Αναλυτικά έγραψε:
«Ένας χείμαρρος από χρυσαφένια μαλλιά, ζεστά μαύρα μάτια, υπέροχα πόδια, μα πάνω απ’ όλα πνεύμα ελεύθερο. Δεν έμπαινε σε καλούπια. Δεν της άρεσαν οι κανόνες. Δεν ακολουθούσε σίγουρους δρόμους. Έλεγε πάντα αυτό που πίστευε ό,τι και να γινόταν. Είχε δύναμη, πίστευε στη δύναμη της γυναίκας.
Οδηγούσε, κρατούσε το τιμόνι στη ζωή της, στη ζωή μας. Με ένα της βλέμμα ξέραμε τι έπρεπε να γίνει, δεν χρειαζόταν να σηκώσει τη φωνή. Με μια ματιά ήξερε τι είχαμε στην ψυχή μας. Χόρευε, μας έπιανε από το χέρι και χορεύαμε, μόνες μέσα στο σπίτι, στροβιλιζόμασταν οι τρεις μας στην ασφάλεια, στην ευτυχία και τίποτα δεν μπορούσε να μας πληγώσει.
Μητσοτάκης στο TikTok για Gigabit Voucher: Χτίζουμε τις υποδομές για ένα ψηφιακό μέλλον
Θύμωνε με το άδικο και αντιδρούσε, δεν άφηνε να την νικήσει, επαναστατούσε, αγρίευε. Ζούσε, ζήσαμε μαζί με πάθος, με αγάπη. Πολέμησε, δεν ήταν πάντα όλα εύκολα, εχθροί, αντίπαλοι, καλοθελητές, επιθέσεις, φθόνος, ακόμα και η καθημερινότητα συχνά ήταν δύσκολη.
Αρχές Σεπτέμβρη του 1993 της λέω, στην Εντατική του Ευαγγελισμού, θα λείψουμε για λίγες μέρες, πάμε στην Αμερική για μια πειραματική θεραπεία… Με κοίταξε σα να μου έλεγε, “δεν ξέρω αν θα σε ξαναδώ”. Μας περίμενε.
Κοριτσάκι μου, ήταν οι τελευταίες λέξεις που μου είπε, 15 Σεπτέμβρη έφυγε. Γροθιά στο στομάχι, εκείνη όμως μου έμαθε να σφίγγω τη γροθιά και να προχωρώ».