Όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός, επιμένοντας στο δικό του «success story», η σταθερή υπεραπόδοση έναντι των δημοσιονομικών στόχων υπήρξε το «κλειδί» για την ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας και μια στέρεη βάση για τα επόμενα κρίσιμα βήματα της ελληνικής οικονομίας.
Ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι αυτό κατέστη δυνατό, δίχως να επαναλάβουμε τα αδιέξοδα και τις καταστροφικές συνέπειες μιας άνευ προηγουμένου επιθετικής δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία υλοποιήθηκε την περίοδο 2010-2014 και αποδείχθηκε απολύτως καταστροφική τόσο για την οικονομία όσο όμως και για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
«Υλοποιήσαμε εκτεταμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, για να δημιουργήσουμε ασφαλές περιβάλλον, που θα βοηθά την επενδυτική δραστηριότητα να αναπτύσσεται. Ένα πλαίσιο, ώστε να αξιοποιηθούν οι παραγωγικές ικανότητες του τόπου» υπογράμμισε.
Όπως είπε, αυτό έγινε, παρότι υπήρξαν προτάσεις από τους δανειστές, που ήταν στα όρια του «οικονομικού ανορθολογισμού».
«Υπάρχει μια θέση που λέει ότι η Ελλάδα πρέπει να στηριχθεί σε μια οικονομία “εντάσεως εργασίας”, για να αναπτυχθεί. Μια μορφή που οδηγεί σε μείωση μισθών και απορρύθμιση. Είναι αυτό το μοντέλο συμβατό με χώρα που είναι στον πυρήνα της ΕΕ;» αναρωτήθηκε.
«Η Ελλάδα είναι αναπτυγμένη χώρα με σημαντικά πλεονεκτήματα. Είναι ευθεία υποτίμηση των δυνατοτήτων της χώρας ότι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας περνά από ένα μοντέλο χωρών του τρίτου κόσμου» ανέφερε χαρακτηριστικά, «φωτογραφίζοντας» το πρόγραμμα του ΔΝΤ.
Ως επιστέγασμα της όλης προσπάθειας της κυβέρνησης, συνέχισε ο κ. Τσίπρας, ήρθε και το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης, για να τερματίσει οριστικά μια περίοδο αβεβαιότητας, δίνοντας περισσότερη σαφήνεια γύρω από τα απαραίτητα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, για τα οποία πια δεσμεύονται οι εταίροι μας να τα υλοποιήσουν αμέσως μετά τη λήξη του προγράμματος, δηλαδή περίπου σε ένα χρόνο από σήμερα.
«Αλλά δίνοντας και ένα πλέγμα συγκεκριμένων δράσεων για τη στήριξη της ανάπτυξης» προσέθεσε, για να τονίσει πως «το πιο σημαντικό όμως στο κλείσιμο της αξιολόγησης και την απόφαση του Eurogroup ήταν η ισχυρή δέσμευση των εταίρων μας ότι θα πράξουν ό,τι χρειαστεί, προκειμένου η Ελλάδα, σε ένα χρόνο από σήμερα, να τερματίσει οριστικά τα προγράμματα στήριξης. Να μπορεί αυτοδύναμα να αποπληρώνει τις υποχρεώσεις της και συνακόλουθα αυτόνομα να προσδιορίζει τις οικονομικές της πολιτικές μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο».
«Η Ελλάδα δεν θα βγει τώρα στις αγορές προστατευμένη σε μια υγειονομική ζώνη για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους. Θα βγει με το σπαθί της και με όρους βιώσιμης προοπτικής» είπε ακόμη ο πρωθυπουργός, αφήνοντας πλέον ξεκάθαρα στην άκρη τα υπεραισιόδοξα σενάρια εξόδου της χώρας στις αγορές, έστω και δοκιμαστικά, εντός του 2017.
«Γι’ αυτό και η Ελλάδα» υπογράμμισε ο πρωθυπουργός, «δεν θα αναζητήσει σε έναν χρόνο από σήμερα, το καλοκαίρι του 2018, πιστωτική γραμμή στήριξης με νέες δεσμεύσεις, δηλαδή ένα κεκαλυμμένο νέο μνημόνιο για να αποχαιρετήσει το πρόγραμμα, αλλά, μετά την απόφαση της 15ης Ιούνη, είμαστε βέβαιοι ότι θα βγει καθαρά και με τις δυνάμεις της και θα αποχαιρετήσει οριστικά τα μνημόνια και αυτή την πολυετή ταλαιπωρία της ελληνικής κοινωνίας».