Την πρώτη φορά ήταν λίγο μετά το πρώτο και πριν από το δεύτερο πρόγραμμα όταν, όπως είπε ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, σε συνάντηση που είχε στις 6 Ιουλίου του 2011 στο Βερολίνο δέχθηκε από τον κ. Σόιμπλε «την πρόταση να αποχωρήσουμε οικειοθελώς από την ευρωζώνη, έναντι ανθρωπιστικής στήριξης και όταν αρνούμαι, τότε συμφωνούμε με τον κ. Σόιμπλε στην ανάγκη για δεύτερο μεγαλύτερο δάνειο και για δεύτερο πρόγραμμα».
Η δεύτερη φορά, όπως είπε ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, που ο Γερμανός υπουργός επανέφερε την εφιαλτική του πρόταση για έξοδο της χώρας από το ευρώ «ήταν στις 30 Αυγούστου του 2011 όταν αρνήθηκα να λάβουμε πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα χωρίς σαφές και συμφωνημένο πλαίσιο δευτέρου προγράμματος και χωρίς να έχουμε συζητήσει το ζήτημα των πολλαπλασιαστών…».
Τότε που «χρειάστηκε η περιβόητη συνάντηση Βρόσκλαβ στην Πολωνία με τον κ. Σόιμπλε, όπου για δεύτερη φορά μου θέτει το ζήτημα της αποχώρησής μας από την ευρωζώνη ή της συμμόρφωσής μας με μια συμφωνία και μου είπε πως έχει στη διάθεσή μας ένα ποσό μερικών δισεκατομμυρίων για την κάλυψη επιτακτικών ανθρωπιστικών αναγκών και να περιγραφούν τα μέτρα των capital controls που θα επιβληθούν σε περίπτωση εξόδου μας από την ευρωζώνη».
Ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος μάλιστα κλείνοντας την παρουσία του στην Επιτροπή επανήλθε σε αυτές τις προτάσεις Σόιμπλε λέγοντας ότι «θέλω να τελειώσω με τον κ. Σόιμπλε γιατί έχει μια αξία ιστορική. Πράγματι, λοιπόν, ο κ. Σόιμπλε μου έθεσε ευθέως δύο φορές σε πολύ κλειστές συναντήσεις το θέμα εξόδου της Ελλάδας. Ηταν σε συναντήσεις που ήταν ο κ. Σόιμπλε με τον κ. Αμουνσετ και μόνον εγώ με τον κ. Ζανιά στο Βερολίνο αρχικά και στο Broslaw, και μας είπε “μήπως είναι καλύτερο για την Ελλάδα να πάει στη δραχμή;”».
Υποσχόταν ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών ότι «θα υπήρχε μεγάλη ανθρωπιστική κίνηση και ότι μπορούμε να διασφαλίσουμε ένα πακέτο βοήθειας και χρηματικό -όχι μεγάλο, κάποια δισεκατομμύρια ευρώ- και ένα “αεροπορικό καραβάνι”, μια “αερογέφυρα”, η οποία θα λύνει προβλήματα νοσοκομείων, σχολείων, παιδικών σταθμών, τροφοδοσίας, και βεβαίως θα παίρνετε από τα μηχανήματα των τραπεζών σφραγισμένα ευρώ -δηλαδή μη-εμπορεύσιμα, δραχμές δηλαδή- ώσπου να τυπωθεί το νέο νόμισμα, τα οποία θα είναι κάποια 50 ευρώ ή 60 ευρώ την εβδομάδα». Αυτή την πρόταση, αναρωτήθηκε ο κ. Βενιζέλος, μπορούσε να τη δεχθεί; «Μπορεί να το δεχθεί κανείς αυτό το πράγμα; Διότι είναι άλλο το αν θα έπρεπε να μπούμε στην ΟΝΕ το 2001 με φυσική εισαγωγή του νομίσματος και άλλο το να πρέπει να βγεις. Είναι τελείως διαφορετική υπόθεση. Αυτή είναι η ιστορία…».
Γιάννης Απέργης
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου