Βιώνοντας την, εντός του Κοινοβουλίου, απομόνωση από τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς και με μοναδικό νεότευκτο σύμμαχό του την Ενωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη, ο κ. Τσίπρας ποντάρει πλέον στην εκκίνηση του διαλόγου για τη συνταγματική αναθεώρηση. Με τον τρόπο αυτόν, ο πρωθυπουργός και το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ευελπιστούν πως θα αλλάξουν άρον άρον ατζέντα, στρέφοντας την προσοχή των Ελλήνων πολιτών στα του θεσμικού πλαισίου, καθώς η ωμή και συνάμα εξαιρετική δύσκολη πραγματικότητα της υπερφορολόγησης, των μέτρων-φωτιά του πρώτου Αριστερού Μνημονίου και ο δεύτερος κύκλος αξιολόγησης της Αθήνας από τους πιστωτές με αιχμή τα εργασιακά προκαλούν απανωτές ρωγμές στο προφίλ της συγκυβέρνησης.
Η εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στον προαύλιο χώρο της Βουλής, όπου ανακοινώθηκαν οι βασικοί άξονες των κυβερνητικών προτάσεων για την αναθεώρηση του Συντάγματος, όχι μόνο δεν κατέστη δυνατόν να καλύψουν έστω και στο ελάχιστο τα απανωτά ραπίσματα που δέχονται οι κυβερνητικοί στο επίπεδο της κοινωνίας, αλλά έδειξε πως κυρίαρχος στόχος της ήταν η τόνωση του εσωτερικού ακροατηρίου της Κουμουνδούρου.
Τα στοιχεία που μπορεί να κρατήσει κάποιος από τη χθεσινή παρουσίαση των προτάσεων Τσίπρα και Κουμουνδούρου είναι η θέση για το νέο τρόπο εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, προκειμένου η όλη διαδικασία να απεμπλέκεται από τη διάλυση της Βουλής, το κλείσιμο του ματιού στην Εκκλησία, αλλά και το γεγονός πως ο κ. Τσίπρας εμφανίζεται… σκεπτικός για τις εξουσίες και τον πολλαπλασιασμό των Ανεξάρτητων Αρχών, επιδιώκοντας να τις τοποθετήσει υπό το πρίσμα της κρατικής λογοδοσίας.
«Η τεχνοκρατική ιδεολογία έχει αποθεώσει τη λειτουργία τους και επιθυμεί διακαώς τη διαρκή διεύρυνση των αρμοδιοτήτων και των εξουσιών τους. Με δεδομένη βέβαια την ολοένα και πιο τεχνική φύση της άσκησης της εξουσίας δεν αμφισβητώ την αναγκαιότητα ύπαρξης Ανεξάρτητων Αρχών. Ανεξαρτησία δεν σημαίνει όμως και πλήρης απουσία κοινοβουλευτικού ελέγχου. Αντικείμενο του διαλόγου ο τρόπος ελέγχου των Ανεξάρτητων Αρχών. Σκεπτικοί με τον πολλαπλασιασμό τους. Οι Ανεξάρτητες Αρχές να συγκροτούνται με μικρότερες πλειοψηφίες σε περίπτωση που τα 4/5 δεν συγκεντρωθούν σε συγκεκριμένη προθεσμία», ανέφερε, «φωτογραφίζοντας» το ΕΣΡ.
Εχοντας ο ίδιος χρησιμοποιήσει τον Δεκέμβριο του 2014 το αδιέξοδο στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, προκειμένου να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες εκλογές και να εξυπηρετήσει τις μικροκομματικές του σκοπιμότητες, ο κ. Τσίπρας κατέφυγε σε μία…ντρίμπλα για να προσπεράσει και τους εσωκομματικούς του υφάλους που ακούν στο όνομα «ομάδα των 53».
Η συγκυβέρνηση, λοιπόν, προτείνει τη δυνατότητα εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από το Κοινοβούλιο μόνο εάν εξασφαλίζεται η μέγιστη συναίνεση των δύο τρίτων της Βουλής στο πρόσωπό του σε δύο διαδοχικές ψηφοφορίες. Εάν αυτές αποβούν άκαρπες, τότε η τρίτη ψηφοφορία θα ανήκει στο εκλογικό σώμα, που θα αποφασίζει την εκλογή του Προέδρου με καθολική ψηφοφορία, η οποία θα διεξάγεται ανάμεσα στους δύο πλειοψηφήσαντες υποψηφίους της τελευταίας ψηφοφορίας στο Κοινοβούλιο.
