβαρά προβλήματα υγείας μιας και ο μύθος της ΑΕΚ και του ελληνικού ποδοσφαίρου πάλευε με τη νόσο Αλτσχάιμερ. Έκανε μια καριέρα τεράστια εντός και εκτός ποδοσφαίρου. Θα μπορούσε να αγωνιστεί στη Ρεάλ Μαδρίτης που δεδομένα τον επιθυμούσε, όμως εκείνος ήθελε να κάνει καριέρα στο πλάι του Στέλιου Καζαντζίδη. Τραγούδησε τον ύμνο της ΑΕΚ, έγραψε πολλά χιλιόμετρα στους αγωνιστικούς χώρους και θα μνημονεύεται ως ένας εκ των κορυφαίων Ελλήνων ποδοσφαιριστών της ιστορίας.
Oκτώ μήνες ποινή φυλάκισης με αναστολή και πρόστιμο για τον πρώην παίκτη του Παναθηναϊκού Τζιμπρίλ Σισέ
Ο Μίμης Παπαϊωάννου ξεκίνησε την καριέρα του στην ομάδα της γενέτειράς του, τη Νέα Γενεά Νικομήδειας. Το 1962 πήρε μεταγραφή στην ΑΕΚ έναντι 140.000 δραχμών.
Με την ΑΕΚ αγωνίστηκε επί 17 συνεχείς περιόδους και μαζί της γνώρισε μεγάλες διακρίσεις. Κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα Α΄ Εθνικής (1963, 1968, 1971, 1978, 1979) και τρία κύπελλα Ελλάδας (1964, 1966, 1978). Επίσης, αναδείχθηκε δύο φορές πρώτος σκόρερ (1964, 1966) και ήταν βασικός συντελεστής σε δύο εντυπωσιακές πορείες της ομάδας στα ευρωπαϊκά κύπελλα, το 1968-69 στο κύπελλο Πρωταθλητριών και το 1976-77 στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ.
Το 1979 σταμάτησε να αγωνίζεται στην Ελλάδα έπειτα από 480 αγώνες πρωταθλήματος. Πέτυχε 234 γκολ, ρεκόρ για την εποχή που κατέρριψε ο συμπαίκτης του Θωμάς Μαύρος 11 χρόνια αργότερα. Μέχρι σήμερα κατέχει την έκτη θέση σε συμμετοχές και την τρίτη θέση στους σκόρερ στην Α΄ Εθνική. Είναι δε στην πρώτη θέση στους σκόρερ με την ίδια ομάδα.
Τη χρονιά εκείνη μετέβη στις ΗΠΑ, όπου αγωνίστηκε για μια περίοδο στον Παγκύπριο Νέας Υόρκης ως παίκτης – προπονητής και κατάφερε να κατακτήσει το νταμπλ στο τοπικό πρωτάθλημα και κύπελλο. Αν και πλησίαζε τα 40 προσέλκυσε το ενδιαφέρον της κορυφαίας επαγγελματικής λίγκας των ΗΠΑ, της NASL, αλλά πλέον είχε αποφασίσει να σταματήσει.
Στην εθνική Ελλάδας αγωνίστηκε από το 1963 έως το 1978, σημειώνοντας ρεκόρ συμμετοχών (61) και τερμάτων (21) για την εποχή εκείνη. Σήμερα, κατέχει την 5η θέση στον πίνακα των σκόρερ όλων των εποχών με την εθνική ομάδα.
Μετά το τέλος της αγωνιστικής του καριέρας επεδίωξε να εργαστεί ως προπονητής σε μερικές ομάδες, όπως στην Κέρκυρα, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Υπήρξε συνεργάτης του Αλκέτα Παναγούλια στον πάγκο της Εθνικής Ελλάδας στο Μουντιάλ 1994 στις ΗΠΑ.