Στη μεγαλύτερη -σε αριθμό λέξεων- εβδομαδιαία ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι για εκείνον δεν υπάρχει αγροτικό μέτωπο, αλλά ότι το μοναδικό μέτωπο που έχει η κυβέρνηση «είναι με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι του πρωτογενούς τομέα παραγωγής».
«Τους ακούμε, τους σεβόμαστε και λαμβάνουμε συνεχώς μέτρα στήριξής τους, αναγνωρίζοντας την αγωνία τους για το αύριο λόγω της αύξησης του κόστους παραγωγής από την ενεργειακή/κλιματική κρίση, αλλά και λόγω των ισχυρών γεωπολιτικών κλυδωνισμών που επηρεάζουν καταλυτικά τον αγροτικό τομέα και τα συστήματα παραγωγής τροφίμων συνολικότερα. Γι’ αυτό και από το 2019 μειώσαμε τους φορολογικούς και ασφαλιστικούς συντελεστές, δώσαμε κίνητρα για περαιτέρω μείωση της φορολογίας για τα συνεταιριστικά σχήματα και ενεργοποιήσαμε το μέτρο της επιστροφής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο πετρέλαιο για το 2022 και 2023. Ακόμη, μειώσαμε τον ΦΠΑ στις ζωοτροφές, στα λιπάσματα και στα αγροτικά μηχανήματα και απορροφήσαμε τις μεγάλες αυξήσεις στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ οι συνολικές αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ από το 2019 μέχρι σήμερα υπερβαίνουν το 1 δισ. ευρώ», τονίζει ο κ. Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός προχωρά υπενθυμίζοντας όλα τα μέτρα που ανακοίνωσε την Παρασκευή στη Βουλή κατά τη συζήτηση στην «Ωρα του πρωθυπουργού», μεταξύ των οποίων είναι η επιστροφή του ΕΦΚ στο αγροτικό πετρέλαιο και για το 2024, έκπτωση κατά 10% στα τιμολόγια της ΔΕΗ για τους κρίσιμους καλλιεργητικούς μήνες του έτους, δεκαετή ρύθμιση χρεών όλων των οργανισμών εγγείων βελτιώσεων της χώρας και κρατική κάλυψη του 75% των χρεών ειδικά στη Θεσσαλία, η επιδότηση μικρών αγροτικών φωτοβολταϊκών, αλλά και ειδικά κίνητρα με μειωμένα ενεργειακά κόστη για τα σχήματα της συμβολαιακής γεωργίας που συνάπτουν μακροχρόνια συμβόλαια με τη ΔΕΗ και μείωση του ενεργειακού κόστους για την αγροτική άρδευση με το πρόγραμμα Απόλλων, το μεγαλύτερο πρόγραμμα ενεργειακού συμψηφισμού με παραγωγή καθαρής ενέργειας. Παράλληλα τονίζει: «Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό, το βλέπετε να εκδηλώνεται σε όλη την Ευρώπη. Το συζητήσαμε στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις Βρυξέλλες, συμφωνώντας ότι η στήριξη των αγροτών αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα της Ε.Ε. με φόντο τη νέα φιλοπεριβαλλοντική ΚΑΠ».
Για τα ΑΕΙ
Στη συνέχεια ο κ. Μητσοτάκης αναφέρεται στο θέμα των πανεπιστημίων και στο ζήτημα της εξεταστικής, που εξαιτίας των καταλήψεων σε ορισμένα τμήματα κινδύνευε να χαθεί. «Χαιρετίζω την απόφαση των πρυτάνεων να προχωρήσουν σε ένα απαραίτητο μέτρο, όπου συνεχίζονται οι καταλήψεις, γιατί σε αρκετά τμήματα τερματίστηκαν, οι εξετάσεις να γίνουν εξ αποστάσεως».
Αναφερόμενος στους καθηγητές, ο πρωθυπουργός τονίζει: «Οι καθηγητές των ΑΕΙ έχουν υποχρέωση και ευθύνη να αξιοποιήσουν τη δυνατότητα των ψηφιακών εξετάσεων, ώστε να εγγυηθούν και να προστατεύσουν το δικαίωμα των φοιτητών να μη χαθεί η εξεταστική του Φεβρουαρίου. Ακούω μια κριτική περί του “αδιάβλητου” των τηλε-εξετάσεων. Ομως, ας είμαστε ειλικρινείς. Πρώτοι οι ίδιοι οι καθηγητές γνωρίζουν ότι αντικειμενικά δεν υπάρχει κανένα σύστημα εξετάσεων που να είναι πλήρως αδιάβλητο. Υπάρχουν τρόποι να γίνουν έγκυρες εξετάσεις και στην εποχή του ChatGPT, αρκεί να υπάρχει θέληση. Επομένως, εκλαμβάνω αυτά τα επιχειρήματα ως προφάσεις κάποιων -ελπίζω λίγων- καθηγητών που δεν σκέφτονται ως ακαδημαϊκοί δάσκαλοι που αγωνιούν για το συμφέρον των φοιτητών τους. Και να σκεφτούν και κάτι ακόμη: υπάρχουν φοιτητές που περιμένουν με αγωνία να ολοκληρώσουν τις σπουδές τώρα τον Φεβρουάριο, γιατί έχουν ήδη άλλες ανειλημμένες υποχρεώσεις. Είναι αδιανόητο κάποιες μειοψηφίες να στερούν την πρόοδο αυτών των φοιτητών και να βρίσκουν μάλιστα υποστήριξη και από καθηγητές, όταν υπάρχει η εναλλακτική των ψηφιακών εξετάσεων που δοκιμάστηκε και στην πανδημία».
Τέλος, σε ό,τι αφορά το νομοσχέδιο που πρόκειται να καταθέσει, αναφέρει: «Προσωπική μου προτεραιότητα είναι η στήριξη του δημόσιου πανεπιστημίου, που, παρά τις δυσκολίες, πιστεύω ότι σήμερα είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από ό,τι ήταν πριν από τέσσερα χρόνια. Επιτρέψτε μου να αναφέρω ένα μόνο στοιχείο – το ύψος της χρηματοδότησης. Σήμερα, μαζί με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, διαθέτουμε πάνω από 1 δισ. ευρώ για την Ανώτατη Εκπαίδευση, όταν έως το 2019 οι πόροι δεν ξεπερνούσαν τα 200 εκατ. ευρώ, ενώ αυξήσεις έχουν δει και οι καθηγητές των ΑΕΙ.
Θέλω να επισημάνω και το εξής: η οικονομική στήριξη είναι δεδομένη, όμως και οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να προχωρούν. Γι’ αυτό και το νομοσχέδιο για την ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου και την ίδρυση μη κρατικών-μη κερδοσκοπικών Ιδρυμάτων θα ψηφιστεί πριν το τέλος Φεβρουαρίου, ώστε να πάψει η Ελλάδα να αποτελεί μια αναχρονιστική εξαίρεση όχι μόνο στην Ε.Ε., αλλά παγκοσμίως».