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός και το Μέγαρο Μαξίμου (παρά το ναυάγιο του εκλογικού νόμου) παραμένουν σταθερά δεμένοι στο άρμα της απλής αναλογικής και σε μία ακόμα παραδοχή της επερχόμενης ήττας τους στις επόμενες βουλευτικές εκλογές προτείνουν τη συνταγματική καθιέρωσή της προς τέρψη του εσωκομματικού τους ακροατηρίου.
Οι προτάσεις που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, από τον προαύλιο χώρο της Βουλής και κατά τη διάρκεια της επικοινωνιακής φιέστας της συγκυβέρνησης, εδράζονται σε πέντε άξονες:
1.Ο πρώτος άξονας αφορά στη δέσμη αλληλοσυνδεόμενων μεταρρυθμίσεων στην αρχιτεκτονική του πολιτεύματος και, πέρα της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας και της απλής αναλογικής, περιλαμβάνει τη «λελογισμένη αύξηση» των αρμοδιοτήτων του Προέδρου (το δικαίωμα να απευθύνεται στη Βουλή για σπουδαίο λόγο, να συγκαλεί το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών), την καθιέρωση θητείας για τους βουλευτές, έτσι ώστε κανένας βουλευτής να μην μπορεί να εκλέγεται για πάνω από δύο συνεχόμενες κοινοβουλευτικές περιόδους ή για οκτώ συνεχόμενα έτη, και την υποχρέωση πρωθυπουργός, εκτός φυσικά των υπηρεσιακών, να ορίζεται αποκλειστικά αιρετός από το λαό. Δηλαδή, μόνο εν ενεργεία βουλευτής.
2.Ο δεύτερος άξονας αφορά στα δημοψηφίσματα, για τα οποία η συγκυβέρνηση ανοίγει τη βεντάλια της μέχρι σήμερα δεξαμενής τους, προκειμένου να τα χρησιμοποιεί στο μέλλον ως… σωσίβιο όταν οι καταστάσεις απαιτούν καίριες αποφάσεις. Ετσι, οι προτάσεις αφορούν στη δυνατότητα διενέργειας δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία και συλλογή άνω των 500.000 υπογραφών για εθνικά θέματα, τη δυνατότητα διενέργειας δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία και συλλογή άνω του ενός εκατομμυρίου υπογραφών, για ψηφισμένο νόμο, με εξαίρεση νόμους που αφορούν τα δημοσιονομικά και τη δυνατότητα διενέργειας δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία και συλλογή άνω του ενός εκατομμυρίου υπογραφών για νομοθετική πρωτοβουλία από τους ίδιους τους πολίτες.
3.Ο τρίτος άξονας αφορά στην, κατά τον πρωθυπουργό, ενίσχυση του κράτους δικαίου. Η συγκυβέρνηση, λοιπόν, προτείνει τη θεσμοθέτηση ενός ειδικού γνωμοδοτικού οργάνου, αποτελούμενου αποκλειστικά από δικαστές των ανώτατων δικαστηρίων, που σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μετά από πρόταση του ΠτΔ ή της κυβέρνησης ή 120 βουλευτών, θα γνωμοδοτεί επί ψηφισμένου νομοσχεδίου, την κατάργηση της βουλευτικής ασυλίας και την τροποποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
4.Ο τέταρτος άξονας αφορά στις σχέσεις κράτους-Εκκλησίας, με την κυβερνητική πρόταση να μιλά για ρητή κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους, με διατήρηση όμως για ιστορικούς και πρακτικούς λόγους της αναγνώρισης της Ορθοδοξίας ως κρατούσας θρησκείας.
5.Ο πέμπτος άξονας αφορά στα κοινωνικά δικαιώματα και περιλαμβάνει την απαγόρευση άρσης του δημόσιου ελέγχου των αγαθών του νερού και της ηλεκτρικής ενέργειας και την κατοχύρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Όπως ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, τον Σεπτέμβριο θα ανακοινωθεί η σύνθεση μιας οργανωτικής επιτροπής που θα αναλάβει τη διεξαγωγή διαλόγου σε «πανεθνική κλίμακα». Σύμφωνα με τα χρονοδιαγράμματα:
● Τα συμπεράσματα από το δημόσιο διάλογο θα συγκεντρωθούν με τη διοργάνωση 13 συνελεύσεων σε κάθε περιφέρεια της χώρας.
● Μετά το τέλος της διαβούλευσης, την άνοιξη του 2017, η οργανωτική επιτροπή θα συγκεντρώσει τα αποτελέσματα του διαλόγου και θα παραδώσει την έκθεσή της σε όλα τα πολιτικά κόμματα, προκειμένου να ξεκινήσει η προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και τον κανονισμό της Βουλής κοινοβουλευτική διαδικασία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΑΤΣΙΟΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου που κυκλοφορεί