Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα «καίει» τους διεκδικητές της δεύτερης θέσης και είναι τόσο πιεστικό το άγχος που επιδεικνύουν, αφού ταυτίζεται με την πολιτική τους επιβίωση, για την οποία χρησιμοποιούν κάθε μέσο. Ο λαϊκίστικος τρόπος που πολιτεύονται, τα επιχειρήματα και οι τακτικές που χρησιμοποιούν προκειμένου να εξασφαλίσουν την επικράτησή τους σε αυτή, τη «δική τους μάχη», πληγώνουν την κοινωνία και την πολιτική ζωή της χώρας.
Οι δημοσκοπήσεις αντικατοπτρίζουν όχι μόνο την πραγματική «αγωνία», αλλά και τη λάθος ανάγνωση που κάνουν οι πολιτικοί μας αντίπαλοι. «Τα νούμερα των δημοσκοπήσεων δείχνουν την ανισορροπία του πολιτικού σκηνικού», λένε πολλοί. Οσο κατανοητό και αν είναι οι αναλυτές να το θέτουν ως ένα «θέμα συζήτησης» τόσο δυσνόητο και μη αποδεκτό γίνεται από την αντιπολίτευση ώστε να αποτελεί κεντρικό του «πολιτικό επιχείρημα». Η αντιπολίτευση δίνει τη λάθος μάχη, σε λάθος πεδίο. Μοιάζει εύκολη και σίγουρα δημαγωγική η προσέγγισή τους «η κακή Ν.Δ. και ο κακός Μητσοτάκης». Μπορεί τέτοιου είδους αφορισμοί να ικανοποιούν ορισμένα «ειδικά» εκλογικά κοινά, τα οποία έτσι κι αλλιώς δεν έχουν διάθεση να «ακούσουν» ρεαλιστικές προτάσεις, καθώς έχουν εθιστεί στο διχαστικό και λαϊκίστικο λόγο της αντιπολίτευσης. Τέτοιες προσεγγίσεις όμως δεν λύνουν κανένα από τα προβλήματα των πολιτών και σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν εναλλακτικές προτάσεις διακυβέρνησης.
Οσο λοιπόν οι πολιτικοί μας αντίπαλοι προτάσσουν ως σημαντική την «ανισορροπία του πολιτικού σκηνικού» και όχι τις λύσεις που ψάχνει ο πολίτης σε αυτά που τον απασχολούν τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνηση της Ν.Δ. θα εδραιώνεται στην πεποίθηση των πολιτών. Η μοναδική «ανισορροπία» που μας ενδιαφέρει είναι στη σκηνή της καθημερινότητας. Στη μάχη κατά της ακρίβειας, στην προσπάθεια ανάταξης της οικονομίας, στη διαδικασία βελτίωσης του ΕΣΥ, στις αυξήσεις μισθών στο Δημόσιο, στη βελτίωση των συντάξεων, στις σημαντικές μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις στην Ανώτατη Εκπαίδευση, στο Δημόσιο κ.λπ.
Και με αφορμή της περιόδου σχολικών εξετάσεων, ας σημειωθεί πως η αντιπολίτευση, εκτός από αδιάβαστη, προσέρχεται να διαγωνιστεί στις ευρωεκλογές και ούσα… εκτός θέματος. Τόσο ως στρατηγική επιλογή όσο και ως πολιτική ανεπάρκεια, η αντιπολίτευση επενδύει στο πεδίο που εκείνοι ξέρουν καλά, την τοξικότητα και το διχασμό. Οχι μόνο γιατί δεν έχει πρόγραμμα, παραγωγή πολιτικών ιδεών και εναλλακτικές λύσεις, αλλά διότι προωθεί και θέλει να επιβάλει την «αρνητική ατζέντα» επιλογής ψήφου. Η κυβέρνηση, προτάσσοντας τις ευρωπαϊκές της αξίες και το πρόγραμμά της, συνεχίζει σταθερά πιο κοντά στην Ευρώπη με το βλέμμα στο μέλλον.