Ο κ. Γκρίνμπεργκ είχε ολοκληρώσει μια νέα έρευνα με focus groups, η οποία είχε πάρα πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα, πολύ χρήσιμα για τη χάραξη της στρατηγικής της Ν.Δ. στο νέο τοπίο του «1+3 κόμματα», εν όψει και των ευρωεκλογών. Το βασικό εύρημα της έρευνας δεν είναι και τόσο πρωτότυπο: Η πολιτική κυριαρχία της Ν.Δ. δεν αμφισβητείται, ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει προς το τέλος του και η ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ είναι μικρή. Ομως, τα επιμέρους ευρήματα της έρευνας, αν και μικρής έντασης προς το παρόν, είναι «καμπανάκια» στην κυβέρνηση.
Ποιοτικοί δείκτες
Ουδείς μπορεί να θεωρήσει στα σοβαρά ότι το να γίνει το 41%, 38,5%, συνιστά «πτώση» της κυβέρνησης. Ομως, καταγράφηκε μια μικρή επιδείνωση πολλών ποιοτικών δεικτών: Αποδοχή και αξιολόγηση της κυβέρνησης, μεταρρυθμιστική κάμψη, ικανοποίηση των αγροτών, αποτελεσματικότητα υπουργών. Ομως, ίσως το πιο σημαντικό εύρημα είναι πως τα θέματα του μεταναστευτικού, της ασφάλειας και του νόμου και της τάξης έχουν αναβαθμιστεί στη συνείδηση ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων και γίνονται προτεραιότητες. Είναι π.χ. χαρακτηριστικό ότι το μεταναστευτικό, που ήταν σχετικά χαμηλά στην κλίμακα της αξιολόγησης των προβλημάτων, έχει βρεθεί, σύμφωνα με πληροφορίες, στην 3η θέση. Ανάλογη άνοδο έχει και η ασφάλεια, ενώ η ακρίβεια παραμένει σταθερά το Νο1 πρόβλημα της κοινωνίας.
Παράλληλα, υπάρχει η αίσθηση ότι κυβέρνηση της δεύτερης τετραετίας, ενώ έχει νομοθετήσει σημαντικό μέρος του προεκλογικού προγράμματος, εμφανίζεται να υστερεί στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Υπάρχουν σημαντικές εξαγγελίες, αλλά δεν υπάρχουν χειροπιαστά αποτελέσματα που να δείχνουν ότι βελτιώνονται το κράτος, η Υγεία, η Πολιτική Προστασία, η διαχείριση των δασών, τα αντιπλημμυρικά έργα και οι υποδομές. Το μεγάλο στοίχημα της αλλαγής του σαθρού κράτους δείχνει ότι στη συνείδηση των πολιτών δεν προχωράει όσο γρήγορα θα μπορούσε και ίσως θα έπρεπε.
Ολα αυτά έθεσαν, σύμφωνα με πληροφορίες, το κρίσιμο ερώτημα: Τι κάνουμε; Προς τα πού στρέφεται η κυβερνητική πολιτική, προκειμένου τα «καμπανάκια» να μη γίνουν «καμπάνες»; Ο προβληματισμός στους κόλπους του Μ. Μαξίμου είναι σύνθετος, γιατί είναι σύνθετη και η πραγματικότητα. Π.χ. όσοι θέλουν μια πιο σφιχτή μεταναστευτική πολιτική ή πιο μεγάλη έμφαση στη ασφάλεια, με τους παραδοσιακούς όρους, θα ήταν πιο ικανοποιημένοι με μια πιο «δεξιά ατζέντα»; Ομως, τα ευρήματα δείχνουν ότι π.χ. αυτά τα δυο θέματα (μεταναστευτικό – ασφάλεια) απασχολούν και είναι προτεραιότητα και για ένα σημαντικό ποσοστό κεντρώων ψηφοφόρων, οι οποίοι τα ιεραρχούν ψηλά. Αρα π.χ. το μεταναστευτικό ή η ασφάλεια δεν είναι κατ’ ανάγκην πια «δεξιά ατζέντα». Μπορεί κάλλιστα να είναι και περαιτέρω άνοιγμα προς το κέντρο.
