Ο Πέτρος Κλαμπάνης δεν είναι απλά ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους εκφραστές της jazz. Είναι ένας άνθρωπος που, μέσα από τις συνθέσεις του, αφηγείται ιστορίες. Ιστορίες που τον οδήγησαν στη γνωριμία του με τον μεγάλο Greg Osby και που κέρδισαν τις εντυπώσεις του «γκουρού» του μπάσου Arild Andersen.
Από τον Κώστα Χρήστου
Ο Πέτρος θα βρίσκεται στην Αθήνα στις 14 Ιουλίου στον Κήπο του Μεγάρου, παρουσιάζοντας το «ΒΡΑΖίΛ», ένα μουσικό ταξίδι στη brazilian jazz το οποίο σύστησε και πριν λίγο καιρό με τους συνεργάτες του στο Νεοϋρκέζικο κοινό. Λίγες μέρες πριν την εμφάνισή του, μιλάει στον Ελεύθερο Τύπο.
Είστε ένας από τους νεώτερους εκφραστές της jazz στην χώρα μας. Παίρνει η jazz μουσική στην Ελλάδα την προσοχή που της αξίζει;
Τα τελευταία χρόνια θεωρώ πως υπάρχει μια άνθηση της Jazz στην Ελλάδα. Υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι Έλληνες μουσικοί που ζουν εντός και εκτός της χώρας. Νέα φεστιβάλ αρχίζουν να πραγματοποιούνται κάθε χρόνο, πράγμα που μου δίνει χαρά, όχι μόνο επειδή αγαπώ το μουσικό ιδίωμα, αλλά επειδή πιστεύω πως για να μπορέσει κάποιος να απολαύσει ένα τέτοιο είδος μουσικής, χρειάζεται ένα επίπεδο αισθητικής ωριμότητας. Φαίνεται πως όλο και περισσότεροι ακροατές στη χώρα υποστηρίζουν την δημιουργική μουσική.
Σας ονομάζουν και εκφραστή της brazilian jazz. Για κάποιον που δεν ξέρει, τι περιμένει ν’ ακούσει από το εν λόγω μουσικό genre;
Αγαπώ πολύ τη Βραζιλιάνικη μουσική. Ακούω πολύ και όταν μου δίνεται η ευκαιρία θέλω να συνεργάζομαι με μουσικούς αυτής της παράδοσης. Φέτος θα έχω τη χαρά να συνεργαστώ για πρώτη φορά με τον εξαιρετικό τσελίστα και ενορχηστρωτή Jaques Morelenbaum, καθώς και με την εξίσου σπουδαία τραγουδίστρια Paula Morelenbaum στο πλάισιο των εκδηλώσεων του Tinos Jazz Festival και Jazz in Paros Festival. Η μουσική στη Βραζιλία είναι πολύ επηρεασμένη από την Αφρικάνικη μουσική παράδοση. O ρυθμός και η χορευτική της διάθεση είναι στοιχεία πολύ έκδηλα, καθώς και το intellectuality στις μελωδίες και την αρμονία, στοιχεία τα οποία έφεραν συνθέτες όπως τον Pixuiginha, τον Edu Lobo, τον Hermeto Pasqual και φυσικά τον Tom Jobim. Όπως ισχύει και για την Jazz, λοιπόν η Βραζιλιάνικη μουσική-αυτή τουλάχιστον που θα ακούσει κάποιος στον κήπο του Μεγάρου στις 14/7-είναι σαφώς μουσική για το σώμα και το πνεύμα.
Ξεκινήσατε από το μπάσο; Ή μεταπηδήσατε σε αυτό μετά από εκμάθηση άλλων μουσικών οργάνων;
Ξεκίνησα με το πιάνο, ύστερα άρχισα να μαθαίνω κιθάρα, μετά ηλεκτρικό μπάσο και τελικά κοντρα μπάσο όταν ήμουν περίπου 20.
Τα πρώτα σας ακούσματα περιλάμβαναν την jazz;
Τα πρώτα μου ακούσματα δεν συμπεριλάμβαναν την jazz. Ήταν κυρίως μουσική που άκουγαν οι γονείς μου-ελληνική έντεχνη/ποπ, κλασική και κάποια ευρωπαϊκά “hits” των ’80s-και αργότερα Beatles, Pink Floyd, ’60s rock. Η Jazz ήρθε στη ζωή μου όταν ήμουν περίπου 14, με τη μουσική του Miles Davis, John Coltrane, Luis Armstrong, Dave Brubeck, καθώς και George Gershwin και αργότερα ανακάλυψα το εφηβικό μουσικό ειδωλό μου, τον Jaco Pastorius.
Διάβασα πως αφήσατε το Πολυτεχνείο για ν’ ακολουθήσετε την μουσική. Πόσο εύκολη ή δύσκολη ήταν αυτή η απόφαση;
H δύσκολη απόφαση ήταν να ξεκινήσω το Πολυτεχνείο (γέλια). Δεν ήταν εύκολη η απόφαση, στην πραγματικότητα. Βλέπετε, μεγάλωσα σε μια μικρή κοινωνία και όπως συμβαίνει συνήθως οι μικρές κοινότητες δεν υποστηρίζουν το να σκέφτεσαι out of the box. Ήμουν τυχερός όμως, γιατί οι γονείς μου με υποστήριξαν όπως κάποιοι εξαιρετικοί δάσκαλοι-μουσικής και όχι μόνο-με τους οποίους μαθήτευσα.
Ο δρόμος σας έβγαλε στο Aaron Copland School of Music στη Νέα Υόρκη. Πώς ήταν το κλίμα της πόλης για ένα νέο και ελπιδοφόρο μουσικό;
Στην αρχή η Νέα Υόρκη δεν μου έδειξε το καλύτερο πρόσωπό της, ή για να είμαι πιο δίκαιος, εγώ δεν ήμουν σε θέση να εκτιμήσω την πόλη και τις ευκαιρίες της. Είναι μια ακριβή, ανταγωνιστική πόλη, γεγονός που την κάνει εχθρική στην αρχή, μέχρι να καταλάβεις πως αυτό το κλίμα μπορεί να είναι πολύ αποδοτικό. Χρειάστηκε να δημιουργήσω ένα “μικρόκοσμο” αν θέλετε συνεργατών, με τους οποίους δουλεύω πολύ στενά μαζί και όσο καλλιεργώ αυτόν τον μουσικό κόσμο, τόσο νιώθω τυχερός που επέλεξα τη Νέα Υόρκη ως την έδρα εργασίας μου-πράγμα που τον τελευταίο καιρό τείνει να αλλάξει λόγω των συναυλιών και άλλων επαγγελματικών υποχρεώσεών μου εκτός της πόλης.
Εκτός από δύο άλμπουμ μετράτε αναρίθμητες συνεργασίες με ονόματα όπως ο Greg Osby, ο Jean-Michel Pilc, ο Marc Copland κ.α. Ειλικρινά, περιμένατε ότι θα φτάνατε τόσο μακριά;
Ένα από τα πράγματα που μαθαίνει κανείς στη Νέα Υόρκη είναι το να είναι φιλόδοξος και να εμπιστεύεται τον εαυτό του. Όχι επειδή «έτσι σου μαθαίνουν στο σχολείο», αλλά επείδη είναι τρόπος για να επιβιώσεις και να πας ένα βήμα πιο μπροστά. Είναι μια εύκολα παρεξηγήσιμη δήλωση και έχω επίγνωση πως η Ελληνική κουλτούρα δεν υποστηρίζει απαραίτητα αυτή την ποιότητα. Είμαι πεπεισμένος πως η φιλοδοξία, σε συνδυασμό με τον σεβασμό, την σεμνότητα και την (πολύ) σκληρή δουλειά είναι ένας συνδυασμός που τροφοδοτεί την δημιουργικότητά μας.
Πώς είναι ο Greg Osby σαν άνθρωπος; Γιατί έχω διαβάζει ότι έχετε καλές σχέσεις.
Είναι ένας εξαιρετικός μουσικός, οραματιστής και leader. Τον γνώρισα όταν του έστειλα το πρώτο μου άλμπουμ μου για να εκδοθεί από την εταιρεία του Inner Circle Music. Μετά από αυτό έχουμε παίξει αρκετά μαζί και η εταιρεία του κυκλοφόρησε στην Αμερική και το δεύτερο μου αλμπουμ, το Minor Dispute πριν ένα χρόνο.
Είναι σήμερα η Ελλάδα ένα γόνιμο μέρος για τους μουσικούς;
Όπως ανέφερα και στην αρχή θεωρώ πως έχουν πραγματοποιηθεί πολλές θετικές αλλαγές προς όφελος της δημιουργικής μουσικής στην Ελλάδα. Υπάρχουν κάποιες ευκαιρίες στη χώρα μας, αλλά θεωρώ πως είναι σημαντικό να ταξιδεύουν οι μουσικοί. Σήμερα μπορούμε να ακούσουμε μουσική πολύ ευκολα μέσω του internet. Η μουσική είναι περισσότερο παρά ποτέ μια παγκόσμια γλώσσα και έτσι θεωρώ πως πρεπει να σκέφτεται ένας μουσικός: χωρίς σύνορα.
Τον Ιούλιο είναι προγραμματισμένη η εμφάνιση σας στον Κήπο του Μεγάρου. Πείτε μας τι πρόκειται να δούμε και να ακούσουμε.
Στις 14 Ιούλη θα έχω τη χαρά να παρουσιάσω μια συλλογή από κάποια από τα αγαπημένα μου κομμάτια και τραγούδια από τη Βραζιλία, με ένα εξαιρετικό σχήμα από Ελληνες μουσικούς του κόσμου. Έχω επιλέξει μουσική από διάφορες περιόδους και στυλ Βραζιλιανίκης μουσικής και μερικοί από τους συνθέτες είναι o Tom Jobim, o Pixinguinha, ο Caetano Veloso, o Hermeto Pasqoal και άλλοι. Οι μουσικοί του γκρουπ περιλαμβάνουν τους Μιράντα Βερούλη (φωνή), την Κατερίνα Πολέμη (ακουστική κιθάρα, φωνή), τον Χρήστο Ραφαηλίδη (βιμπράφωνο), τον Σπύρο Μάνεση (πιάνο), τον Άγγελο Πολυχρόνου (κρουστά) καθώς και από ένα κουαρτέτο εγχόρδων με τους Διονύση Βερβιτσιώτη (βιολί), Μιγκέν Σελμάνι (βιολί), Παναγιώτη Αράπογλου (βιόλα) και Αλέξανδρο Μποτίνη (τσέλο).
Εκτός από τον νέο σας δίσκο υπάρχει κάποια άλλη δουλειά που πρέπει να γνωρίζει ο κόσμος;
Ετοιμάζω δύο νέα projects. To ένα είναι ένα studio album το οποίο θα ηχογραφήσω στα τέλη του 2017/αρχές του 2018. Το άλλο έχει να κάνει με την Ελληνική μουσική παράδοση και είναι ένα μεγάλο project για το οποίο θα ήθελα να μην αποκαλύψω πολλές λεπτομέριες. Είναι κάτι σαν έκπληξη (γέλια).