Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης οριοθετεί το χρονικό αυτό ορόσημο με τον δικό του χαρακτηριστικό τρόπο: «Κοιτάζουμε για λίγο πίσω, βλέπουμε τι έχουμε πράξει και πού πρέπει να προσπαθήσουμε περισσότερο αλλά ο ορίζοντας είναι μπροστά, μας περιμένουν σημαντικές προκλήσεις και πρέπει να τα καταφέρουμε», τονίζει στους συνομιλητές του για τη συμπλήρωση ενός χρόνου διακυβέρνησης της χώρας.
Ο πρωθυπουργός μάλλον περίμενε διαφορετικό τον πρώτο χρόνο της θητείας του στο Μέγαρο Μαξίμου: στο πρώτο δίμηνο του 2020 όλοι οι δείκτες έδειχναν ότι φέτος η Ελλάδα θα πετύχαινε ένα αναπτυξιακό άλμα. Οι εξαγωγές είχαν σημειώσει σημαντική άνοδο, η καταναλωτική εμπιστοσύνη είχε ανέβει στα ύψη ενώ και το οικονομικό κλίμα ήταν το υψηλότερο των τελευταίων 10 ετών. Ξεπεράστηκε με απόλυτη επιτυχία και η κρίση στον Εβρο. Και μετά, ήλθε ο κορονοϊός…
Ομως και στην πανδημία η Ελλάδα πέρασε πολύ πάνω από τον πήχη. Ετσι, ο πρωθυπουργός θεωρεί ότι ο τουρισμός θα πάει καλύτερα σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις.
Πέντε είναι οι βασικές προκλήσεις των επόμενων μηνών για την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Αρχικά η μεγάλη μάχη για την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με την κατανομή των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Ο ίδιος είναι αισιόδοξος ότι οι τελικές αποφάσεις δεν θα απέχουν σημαντικά από τις προτάσεις της Κομισιόν, που έδιναν στην Ελλάδα κονδύλια 32 δισεκατομμυρίων, από τα οποία τα 23 ήταν επιχορηγήσεις. «Το σημαντικότερο είναι πώς τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης θα πιάσουν τόπο, δηλαδή θα ενισχύσουν την παραγωγή και κυρίως την απασχόληση. Αυτό είναι το μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα μας, «να διαχειριστούμε αποτελεσματικά αυτά τα χρήματα, να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα της χώρας και να δημιουργήσουν ποιοτικές θέσεις εργασίας», τονίζει, ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος.
Για τον σκοπό αυτό το Μαξίμου αναμένει τις επόμενες ημέρες το πρώτο πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων με επικεφαλής τον νομπελίστα οικονομολόγο Χριστόφορο Πισσαρίδη, το οποίο θα επεξεργαστεί ο ίδιος με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Στόχος οι εκταμιεύσεις να αρχίσουν από την 1η Ιανουαρίου και μέσα στο 2021 να έχουν δοθεί ποσά κοντά στα 5 δισ. που θα ενισχύσουν την ανάπτυξη κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες. Παράλληλα εξετάζονται καθημερινώς τα στοιχεία από τις τράπεζες για την ενίσχυση της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων καθώς έχουν εντοπιστεί καθυστερήσεις.
Το δεύτερο μεγάλο «στοίχημα» για τον κ. Μητσοτάκη είναι η διαμόρφωση ενός ελκυστικού φορολογικού χάρτη για επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Ο ίδιος κρατά ακόμη κλειστά τα χαρτιά του για τις αναμενόμενες μειώσεις φόρων και εισφορών – «περιμένετε μέχρι τη ΔΕΘ» λέει στους συνομιλητές του. Δεν αποκλείεται ένα μέρος των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης να διατεθεί το 2021 για τη μείωση της φορολογίας ως διαρθρωτικά μέτρα που θα τονώσουν την ανάπτυξη και θα βοηθήσουν τις μικρομεσαίες κυρίως επιχειρήσεις να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος από τον κορονοϊό. Ηδη ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό η σημαντική μείωση ή και ο μηδενισμός της προκαταβολής φόρου για χιλιάδες επιχειρήσεις.