«Σχηματικά διλήμματα»
Αντώνης Σαμαράς: Ομόφωνα εκτός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας
Και κάπου εκεί μπαίνουν τα «σχηματικά διλήμματα». Από πού χάνουμε ό,τι χάνουμε; Και προς τα πού πρέπει να κινηθούμε, στη μεταρρυθμιστική ατζέντα ή σε μια στροφή προς τα δεξιά; Τα ερωτήματα είναι όντως σχηματικά. Αφενός γιατί η Ν.Δ. ουσιαστικά δεν χάνει ακόμα, προς πουθενά. Π.χ. η όποια ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ είναι μικρή και σχεδόν εντελώς αντίστοιχη με την ενίσχυση της Ελληνικής Λύσης. Ενώ η άνοδος του ΚΚΕ και του Μέρα25 είναι καθαρά αποτέλεσμα της ρευστοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ. Και αφετέρου, γιατί δεν έχει σημασία αν μιλάνε ο Α. Σκέρτσος ή ο Μ. Βορίδης, αλλά το τι λένε και κυρίως τι κάνει η κυβέρνηση.
Είναι χαρακτηριστικό πάντως, ότι οι αντίστοιχες προεκλογικές έρευνες του Σταν Γκρίνμπεργκ έδειχναν ότι η κοινωνία σε ποσοστά 70%-30% ήθελε κυρίως μια μεταρρυθμιστική ατζέντα. Οι μετεκλογικές έρευνες δείχνουν ότι τα ποσοστά είναι 50%-50% μεταξύ μιας «μεταρρυθμιστικής» και μιας «δεξιάς» κυβέρνησης. Ολα αυτά παραμένουν σε σημαντικό βαθμό σχηματικά. Καθώς η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη και δεσμευμένη σε μια μεταρρυθμιστική ατζέντα, κάτι που δεν την εμποδίζει να αλλάξει το «μίγμα της πολιτικής» της δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση σε θέματα που διαπιστώνεται πως απασχολούν περισσότερο την κοινωνία.
Στις δεδομένες συνθήκες και εν όψει των ευρωεκλογών, που θα είναι το επόμενο πολιτικό crash test, θεωρείται πολύ πιθανό να υπάρξουν προσαρμογές στην τακτική και στην παρουσία της κυβέρνησης. Μετά τις ευρωεκλογές υπάρχει μια καθαρή τριετία, χωρίς καμία εκλογική αναμέτρηση, η οποία, όπως εκτιμάται από το Μ. Μαξίμου, θα επιτρέψει στην κυβέρνηση -ανεξαρτήτως π.χ. αν θα διασπαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ- να ξεδιπλώσει τη στρατηγική της και τον «πολυεπίπεδο εκσυγχρονισμό».
«Πόλεμος» με την αισχροκέρδεια
Είναι βέβαιο ότι η αντιμετώπιση της ακρίβειας είναι η Νο1 προτεραιότητα της κυβέρνησης. Ο υπ. Ανάπτυξης Κ. Σκρέκας, που επιβάλλει πρόστιμα-ρεκόρ στην αισχροκέρδεια ακόμα και μεγάλων πολυεθνικών, έχει την αμέριστη στήριξη του Μ. Μαξίμου. Καθώς, όπως φαίνεται, έχει καταστεί απόλυτα σαφές ότι μεγάλο μέρος της αχαλίνωτης κερδοσκοπίας οφείλεται στην πλεονεξία μικρότερων και μεγάλων επιχειρήσεων, όπως και των μεγάλων προμηθευτών.
Στόχος της κυβέρνησης παραμένει η εντατικοποίηση των ελέγχων και η τιμωρία όσων παραβιάζουν το ανώτερο επιτρεπόμενο μικτό περιθώριο κέρδους, με μεγάλα πρόστιμα τα οποία θα καθιστούν ασύμφορη την κερδοσκοπία.
Αν τα πρόστιμα είναι μεγαλύτερα από τα κέρδη της αισχροκέρδειας και ισχύσει η προβλεπόμενη από τον νόμο επαναφορά των τιμών στο επίπεδο που ήταν πριν απ’ την αισχροκέρδεια, τότε η αισχροκέρδεια καθίσταται ασύμφορη για τους μεσάζοντες και τους κερδοσκόπους. Η κυβέρνηση πάντως φαίνεται αποφασισμένη να συγκρουστεί, αποδεικνύοντας ότι ο Κ. Μητσοτάκης το εννοούσε, όταν είπε πως «η Ελλάδα δεν είναι μπανανία».