Συνεδριάζει σήμερα το υπουργικό Συμβούλιο - Τι περιλαμβάνει η ατζέντα
«Το 2021 πρέπει να είναι η χρονιά της μεγάλης ανάπτυξης» τονίζει σε κάθε ευκαιρία ο κ. Μητσοτάκης, ενώ στο Μαξίμου θεωρούν ότι η κυβέρνηση θα έχει εγκαίρως ολοκληρωμένο σχέδιο προκειμένου να ενισχυθούν ο πρωτογενής τομέας, η «πράσινη οικονομία», οι νεοφυείς επιχειρήσεις, να συνδεθούν η Παιδεία και ο πολιτισμός και να γίνουν έργα υποδομής που θα βελτιώνουν τις επενδύσεις και θα διευκολύνουν την είσοδο κεφαλαίων. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και η πρόσφατη τροπολογία για την εφαρμογή ενός χαμηλού φορολογικού συντελεστή ύψους 7% για όσους Ευρωπαίους συνταξιούχους επιλέξουν την Ελλάδα ως φορολογική έδρα, κατά το πρότυπο της Ισπανίας.
Χαμηλοί τόνοι
Στο ζήτημα του ανασχηματισμού ο πρωθυπουργός διατηρεί χαμηλούς τόνους, μάλιστα θεωρεί ότι δεν είναι το ζήτημα που προέχει αυτή τη στιγμή. «Αλλά και όταν θα γίνει ο ανασχηματισμός, θα δείτε ότι περισσότερο θα είναι αλλαγές αρμοδιοτήτων μεταξύ υπουργείων και λιγότερο προσώπων», απαντά σε όσους τον ρωτούν.
Τέταρτο μεγάλο ζήτημα που προκαλεί αβεβαιότητες είναι η συμπεριφορά της Τουρκίας, ωστόσο ο ίδιος δηλώνει ότι η Ελλάδα τους τελευταίους μήνες έχει χτίσει γερές συμμαχίες προκειμένου να αντιμετωπίσει κάθε προκλητικότητα. Η Γαλλία είναι στο πλευρό μας και δεν είναι η μόνη, έχουν γίνει διπλωματικές κινήσεις στη Λιβύη όπως με την πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν στείλει τα μηνύματά τους ενώ και με το Βερολίνο διατηρεί ανοιχτή γραμμή προκειμένου να υπάρχει κοινή γραμμή, είναι η βασική θέση του Μεγάρου Μαξίμου, όπου σημειώνουν τις συναντήσεις που είχε ο πρωθυπουργός στο Ισραήλ αλλά και την κινητικότητα με την Αίγυπτο.
Πέμπτη «πρόκληση» για την κυβέρνηση αποτελεί η προώθηση του μεταρρυθμιστικού έργου. Από την πρώτη ημέρα της θητείας του ο κ. Μητσοτάκης έκανε φανερό ότι ο τρόπος διακυβέρνησης θα είναι διαφορετικός σε σχέση με τους προκατόχους του. Το Μαξίμου έχει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση και υλοποίηση νομοσχεδίων, σε συνεργασία με τους υπουργούς, ενώ ο χαρακτήρας του «επιτελικού κράτους» δοκιμάστηκε και άντεξε τόσο στον συντονισμό των προσπαθειών για την αντιμετώπιση της κρίσης στον Εβρο όσο και στη διαχείριση του κορονοϊού.
Στο «κυβερνητικό στρατηγείο» σχεδιάζουν τα επόμενα βήματα για τη συνέχιση της ψηφιοποίησης του Δημοσίου και την προώθηση μεταρρυθμίσεων που θα βελτιώνουν την καθημερινότητα των πολιτών. «Κανείς δεν περίμενε από το ελληνικό κράτος ότι σε χρόνο-ρεκόρ θα οργανώναμε το ΕΣΥ. Κανείς δεν περίμενε ότι μέσα σε χρόνο-ρεκόρ θα διπλασιάζαμε τις μονάδες Εντατικής. Κανείς δεν περίμενε ότι το κράτος θα μπορούσε να πετύχει το πρώτο μεγάλο ψηφιακό άλμα σε συνθήκες κρίσης», λένε χαρακτηριστικά. Μέσα στον Ιούλιο προωθούνται σημαντικές νομοθετικές πρωτοβουλίες ενώ από το φθινόπωρο οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχιστούν ώστε να περιοριστούν οι απώλειες στην οικονομία φέτος και να επιτευχθούν οι αναπτυξιακοί στόχοι για το 2021.
Αν και πάντα υπάρχει η αγωνία σε παγκόσμια κλίμακα για πιθανή αναζωπύρωση της πανδημίας, «καμία χώρα δεν θα άντεχε ένα δεύτερο lockdown», ο πρωθυπουργός δηλώνει αισιόδοξος για το μέλλον και όχι μόνο γιατί βλέπει τις δημοσκοπήσεις, αλλά κυρίως επειδή νιώθει ότι η κοινωνία είναι ώριμη για μεγάλες αλλαγές.
Από την έντυπη έκδοση